Ἐπί τῇ ἐπετείῳ τῆς εἰς Ἐπίσκοπον χειροτονίας τοῦ Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας

 

Μέ σεμνότητα ἑόρτασε τήν 7ην ἐπέτειον τῆς εἰς Ἐπίσκοπον χειροτονίας του ὁ Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης μας, Μητροπολίτης Κηφισίας, Ἀμαρουσίου καί Ὠρωποῦ κ. Κύριλλος. Τό πρωΐ τῆς 14ης Μαΐου ἐ.ἔ. στόν Ἱερό Καθεδρικό Ναό Ἁγίου Δημητρίου Κηφισιᾶς τελέσθηκε Ἀρχιερατική Θεία Λειτουργία, στήν ὁποία προεξῆρχε ὁ Σεβασμιώτατος, πλαισιούμενος ὑπό τοῦ Πρωτοσυγκέλλου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, Πανοσ.  Ἀρχιμ. Κωνσταντίνου Χαραλαμποπούλου, τοῦ Γενικοῦ Ἀρχιερατικοῦ Ἐπιτρόπου, Πρωτ. π. Χρίστου Κυριακοπούλου, τῶν ἐφημερίων του Ναοῦ καί πνευματικῶν τέκνων.

Στό τέλος τῆς Θείας Λειτουργίας προσεφώνησε τόν Σεβασμιώτατο ὁ Πρωτοσύγκελλος π. Κωνσταντῖνος, ἐνθυμούμενος τήν ἔντονη συγκινησιακή φόρτιση ὅλων τήν ἡμέρα τῆς χειροτονίας του τήν 14ην Μαΐου 2010 στόν Ἱερό Ναό Ἁγίου Χαραλάμπους Ἰλισσίων ἐκεῖ, ὅπου ἐπί πολλά ἔτη ἐφημέρευε ὁ Σεβασμιώτατος. Τόνισε δέ τό μέγιστο ὕψος τοῦ Ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος: «...Τό ἀξίωμα τοῦ Ἐπισκόπου εἶναι τό ὁλοκληρωμένο ἀξίωμα τῆς Ἐκκλησίας, διότι κατά τήν θεολογίαν αὐτῆς ἐγκλείει ἐντός αὐτοῦ τό Βασιλικόν, τό προφητικόν καί τό Ἀρχιερατικόν χάρισμα. Ἡ αὐθεντία καί ἡ κεντρικότητα τῆς θέσεως τοῦ Ἐπισκόπου ἐντός τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας ἀνάγεται στόν ἴδιο τόν Χριστό, ἀφοῦ ὁ ἴδιος ὁ Ἰγνάτιος Ἀντιοχείας μαρτυρεῖ ὅτι «ἐπίσκοπον ἔγνων οὐκ ἀφ’ ἑαυτοῦ, οὐδέ δί’ ἀνθρώπων κεκτήσθαι τήν διακονίαν τήν εἰς τό κοινόν ἀνήκουσαν, οὐδέ κατά κενοδοξίαν, ἀλλ’ ἐν ἀγάπῃ Θεοῦ Πατρός καί Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ». Αὐτήν τήν ἐξόχως πνευματικήν διακονίαν Σᾶς ἐνεπιστεύθη ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος τήν 14ην Μαΐου 2010, τήν ἀκαινοτόμητη παρακαταθήκη τῆς ἀποστολικῆς παραδόσεως. Γνωρίζω ὅτι δέν ἐπιθυμεῖτε τήν ἐξύψωση τοῦ προσώπου Σας. Εἶναι, ὅμως, ἐπιβεβλημένον χρέος ἡμῶν νά διαλαλήσωμεν τόν ἔντιμο βίο Σας καί τήν ἐν Χριστῷ ὀρθῶς ὁμολογουμένη πίστιν πού διαθέτετε. Εἶσθε ὁ φιλόστοργος πατήρ, ὁ ὁποῖος διά τοῦ παραδείγματός του ἐνδυναμώνει καί ἡμᾶς εἰς τό ὡς σύν-Κυρηναῖοι νά βαστάζωμε τόν Σταυρό τῆς Διοικήσεως καί Διαποιμάνσεως τοῦ ἐκλεκτοῦ λαοῦ τῆς Μητροπόλεώς μας. Ὁ Κύριος μᾶς ἐχάρισε ἕνα ποιμένα, ὁ ὁποῖος οὐδέποτε θά ἀκούσῃ ἐκ χειλέων Θεοῦ διά τοῦ Προφήτου Ἱεζεκιήλ «καί τό αἷμα αὐτοῦ ἐκ τῆς χειρός σου ἐκζητήσω» (Ἱεζ. γ, 18).

Ἀκολούθως ὁ Σεβασμιώτατος εὐχαρίστησε τόν Πρωτοσύγκελλο τῆς Μητροπόλεως π. Κωνσταντῖνο γιά τούς φιλόφρονας λόγους του, μή παραλείπων νά εὐχαριστήσει καί πάλιν τόν Τριαδικόν Θεόν, ὁ ὁποῖος τοῦ ἐδώρισε τόν ὕψιστο βαθμό τῆς Ἱερωσύνης καθώς καί τόν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπον Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμον Β΄ καί τούς Σεβασμιωτάτους Ἀρχιερεῖς τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, οἱ ὁποῖοι διά τῆς τιμίας ψήφου των τόν κατέστησαν Μητροπολίτην τῆς ἀρτισυστάτου Μητροπόλεως Κηφισίας, Ἀμαρουσίου καί Ὠρωποῦ. Κατά τήν διανομήν τοῦ ἀντιδώρου προσέφερε γλυκίσματα εἰς ὅλο τό ἐκκλησίασμα, δεχθείς τίς εὐχές του γιά τήν ἀνάμνησιν τῆς εὐσήμου ἡμέρας τῆς ζωῆς του.