Μνησικακία, φθόνος, ὑποκρισία

apanthseis se erothmata xristianonΜνησικακία, φθόνος, ὑποκρισία

Γέροντος Εὐστρατίου Γκολοβάνσκι

Ἡ μνησικακία εἶναι ἕνα ὀλέθριο πάθος – δηλητήριο τῆς ψυχῆς καὶ σαράκι τοῦ νοῦ, διαρκῆ ἁμαρτία καὶ ἄυπνη παρανομία τὸ ὀνομάζει ὁ ὅσιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Τὸ πάθος αὐτὸ συντηρεῖ στὴ μνήμη μας τὸ κακὸ πού μας ἔκανε, πραγματικὰ ἢ φανταστικά, κάποιος συνάνθρωπός μας καὶ μᾶς παρακινεῖ σὲ ἐκδίκηση. Ὁ μνησίκακος, ὅπως ἐπισημαίνει ὁ Σολομῶν, ὁδηγεῖται στὸν πνευματικὸ θάνατο, γιατί εἶναι παραβάτης τοῦ θείου νόμου, τοῦ νόμου τῆς ἀγάπης (Παροιμ. 12:28· 21:24).

Ἡ μνησικακία, λένε οἱ πατέρες, γεννιέται ἀπὸ τὴν ὀργή, κι αὐτὴ πάλι ἀπὸ τὸν ἐγωισμὸ καὶ τὸ μῖσος. Γι’ αὐτό, ὅποιος ἀποκτάει ταπείνωση καὶ ἀγάπη, ἀπαλλάσσεται ἀπὸ τὴν ὀργή· καὶ ὅποιος ἀπαλλάσσεται ἀπὸ τὴν ὀργή, θανατώνει τὴ μνησικακία. Καὶ πρέπει ὅλοι νὰ τὴ θανατώσουμε, ἂν ζεῖ μέσα μας, ἀλλιῶς δὲν θὰ βροῦμε ἔλεος ἀπὸ τὸν Θεό. Γιατί λέει ὁ σοφὸς Σειράχ:

«Αὐτὸς ποὺ ἐκδικεῖται, θὰ δοκιμάσει τὴν ἐκδίκηση τοῦ Κυρίου, ποὺ θὰ τοῦ καταλογίσει αὐστηρὰ τὶς ἁμαρτίες του. Συγχώρησε τὸν πλησίον σου γιὰ ὅ,τι κακό σου ἔκανε, καὶ τότε, ὅταν προσευχηθεῖς, οἱ ἁμαρτίες σου θὰ συγχωρηθοῦν.

 Ἄνθρωπος κρατάει ὀργὴ ἐναντίον ἀνθρώπου, καὶ ζητάει ἀπὸ τὸν Κύριο συγχώρηση; Γιὰ ἕναν ὅμοιό του ἄνθρωπο δὲν ἔχει ἔλεος, καὶ ζητάει ἀπὸ τὸν Θεὸ ἔλεος γιὰ τὶς δικές του ἁμαρτίες; Αὐτός, μολονότι ἄνθρωπος, μνησικακεῖ· ποιὸς θὰ τοῦ συγχωρήσει τὶς δικές του ἁμαρτίες;

 Συλλογίσου τὰ στερνά σου καὶ πάψε νὰ νιώθεις ἔχθρα. Σκέψου τὴ φθορὰ καὶ τὸ θάνατο καὶ τήρησε τὶς ἐντολές. Ἂν θυμᾶσαι τὶς ἐντολές, δὲν θὰ κρατᾶς κακία ἐναντίον τοῦ συνανθρώπου σου» (Σοφ. Σειρ. 28:1-7).

Ἀπ’ ὅλα τὰ πάθη τὸ πιὸ ἐπικίνδυνο εἶναι ὁ φθόνος, γιατί ἐναντιώνεται ἄμεσα στὴν ἀλήθεια καὶ τὴν ἀρετή. «Ἀπὸ τὸ φθόνο τοῦ διαβόλου μπῆκε ὁ θάνατος στὸν κόσμο» (Σοφ. Σολ. 2:24)

Φθόνος εἶναι ἡ λύπη γιὰ τὴν πρόοδο ἢ τὰ ἀγαθὰ τοῦ πλησίον, καθὼς καί, ἀντίστροφα, ἡ χαρὰ γιὰ τὶς συμφορὲς ἢ τὰ κακὰ τοῦ πλησίον. Ὁ φθόνος φωλιάζει μυστικὰ καὶ ἀδιόρατα στὶς ὑπερήφανες ψυχὲς καὶ ἀπὸ ἐκεῖ συνηθίζει νὰ γεννάει πολλὰ ἄλλα πάθη: τὸ μῖσος, τὴν καταλαλιὰ καὶ τὴν κατάκριση, τὴ χαιρεκακία, τὴν κατάθλιψη. Γι’ αὐτὸ μιὰ ψυχὴ ὑποδουλωμένη στὸ φθόνο, ἀπὸ «σκεῦος πολύτιμο, ἁγιασμένο καὶ χρήσιμο», ὅπως θὰ τὴν ἤθελε ὁ Πλαστουργός της, μεταβάλλεται γρήγορα σὲ σκεῦος ἀκάθαρτο» (Β’ Τιμ. 2:20, 21).

Ἡ ὑποκρισία εἶναι μεγάλη ἁμαρτία ἐπειδὴ ὁ ὑποκριτής, ὅπως λέει ὁ ψαλμῳδός, «μιλάει στὸν πλησίον του εἰρηνικά, στὴν καρδιὰ του ὅμως ἔχει τὸ κακό» (Ψαλμ. 27:3). Χαιρετάει μὲ προσποιητὴ ἐγκαρδιότητα, ἀνοίγει διάπλατα τὴν ἀγκαλιά του, δίνει ἄφθονους ἀσπασμούς, δείχνει προθυμία γιὰ ἐξυπηρέτηση. Ἀλλὰ συνάμα τεντώνει τὸ τόξο του, ἑτοιμάζει «τὰ βέλη του στὴ φαρέτρα, γιὰ νὰ τὰ ρίξει στὸ σκοτάδι, στὰ κρυφά, ἐνάντια σ’ ἐκείνους ποὺ ἔχουν ἀπονήρευτη καρδιά» (Ψαλμ. 10:2).

Γι’ αὐτό, ὅπως εἶπε κάποιος σοφός, προτιμότερο εἶναι τὸ σπαθὶ τοῦ ἐχθροῦ ἀπὸ τὴ γλῶσσα τοῦ ὑποκριτῆ. Τὸν ἐχθρὸ μπορεῖς νὰ τὸν ἀποφύγεις. Ἀπὸ τὴν κολακεία τοῦ ὑποκριτῆ, ὅμως, ποιὸς μπορεῖ ν’ ἀπαλλαγεῖ εὔκολα; Ὅταν σὲ φιλάει, τότε καὶ σὲ προδίνει· ὅταν σὲ ἐξυπηρετεῖ, τότε καὶ ἑτοιμάζει τὴν καταστροφή σου· ὅταν σὲ παινεύει, τότε καὶ σοῦ καταφέρνει κρυφὲς πληγές. Δὲν εἶναι, λοιπόν, μεγάλο καὶ σιχαμερὸ τὸ ἁμάρτημα τῆς ὑποκρισίας;

Ἀπὸ τὸ βιβλίο: Γέροντος Εὐστρατίου (Γκολοβάνσκι), «Ἀπαντήσεις σὲ ἐρωτήματα χριστιανῶν». Ἱερὰ Μονὴ Παρακλήτου, 2012. Ἐρωτήσεις 199, 11, 35.


Εκτύπωση   Email