Εἰς τὸ Γενέθλιόν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ

Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου

    Γιορτάζουν τὰ πάντα ὁλόγυρα. Γὶ΄ αὐτὸ κι ἐγὼ νὰ γιορτάσω θέλω. Θέλω νὰ εὐφρανθεῖ ἡ ψυχή μου, νὰ πανηγυρίσει ἀπὸ τὰ καταβάθιά μου. Εὐφραίνομαι βέβαια ὄχι κρούοντας τὴν κιθάρα ἢ παίζοντας τὸ ραβδὶ τῶν σατύρων, οὔτε χρησιμοποιώντας αὐλοὺς ἢ ἀνάβοντας δάδες. Εὐφραίνομαι βλέποντας ἀντὶ γιὰ τὰ μουσικὰ ὄργανα τὰ σπάργανα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὰ εἶναι ἡ ἐλπίδα μου, αὐτὰ εἶναι ἡ ζωή μου. Αὐτὰ φέρνω μαζί μου, καὶ μὲ τὴν ἐνίσχυση ποὺ παίρνω, τραγουδῶ μαζὶ μὲ τοὺς Ἀγγέλους, Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῶ, καὶ μαζὶ μὲ τοὺς ποιμένες, καὶ ἐπὶ γὴς εἰρήνη ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία.

Σήμερα γεννιέται γιὰ χάρη μου ἀπὸ παρθένο Αὐτὸς ποὺ γεννήθηκε μὲ τρόπο ἀπερίγραπτο ἀπ΄ τὸν Πατέρα. Τότε, προαιώνια, γεννήθηκε ἀπὸ τὸν Πατέρα μὲ τρόπο ποὺ ταιριάζει στὴ Θεία φύση, τρόπο ποὺ μόνο ὁ Γεννήτορας γνωρίζει. Σήμερα πάλι ξαναγεννήθηκε μὲ ἀταίριαστο στὴ Θεία φύση τρόπο. Μὲ τρόπο ποὺ ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τώρα καλὰ γνωρίζει. Ἀληθινὴ κι ἡ οὐράνια γέννησή Του, ἀληθινὴ κι ἡ ἐπίγεια. Ἀληθινὸς Θεὸς ἀπ΄ τὸ Θεὸ γεννήθηκε, κι ἀληθινὸς ἄνθρωπος ὁ Ἴδιος ἀπ΄ τὴν Παρθένο γεννήθηκε πάλι. Στὸν οὐρανὸ μόνος Υἱὸς τοῦ Μόνου Θεοῦ, Μονογενῆ. Στὴ γῆ μόνος Υἱὸς ἄγαμης παρθένου ὁ Ἴδιος, πάλι Μονογενής. Γιατί καθὼς εἶναι ἀσέβεια νὰ ὑποθέσουμε τὴν ὕπαρξη μητέρας στὴν οὐράνια γέννησή Του, ἔτσι εἶναι βλαστήμια νὰ ὑποθέσουμε τὴν ὕπαρξη πατέρα στὴν ἐπίγειά Του γέννηση. Ὁ Θεὸς Πατέρας Τὸν γέννησε χωρὶς νὰ χάσει κάτι ἀπὸ τὴν Θεότητά Του. Ἡ παρθένος Τὸν γέννησε χωρὶς νὰ χάσει τὴν παρθενία της. Οὔτε πάλι ὁ Θεὸς ἔχασε τὴν Θεϊκή Του ὑπόσταση ὅταν Τὸν γέννησε, γιατί Τὸν γέννησε ὅπως ἁρμόζει σὲ Θεό. Ἀλλὰ κι οὔτε ἡ παρθένος φθάρηκε. Ὁ τοκετὸς Του ἦταν γεγονὸς πνευματικό. Λοιπόν, οὔτε ἡ οὐράνιά Του γέννηση μπορεῖ νὰ ἐξηγηθεῖ, οὔτε ἡ ἐπίγεια σάρκωσή Του ἐπιδέχεται ἑρμηνεῖες. Ἐκεῖνο ποὺ ξέρω μὲ σιγουριὰ σήμερα εἶναι ὅτι Τὸν γέννησε ἡ Παρθένος. Πιστεύω ὅτι Τὸν γέννησε ὁ Πατέρας, προαιώνια. Σχετικὰ μὲ τὸν τρόπο τῆς γέννησης ὅμως ἔμαθα νὰ σιωπῶ. Δὲν μοῦ ὑποδεῖξαν οἱ παλιοὶ νὰ δοκιμάζω λογικὲς ἑρμηνεῖες. Γιατί ὅταν πρόκειται γιὰ τὸ Θεὸ δὲν πρέπει κανεὶς νὰ ἀναλύει τὰ γεγονότα, ἀλλὰ νὰ πιστεύει στὴ δύναμη Αὐτοῦ ποὺ τὰ πραγματοποιεῖ. Ἀναμφίβολα εἶναι φυσικὸς νόμος νὰ γεννᾶ ἡ γυναίκα μόνο ὅταν συνευρεθεῖ μὲ ἄντρα. Ὅταν ὅμως μία παρθένος ποὺ δὲν γνώρισε ἄντρα γεννήσει καὶ μετὰ τὸν τοκετὸ παραμείνει πάλι παρθένος, αὐτὸ ξεπερνᾶ τοὺς φυσικοὺς νόμους. Ὅτι ἔχει σχέση μὲ τοὺς φυσικοὺς νόμους ἀξίζει νὰ ἐρευνιέται, ὅτι ὅμως τοὺς ξεπερνᾶ πρέπει νὰ περιβάλλεται μὲ τιμητικὴ σιωπή. Κι αὐτὸ βέβαια ὄχι ἐπειδὴ τοῦ πρέπει ἀποσιώπηση, ἂλλ΄ ἐπειδὴ ἀξίζει νὰ μένει μυστήριο καὶ νὰ τιμᾶται χωρὶς πολυλογίες.

Συγχωρέστε μέ, σᾶς παρακαλῶ, ποὺ νιώθω ἀδύναμος νὰ συνεχίσω τὸ λόγο πέρα ἀπὸ τὸν πρόλογο. Φοβοῦμαι νὰ προχωρήσω στὴν ἔρευνα τῶν πιὸ σημαντικῶν. Δὲν κατέχω τὸν τρόπο. Δὲν ξέρω ποὺ νὰ στρέψω τὸ λόγο. Τί νὰ πῶ; γιὰ ποιὸ νὰ μιλήσω; Βλέπω τὴ μητέρα, ἀντικρύζω τὸ παιδί, ὅμως τὸν τρόπο τῆς γέννησης δὲν τὸν καταλαβαίνω. Ὅπου ὁ Θεὸς ἔχει ἄλλη βουλή, ἐκεῖ νικιέται ὁ φυσικὸς νόμος, νικιέται κι ἡ τάξη τοῦ κόσμου. Δὲν γεννήθηκε σύμφωνα μὲ τοὺς νόμους τῆς φύσης. Θαυματούργησε πάνω ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς φύσης. Ἡ φύση ἀδράνησε. Ἐνήργησε ἡ βούληση τοῦ Δεσπότη. Τί ἀπερίγραπτο δῶρο! Ὁ Μονογενὴς ποὺ ὑπάρχει προαιώνια, αὐτὸς ποὺ δὲν ἐμπίπτει στὶς ἀνθρώπινες αἰσθήσεις, ὁ ἀσύνθετος, ὁ ἀσώματος, περιβλήθηκε τὸ σῶμα μου. Τὸ σῶμα ποὺ ὑπόκειται στὴ φθορά, ποὺ συλλαμβάνεται ἀπὸ τὶς αἰσθήσεις. Γιατί; Γιὰ νὰ μπορέσει νὰ μᾶς διδάξει καθὼς θὰ Τὸν βλέπουμε ἀνάμεσά μας κι ἔτσι νὰ μᾶς ὁδηγήσει σὲ ἐκεῖνα ποὺ τὰ χοϊκὰ μάτια μᾶς ἀδυνατοῦν νὰ δοῦνε. Οἱ ἄνθρωποι ἔχουν μεγαλύτερη ἐμπιστοσύνη στὰ μάτια τοὺς παρὰ στ΄ αὐτιά τους κι ἔτσι ἀμφιβάλλουν γιὰ ὅτι δὲν βλέπουν. Γὶ΄ αὐτὸ ἀκριβῶς ὁ Θεὸς ἀνέχθηκε νὰ παρουσιαστεῖ μὲ σῶμα μπρὸς στὰ μάτια μας γιὰ νὰ διαλύσει τὶς ἀμφιβολίες ποὺ εἴχαμε, ἀκούγοντας μόνο τὰ λόγια Του. Καὶ γεννιέται ἀπὸ παρθένο ποὺ ἀγνοεῖ τὴν ὑπόθεση καὶ ποὺ δὲν πῆρε ἐνεργὸ μέρος στὸ γεγονός, οὔτε συνεννοήθηκε γιὰ τὴν πραγματοποίησή του. Ἡ Παρθένος ἦταν ἁπλὸ ὄργανο τῆς ἀπόρρητης δύναμης τοῦ Θεοῦ. Ἕνα μόνο πράγμα γνώριζε, ἐκεῖνο ποὺ ρώτησε κι ἔμαθε ἀπὸ τὸν Γαβριήλ. Ὅταν δηλαδὴ ρώτησε, «πῶς ἔσται μοι τοῦτο ἐπεῖ ἄνδρα οὐ γιγνώσκω» ἐκεῖνος τῆς εἶπε: Αὐτὸ θέλεις νὰ μάθεις; «Πνεῦμα Ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σὲ καὶ δύναμις Ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι».

Καὶ πῶς, ἐνῶ ἦταν «μετ΄ αὐτῆς», σὲ λίγο γεννήθηκε «ἐξ αὐτῆς»; Ὅπως ὁ τεχνίτης ὅταν βρεῖ εὔπλαστη ὕλη, κατασκευάζει πιὸ ὄμορφο τὸ ἀγγεῖο, ἔτσι καὶ ὁ Χριστός. Ἐπειδὴ βρῆκε ἅγιο καὶ τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχὴ τῆς Παρθένου, φιλοτέχνησε ἔμψυχο Ναὸ δικό Του. Καὶ ἀφοῦ κεῖ μέσα, μὲ τὸν τρόπο ποὺ θέλησε, ἔπλασε τὸν καινούργιο ἄνθρωπο, καὶ ἀφοῦ τὸν περιβλήθηκε, γεννήθηκε σὰν σήμερα, χωρὶς καθόλου νὰ ἀπεχθάνεται τὴν κακόμοιρη ἀνθρώπινη πεσμένη φύση. Καὶ φυσικὰ δὲν θεώρησε προσβλητικὸ νὰ περιβληθεῖ τὸ δικό Του ἔργο. Ἀλλὰ καὶ τὸ δημιούργημά Του ἀπολάμβανε τὴν πιὸ μεγάλη δόξα μὲ τὸ νὰ γίνει ἔνδυμα τοῦ δημιουργοῦ Του. Ὅπως στὴν ἀρχικὴ δημιουργία δὲν ἦταν δυνατὸ νὰ ὑπάρξει ὁ ἄνθρωπος πρὶν πάρει ὁ Θεὸς στὰ χέρια Τοῦ τὸν πηλό, ἔτσι καὶ τὸ φθαρμένο ἀνθρώπινο σῶμα δὲν ἦταν δυνατὸ νὰ ἀνακαινιστεῖ, ἂν δὲν γινόταν ἔνδυμα τοῦ δημιουργοῦ Του.

Ἀλλὰ τί νὰ πῶ; Γιὰ ποιὸ πράγμα νὰ μιλήσω; Μένω ἔκπληκτος μπροστὰ στὸ θαῦμα. Ὁ «Παλαιὸς τῶν ἡμερῶν» ἔχει γίνει παιδάκι. Ὁ καθισμένος σὲ θρόνο ψηλὸ κι ὑπερυψωμένο τοποθετεῖται σὲ φάτνη. Ὁ ἀψηλάφητος κι ἀσύνθετος καὶ ἀσύμμικτος καὶ ἀσώματος ἀγκαλιάζεται ἀπὸ ἀνθρώπινα χέρια. Αὐτὸς ποὺ ἔσπασε τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας τυλίγεται μὲ σπάργανα, ἐπειδὴ αὐτὴ εἶναι ἡ θέλησή Του. Γιατί θέλει νὰ μετατρέψει τὴν ἀτιμία σὲ τιμή, νὰ ντύσει τὴν ἀδοξία μὲ δόξα. Νὰ προβάλει ὡς ἐνάρετο ἦθος ἐκεῖνο ποὺ ἀποτελοῦσε ὑπέρτατη προσβολή. Ἔτσι, λοιπόν, ἀναλαμβάνει τὸ δικό μου σῶμα γιὰ νὰ μπορέσω ἐγὼ νὰ ὑποδεχτῶ τὸ Λόγο Του. Καὶ παίρνοντας τὴ σάρκα μου, μοῦ χαρίζει τὸ Πνεῦμα Του, ὥστε μὲ τὴ δοσοληψία αὐτὴ νὰ μοῦ προμηθεύσει τὸ θησαυρὸ τῆς ζωῆς. Παίρνει τὴ σάρκα μου γιὰ νὰ μὲ ἁγιάσει. Μοῦ δίνει τὸ Πνεῦμα Του γιὰ νὰ μὲ ἀπελευθερώσει.

Ἀλλὰ τί νὰ πῶ; Γιὰ ποιὸ πράγμα νὰ μιλήσω; «Ἰδοὺ ἡ Παρθένος ἐν γαστρί ἔξει.» Καὶ ποιὸν γέννησε; Ποιόν; Τὸν κυρίαρχό της φύσης. Ἡ φύση τὸ διακηρύττει. Τὸν γέννησε ὅπως Ἐκεῖνος θέλησε νὰ γεννηθεῖ. Ὁ τρόπος τῆς γέννησης δὲν ἦταν ὁ συνηθισμένος φυσικὸς τρόπος, ἀλλὰ Ἐκεῖνος, ὡς κυρίαρχός της φύσης, ὅρισε ἕναν ἀλλιώτικο τρόπο. Νὰ δείξει ἤθελε πὼς ἀκόμα κι ὅταν γίνεται ἄνθρωπος δὲν γεννιέται ὅπως οἱ ἄνθρωποι, ἀλλὰ καθὼς ἁρμόζει στὸ Θεό. Λοιπόν, προῆλθε ἀπὸ τὴν Παρθένο ποὺ ὑπερνίκησε τοὺς φυσικοὺς νόμους, ποὺ ξεπέρασε τὴν ἀναγκαιότητα τοῦ γάμου. Ὁ ὑπέρτατος ἀρχηγὸς τῆς ἁγιοσύνης ἔπρεπε νὰ ἔρθει στὸν κόσμο μονάχα μέσα ἀπὸ καθαρὸ κι ἅγιο τοκετό. Γιατί Αὐτὸς εἶναι ποὺ τότε ἀπὸ ἄσπιλο χῶμα ἔπλασε τὸν Ἀδὰμ κι ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ χωρὶς συμμετοχὴ γυναίκας, δημιούργησε γυναίκα. Ὅπως, λοιπόν, ὁ Ἀδὰμ χωρὶς τὴν συμμετοχὴ γυναίκας παρήγαγε γυναίκα, ἔτσι καὶ σὰν σήμερα ἡ Παρθένος, χωρὶς τὴν συμμετοχὴ ἄντρα γέννησε ἄντρα. «Γιατί εἶναι ἄνθρωπος», λέει, «καὶ ποιὸς θὰ τὸν ἀναγνωρίσει»; Ἐπειδή, λοιπόν, τὸ γυναικεῖο γένος εἶχε ὑποχρέωση πρὸς τὴν ἀνθρωπότητα, μία καὶ ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ δημιουργήθηκε ἡ γυναίκα χωρὶς συνδρομὴ γυναίκας, γὶ΄ αὐτὸ ἀκριβῶς σὰν σήμερα γέννησε ἡ Παρθένος χωρὶς τὴ συνδρομὴ ἄντρα, γιὰ νὰ ξοφληθεῖ τὸ χρέος τῆς Εὕας πρὸς τοὺς ἄντρες.

Προκειμένου, δηλαδή, νὰ μὴν ὑπερηφανευθεῖ ὅτι μόνος του δημιούργησε τὴ γυναίκα ὁ Ἀδάμ, γὶ΄ αὐτὸ ἀκριβῶς ἡ Παρθένος γέννησε ἄντρα χωρὶς νὰ νυμφευθεῖ, γιὰ νὰ φανεῖ, μὲ τὴν ἀναλογία αὐτὴ τοῦ θαύματος ἡ φυσικὴ ἰσοτιμία τῶν δύο φύλων. Ὅπως, μάλιστα, ὅταν πῆρε ὁ Θεὸς τὴν πλευρὰ τοῦ Ἀδὰμ γιὰ νὰ πλάσει τὴν Εὕα, δὲν τὸν ἄφησε λειψό, ἔτσι καὶ ὅταν ἔπλασε τὸν ἔμψυχο ναὸ Τοῦ ἂπ΄ τὴν Παρθένο, δὲν κατάργησε τὴν παρθενία Της. Ἀκέραιος ἔμεινε ὁ Ἀδὰμ καὶ μετὰ τὴν ἀφαίρεση τῆς πλευρᾶς του. Ἄφθαρτη ἔμεινε κι ἡ Παρθένος μετὰ τὸν τοκετό.

Ὁ Θεὸς δὲν δημιούργησε ναό Του ἀπὸ κάποια ἄλλη ὕλη, οὔτε ἔπλασε ἕνα ἀλλοιώτικο σῶμα γιὰ νὰ περιβληθεῖ, μήπως θεωρηθεῖ ὅτι προσβάλλει τὸ ὑλικὸ ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἦταν πλασμένος ὁ Ἀδάμ. Κι ἐπειδὴ ὁ ἄνθρωπος ἐξαπατημένος ἀπὸ τὸ διάβολο ἔγινε ὄργανό του, γὶ΄ αὐτὸ ἀκριβῶς κι ὁ Θεὸς περιμάζεψε αὐτὸ τὸν ξεπεσμένο ἔμψυχο ναό. Ἔτσι ὥστε νὰ βοηθηθεῖ ὁ ἄνθρωπος κοινωνόντας μὲ τὸ δημιουργό Του καὶ νὰ μπορέσει νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὴ συντροφιὰ τοῦ διαβόλου. Ὅμως καὶ ὅταν γίνεται ἄνθρωπος δὲν γεννιέται ὡς κοινὸς ἄνθρωπος, ἀλλὰ γεννιέται ὡς Θεός. Γιατί ἂν προερχόταν ἀπὸ ἕνα συνηθισμένο γάμο, ὅπως λόγου χάρη ἐγώ, οἱ περισσότεροι δὲν θὰ πίστευαν πὼς εἶναι Θεός. Τώρα ὅμως, γὶ΄ αὐτὸ ἀκριβῶς γεννιέται ἀπὸ Παρθένο. Γὶ΄ αὐτὸ κατὰ τὴν γέννησή Του διατηρεῖ τὴ μήτρα τῆς ἀναλλοίωτη καὶ διαφυλάττει τὴν παρθενία τῆς ἄφθαρτη. Νὰ μὲ ἀναγκάσει ἔτσι θέλει ὁ ἀσυνήθιστος τρόπος τῆς γέννησης, νὰ παραδεχτῶ πέρα γιὰ πέρα τὴν τέλεια θεότητά Του.

Λοιπὸν κι ἂν κάποιος εἰδωλολάτρης, κι ἂν κάποιος Ἑβραῖος μὲ ρωτᾶ πῶς γίνεται ὁ Χριστὸς ἂν καὶ Θεὸς ὡς πρὸς τὴν φύση Του, νὰ ἔχει πάρει σάρκα ἀνθρώπου, θὰ τοῦ ἀπαντήσω μ΄ αὐτὸν τὸν τρόπο. Θὰ τοῦ παρουσιάσω ὡς ἀπόδειξη τοῦ ἰσχυρισμοῦ μου τὴν ἄσπιλη σφραγίδα τῆς παρθενίας. Δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ΄ ναι Θεὸς Αὐτὸς ποὺ νικᾶ τὴ φυσικὴ τάξη. Δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ΄ ναι ὁ πλάστης τῆς μήτρας κι ὁ δημιουργός τῆς παρθενίας Αὐτὸς ποὺ γεννήθηκε μὲ τρόπο ἀμόλυντο καὶ οἰκοδόμησε γιὰ τὸν ἑαυτὸ Του ναό, ἄγνωστο πῶς, ἀλλὰ πάντως μὲ τὸν τρόπο ποὺ Ἐκεῖνος θέλησε...