Περί τῆς Σαμαρείτιδος

samareitis-mikro

 

 

Ἁγίου Γρηγορίου

Ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης τοῦ Παλαμᾶ

 

Ὅλη αὐτή τήν περίοδο πού διανύουμε τώρα, ἐπεκτεινόμενη σέ πενήντα μέρες, ἑορτάζομε τήν ἀπό τούς νεκρούς ἀνάσταση τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτήρα μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ, δεικνύοντας μέ αὐτή τήν παράταση τήν ὑπεροχή τῆς ἀπέναντι στίς ἄλλες ἑορτές.Πραγματικά ὅλοι ὅσοι ἀναστήθηκαν ἀπό τούς νεκρούς, ἀναστήθηκαν ἀπό ἄλλους καί, ἀφοῦ πέθαναν πάλι, ἐπέστρεψαν στή γῆ. Ὁ δέ Χριστός, ἀφοῦἀναστήθηκε ἀπό τούς νεκρούς, δέν κυριεύεται πλέον καθόλου ἀπό τό θάνατο, γιατί δέν ἐπέστρεψε πάλι στή γῆ, ἀλλά ἀνέβηκε στόν οὐρανό, καθιστώντας τό φύραμά μας, πού εἶχε λάβει ὁμόθρονο μέ τό Πατέρα, ὡς ὁμόθεο.Εἶναι ὁ μόνος πού ἔγινε ἀρχή τῆς μελλοντικῆς ἀναστάσεως ὅλων καί πρωτότοκος ἀπό τούς νεκρούς καί πατέρας τοῦ μέλλοντος αἰῶνος.Καί ὅπως ὅλοι, ἁμαρτωλοί καί δίκαιοι, πεθαίνουν στόν Ἀδάμ, ἔτσι στόν Χριστό θά ζωοποιηθοῦν ὅλοι, ἁμαρτωλοί καί δίκαιοι, ἀλλά ὁ καθένας στήν τάξη του. Ὅταν καταργήσει κάθε ἀρχή καί ἐξουσία καί δύναμη, καί θέσει ὅλους τους ἐχθρούς του κάτω ἀπό τά πόδια του, τελευταῖος ἐχθρός πού θά καταργηθεῖ εἶναι ὁ θάνατος, κατά τήν κοινή ἀνάσταση.Ὁ Κύριος, κηρύττοντας τό εὐαγγέλιο τῆς βασιλείας πρίν ἀπό τό πάθος, δεικνύει στούς μαθητές ὅτι ἡἐκλογή τῶν ἀξιῶν τῆς πίστεως δέν θά γίνει μόνο ἀνάμεσα στούς Ἰουδαίους, ἀλλά καί ἀνάμεσα στούς Ἐθνικούς, στήν σημερινή περικοπή τοῦ εὐαγγελίου.Ἔρχεται ὁ Κύριος σέ μία πόλη τῆς Σαμάρειας πού λέγεται Σιχάρ. (Σαμάρεια ὀνομάσθηκε ἡ πόλη πού ἔκτισε τό 880 π.Χ. ὁ βασιλιάς τοῦἸσραήλ, Ἀμβρί, ἔπειτα τό ὅρος Σομόρ, πού ἦταν ἡἀκρόπολή της, καί τέλος ὅλο τό βόρειο βασίλειο τοῦἸσραήλ, πού καταλύθηκε ἀπό τούς Ἀσσυρίους τό 721 π.Χ. καί ὁἡγεμόνας τούς ἐγκατέστησε ἐκεῖἐθνικούς ἀπό πολλά μέρη).Ἐκεῖἦταν ἡ πηγή τοῦἸακώβ, τό πηγάδι πού ἐκεῖνος εἶχε ἀνοίξει. Κουρασμένος ὁ Κύριος ἀπό τήν ὁδοιπορία κάθισε μόνος του δίπλα ἀπό τό πηγάδι καί κάτω, γιατί οἱ μαθητές τοῦ πῆγαν νά ἀγοράσουν τροφές. Ἔρχεται ἐκεῖ μία γυναίκα ἀπό τή Σαμάρεια νά πάρει νερό καί ὁ Κύριος διψώντας, ὡς ἄνθρωπος, τῆς ζήτησε νερό.Αὐτή ἀντελήφθη ἀπό τήν ἐμφάνισή του ὅτι ἦταν Ἰουδαῖος, καί θαύμασε πῶς ἕνας Ἰουδαῖος ζητᾶ νερό ἀπό τήν ἐθνική Σαμαρείτιδα. Ἄν γνώριζες, τῆς εἶπε, τή δωρεά τοῦ Θεοῦ, ποιός εἶναι αὐτός πού σου ζητᾶ νά πιεῖ νερό, ἐσύ θά τοῦ ζητοῦσες, καί θά σού ἔδινε ζωντανό νερό. Ὁ Κύριος ἐπιβεβαίωσε ὅτι ἄν γνώριζε, θά γινόταν μέτοχος πραγματικά ζωντανοῦ νεροῦ, ὅπως ἔπραξε καί ἀπόλαυσε ἀργότερα ὅταν τό ἔμαθε, ἐνῶ τό συνέδριο τῶν Ἰουδαίων, οἱὁποῖοι ἔμαθαν σαφῶς, ἐσταύρωσαν ἔπειτα ὡστόσο τόν Κύριό της δόξης. Δωρεά τοῦ Θεοῦ εἶναι, ἐπειδή θεωρεῖἀγαπητούς ὅλους, ἀκόμα καί τούς μισητούς ἀπό τούς Ἰουδαίους ἐθνικούς, καί προσφέρει τόν ἑαυτό του καί καθιστά τους πιστούς σκεύη δεκτικά της Θεότητός του.Ἡ Σαμαρείτιδα δέν κατάλαβε τό μεγαλεῖο του ζωντανοῦ νεροῦ, ἀπορεῖ ποῦ θά βρεῖ νερό χωρίς κουβά σέ ἕνα βαθύ πηγάδι. Ἔπειτα ἐπιχειρεῖ νά τόν συγκρίνει μέ τόν Ἰακώβ, πού τόν ἀποκαλεῖ πατέρα, ἐξυμνώντας τό γένος ἀπό τόν τόπο, καί ἐξαίρει τό νερό μέ τή σκέψη ὅτι δέν μπορεῖ νά βρεθεῖ καλύτερο. Ὅταν ὅμως ἄκουσε ὅτι τό νερό πού θά σού δώσω θά γίνει πηγή πού τρέχει πρός αἰώνια ζωή, ἄφησε λόγο ψυχῆς πού ποθεῖ, καί ὁδηγεῖται πρός τήν πίστη, καί ζήτησε νά τό λάβει γιά νά μήν ξαναδιψάσει. Ὁ Κύριος, θέλοντας νά ἀποκαλύπτεται λίγο λίγο, τῆς λέγει νά φωνάξει τόν ἄνδρα της, γνωρίζοντάς της πόσους ἄνδρες εἶχε, καί ὅτι αὐτός πού ἔχει τώρα δέν εἶναι δικός της. Ἐκείνη ὅμως δέν στενοχωρεῖται ἀπό τόν ἔλεγχο, ἀλλά ἀμέσως καταλαβαίνει ὅτι ὁ Κύριος εἶναι προφήτης καί τοῦ ζητᾶἐξηγήσεις σέ ὑψηλά ζητήματα.Βλέπετε πόση εἶναι ἡ μακροθυμία καί ἡ φιλομάθεια αὐτῆς τῆς γυναίκας; Πόση συλλογή καί γνώση εἶχε στή διάνοιά της, πόση γνώση τῆς θεόπνευστης Γραφῆς; Καί ἀμέσως τόν ρωτᾶ ποῦ πρέπει νά λατρεύεται σωστά ὁ Θεός, ἐδῶ σ’ αὐτόν τόν τόπο ἤ στά Ἱεροσόλυμα; Καί τότε παίρνει τήν ἀπάντηση, ὅτι ἔρχεται ἡὥρα ὅποτε οὔτε στό ὅρος αὐτό οὔτε στά Ἱεροσόλυμα θά προσκυνῆτε τόν Πατέρα. Τῆς γνωρίζει μάλιστα ὅτι ἡ σωτηρία εἶναι ἀπό τούς Ἰουδαίους, δέν εἶπε θά εἶναι, στό μέλλον, γιατί ἦταν αὐτός ὁἴδιος. Ἔρχεται ὥρα καί εἶναι τώρα, πού οἱἀληθινοί προσκυνητές θά προσκυνοῦν τόν Πατέρα κατά Πνεῦμα καί ἀλήθεια.Γιατί ὁὕψιστος καί προσκυνητός Πατέρας, εἶναι Πατέρας αὐτοαληθείας, δηλαδή τοῦ μονογενοῦς Υἱοῦ καί ἔχει Πνεῦμα ἀληθείας, τό Πνεῦμα τό ἅγιο, καί αὐτοί πού τόν προσκυνοῦν, τό πράττουν ἔτσι διότι ἐνεργοῦνται δί’ αὐτῶν. Ὁ Κύριος ἀπομακρύνει κάθε σωματική ἔννοια τόπο καί προσκύνηση, λέγοντας: Πνεῦμα ὁ Θεός καί αὐτοί πού τόν προσκυνοῦν πρέπει νά τόν προσκυνοῦν κατά Πνεῦμα καί ἀλήθεια. Ὡς πνεῦμα πού εἶναι ὁ Θεός εἶναι ἀσώματος, τό δέ ἀσώματο δέν εὑρίσκεται σέ τόπο οὔτε περιγράφεται μέ τοπικά ὅρια. Ὡς ἀσώματος ὁ Θεός δέν εἶναι πουθενά, ὡς Θεός δέ εἶναι παντοῦ, ὡς συνέχων καί περιέχων τό πᾶν. Παντοῦ εἶναι ὁ Θεός, ὄχι μόνο ἐδῶ στή γῆἀλλά καί ὑπεράνω της γής, Πατήρ ἀσώματος καί κατά τόν χρόνο καί σέ τόπο ἀόριστος.

Βέβαια καί ἡ ψυχή καί ὁἄγγελος εἶναι ἀσώματα, δέν εἶναι ὅμως σέ τόπο, ἀλλά δέν εἶναι καί παντοῦ, γιατί δέν συνέχουν τό σύμπαν ἀλλά αὐτά ἔχουν ἀνάγκη τοῦ συνέχοντος.Ἡ Σαμαρείτιδα, καθώς ἄκουσε ἀπό τόν Χριστό αὐτά τά ἐξαίσια καί θεοπρεπῆ λόγια, ἀναπτερωμένη, μνημονεύει τόν προσδοκώμενο καί ποθούμενο Μεσσία, τόν λεγόμενο Χριστό, πού ὅταν ἔρθει θά μᾶς τά διδάξει ὅλα. Βλέπετε πῶς ἦταν ἐτοιμότατη γιά τήν πίστη; Ἀπό ποῦ θά γνώριζε τοῦτο, ἄν δέν εἶχε μελετήσει τά προφητικά βιβλία μέ πολλή σύνεση; Ἔτσι προλαβαίνει περί τοῦ Χριστοῦὅτι θά διδάξει ὅλη τήν ἀλήθεια. Μόλις τήν εἶδε ὁ Κύριος τόσο θερμή, τῆς λέγει ἀπροκάλυπτα: Ἐγώ εἶμαι ὁ Χριστός, πού σου μιλῶ. Ἐκείνη γίνεται ἀμέσως ἐκλεκτή εὐαγγελίστρια καί ἀφήνοντας τήν ὑδρία καί τό σπίτι τῆς τρέχει καί παρασύρει ὅλους τους Σαμαρεῖτες πρός τόν Χριστό, καί ἀργότερα, μέ τόν ὑπόλοιπο φωτοειδή βίο της (ὡς Ἁγία Φωτεινή), σφραγίζει μέ τό μαρτύριο τήν ἀγάπη της πρός τόν Κύριο.

(Ἀπό τό βιβλίο Πατερικόν Κυριακοδρόμιον)