Γιά τὴν καταγωγὴ καὶ τήν ζωή τοῦ Ἁγίου Φανουρίου δέν ὑπάρχει τίποτε συγκεκριμένο, ἐπειδὴ ὅλα τὰ στοιχεῖα τῆς ζωῆς του χάθηκαν σὲ καιροὺς ἀνωμαλίας. Τα μόνα στοιχεῖα πού ἔχουμε ἀναφορικὰ μὲ τὸν Ἅγιο εἶναι ἡ εὔρεση τῆς εἰκόνας του, γύρω στά 1500 μ.Χ., σύμφωνα μὲ τὰ συναξαρια, ἢ κατ' ἄλλους γύρῳ στά 1355-1369 μ.Χ. Ἄλλοι ὑποστηρίζουν πως ἡ εἰκόνα τοῦ Ἁγίου βρέθηκε στή Ῥόδο καὶ ἄλλοι στήν Κύπρο.
Ἡ εὔρεση τῆς εἰκόνας: Ἐπιστρέφομε στό παρελθόν, ὅταν οἱ Ἀγαρηνοὶ ἐξουσίαζαν τή Ῥόδο καὶ ἀποφάσισαν νά ξαναχτίσουν τὰ τείχη τῆς πόλης, ποὺ βάρβαρα κατέστρεψαν καὶ κατεδάφισαν στόν πόλεμο λίγα χρόνια πρίν. Ἄρχισαν λοιπὸν να στέλλουν ἐργάτες ἔξω ἀπ' τὸ νότιο μέρος τοῦ φρουρίου καὶ να μαζεύουν πέτρες ἀπ' τὰ μισογκρεμισμένα σπιτια τῶν κατοίκων, γιά νά ξαναφτιάξουν τὰ νέα καὶ ἰσχυρὰ τείχη τῆς πόλης τους. Ξαφνικὰ μέσα στά χαλάσματα βρήκαν μιά ὡραιότατη, ἀλλὰ μισοχαλασμένη στή μιά πλευρὰ ἐκκλησίᾳ κι ἐκεῖ μέσα βρήκαν ἕνα σωρὸ εἰκόνες, ποὺ ἀπ' τὴν πολυκαιρία δέν ξεχωριζαν τὶς μορφὲς τῶν Ἁγίων καθὼς καὶ τὰ γράμματα, ποὺ εἴχανε ἐπάνω τους. Μιά μόνο καταπληκτική εἰκόνα ξεχώριζε ἀπ' ὄλες, ποὺ ὁ χρόνος δεν τὴν ἄγγιξε καὶ παρίστανε ἕνα νέο ντυμένο σὰν στρατιώτης. Ὁ Μητροπολίτης τῆς Ῥόδου Νεῖλος ἔτρεξε ἀμέσως ἐπὶ τόπου καὶ διάβασε καθαρὰ τὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου, ποὺ λεγόταν Φανούριος. Συγκινημένος ὁ Σεβασμιώτατος, για τῇ φανέρωση τοῦ Ἁγίου, παρατήρησε, πὼς ἦταν ντυμένος σὰν Ῥωμαῖος στρατιωτικός, κρατώντας στό ἀριστερὸ χέρι του ἕνα σταυρὸ καὶ στό δεξιὸ μιά ἀναμμένη λαμπάδα. Ὁ ἀγιογράφος ἄκομα ὁλόγυρα τῆς εἰκόνας ζωγράφισε σὲ δώδεκα παραστάσεις τὰ μαρτύρια, ποὺ ὑπόφερε ὁ Ἅγιος καί, ποὺ ἐξιστοροῦν ὁλοφάνερα τὴν ὅλη ζωὴ του.
Οἱ παραστάσεις αὐτὲς εἶναι οἱ ἀκόλουθες:
Α΄. Ο Ἅγιος παρουσιάζεται ὄρθιος μπροστὰ στό Ῥωμαῖο ἀνακριτή του καὶ φαίνεται ν' ἀπολογεῖται μὲ θάρρος καὶ νά ὑπερασπίζει τὴν χριστιανικὴ πιστὴ του.
Β΄. Οἱ στρατιῶτες ἐδῶ ἐπεμβαίνουν καὶ χτυποῦν μὲ πέτρες στό κεφάλι καὶ στό στόμα τὸν Φανούριο, γιά ν' ἀναγκασθεῖ νά ὑποκύψει καὶ ν' ἀρνηθεῖ τὸν Κύριο.
Γ΄. Οι στρατιῶτες ἔχουν ἐξαγριωθεῖ πιὰ ἀπ' τὴν ἐπιμονὴ τοῦ Φανουρίου, γι' αὐτὸ τὸν ἔριξαν κάτω καὶ τὸν χτυποῦν τώρα ἄγρια μὲ ξύλα καὶ ῥόπαλα, γιά νά κάμψουν τὸ ἀκμαῖο ἠθικὸ του.
Δ΄. Ο Φανούριος εἶναι στή φυλακὴ κι ἐκεῖ βασανίζεται μὲ ἀποτρόπαιο τρόπο. Φαί νεται ἐντελῶς γυμνὸς κι οἱ στρατιῶτες ὁλογυρα τοῦ ξεσχίζουν τίς σάρκες του μὲ αἰχμηρὰ σιδερένια ἐργαλεῖα. Ὁ Ἅγιος ὑπομένει ἀγόγγυστα τὸ τρομερὸ μαρτύριό του.
Ε΄. Ὁ Φανούριος βρίσκεται καὶ πάλι στή φυλακὴ καὶ προσεύχεται στόν Θεό, γιά νά τὸν ἐνισχύσει ν' ἀντέξει μέχρι τέλους τὰ βασανιστήρια.
ΣΤ΄. Ὁ Ἅγιος παρουσιάζεται καὶ πάλιν μπροστὰ στόν Ῥωμαῖο ἀνακριτή γιά ν' ἀπολογηθεῖ γιά τή στάσῃ του. Ἀπ' τὴν ἀτάραχη ἔκφραση τοῦ προσώπου του φαίνεται, πὼς οὔτε τὰ βασανιστήριά πού ὑπόφερε, οὔτε οἱ μελλοντικὲς ἀπειλὲς τοῦ τυράννου τοῦ ἐκλόνισαν τὴν πίστη καὶ ἔτσι ἀπτόητος περιμένει ἀκόμη χειρότερα μαρτύρια.
Ζ΄. Οι δήμιοι τοῦ Φανουρίου μὲ μανία καὶ σκληρότητα καίουν μὲ ἀναμμένες λαμπάδες τὸ ὁλόγυμνο σῶμα του, ποὺ φαίνεται ἔτσι ἡ ἀνυπερβλήτη θυσία τοῦ γιά τὸν Ἐσταυρωμένο. Ὁ Ἅγιος νικᾷ καὶ πάλιν μὲ τὴν ἀδάμαστη θελήσῃ καὶ καρτερία του στόν Κυριο.
Η΄. Ἐδῶ οἱ ἄγριοι βασανιστὲς του χρησιμοποιοῦν καὶ μηχανικὰ μέσα γιά νά φθάσουν στό κορύφωμα τοῦ μαρτυρίου του. Ἔχουν δέσει τὸν Ἅγιο πάνω σ' ἕνα μάγκανο κι αὐτὸ σὰν περιστρέφεται, τοῦ συντρίβει τὰ κόκκαλα. Ὑποφέρει ἐκεῖνος ἀγόγγυστα ἀλλὰ στό ὡραῖο πρόσωπό του εἶναι ζωγραφισμένη ἀνεκφράστη ἀγαλλίαση, γιατὶ ὑποφέρει γιά χάρη τοῦ Κυρίου.
Θ΄. Ὁ Φανούριος ῥίπτεται σ' ἔνα λάκκο, γιά νά γίνει βορὰ ἀγρίων θηρίων κι οἱ δήμιοί του ἀπὸ πάνω παρακολουθοῦν νά δοῦνε τὸ τέλος του. Τὰ θηρία ὅμως ἔχουν κυριολεκτικὰ ἐξημερωθεῖ ἀπ' τή χαρῇ τοῦ Θεοῦ, γι' αὐτὸ τὸν περιτριγυρίζουν ἥσυχα σὰν ἀρνάκια καὶ ἀπολαμβάνουν θαυμάσια τή συντροφιὰ του.
Ι΄. Οἱ δήμιοί του δέν ἰκανοποιοῦνται ἀπ' τὸ προηγούμενο ἀποτέλεσμα κι ἔτσι τὸν βγάζουν ἀπ' τὸν λάκκο καὶ τὸν καταπλακώνουν μ' ἕνα μεγάλο λίθο, βέβαιοι πιά πώς θὰ τὸν ἀποτελειώσουν. Τίποτε ὅμως δέν πετυχαίνουνε κι αὐτὴ τή φορά.
ΙΑ΄. Ἡ σκηνὴ παρουσιάζει τὸν Ἅγιο μπροστὰ σὲ βωμό, ὅπου οἱ δήμιοί του τὸν προτρέπουν νά θυσιάσει, βάζοντας στίς παλάμες του ἀναμμένα κάρβουνα. Ὁ Φανούριος βγαίνει καὶ ἀπ' αὐτὴ τήν δοκιμασίᾳ νικητὴς καὶ αὐτὸ διακρίνεται ἀπὸ ἕνα διάβολο, ποὺ ἔχει τή μορφή δράκου, ποὺ πετὰ στόν ἀέρα καὶ κλαίει γιά τὴν ἀποτυχία του.
ΙΒ΄. Ἡ τελευταία σκηνὴ εἶναι τὸ τέλος τοῦ μαρτυρίου του, μὲ τὸν Φανούριο ῥιγμένο σ' ἕνα μεγάλο καμίνι νά στέκεται ὄρθιος πάνω σ' ἕνα σκαμνὶ καὶ νά τὸν περιζώνουν φλόγες καὶ καπνοί. Ὁ Ἅγιος φαίνεται νά προσεύχεται ἀδιάκοπα στόν Θεό, χωρὶς νά ἐκφράζει κανένα παράπονο ἢ γογγυσμὸ κι ἔτσι ἄκαμπτος κι ἀνυποχώρητος πέταξε στά οὐράνια, γεμάτος ἰκανοποίηση γιά ὅσα βάσανα ὑπόφερε γιά χάρη τοῦ Κυρίου.
Τὸ χτίσιμο τοῦ Ναοῦ
Ὁ Μητροπολίτης τότε τοῦ νησιοῦ, ὁ Νείλος, ὅταν μελέτησε ἐπιστάμενα τὴν εἰκόνα πού βρέθηκε, ἀποφάνθηκε, πὼς ὁ Φανούριος ἦταν ἕνας ἀπ' τοὺς σπουδαιοτερους Μεγαλομάρτυρες τῆς Πίστεώς μας. Ἀμέσως ἔστειλε ἀντιπροσωπεία στόν ἠγεμόνα τοῦ νησιοῦ καὶ τὸν παρακαλοῦσε νά τοῦ δώσει ἄδεια γιά ν' ἀνακαινίσει τὴν ἐκκλησία. Ὅταν ὅμως ὁ ἡγεμόνας ἀρνήθηκε, τότε ὁ Μητροπολίτης μετέβη ὁ ἴδιος προσωπικὰ στήν Κωνσταντινούπολη καὶ κατόρθωσε να ἐξασφαλίσει ἀπ' τὸν Σουλτάνο τὴν ἄδειά πού ζητοῦσε. Ἐπέστρεψε σύντομα στῇ Ῥόδο κι ἀναστήλωσε τὸ Ναὸ ἀκριβῶς στήν παλιὰ θέση του, ἔξω ἀπὸ τὰ τείχη του. Ὁ Ναὸς σῴζεται ὡς σήμερα καὶ ἀποτελεῖ ἀπὸ τότε ἱερὸ προσκύνημα ὅλων τῶν Χριστιανῶν.
Ἡ πίτα τοῦ Ἁγίου Φανουρίου
Ἡ μεγάλη τιμή που τρέφουν οἱ χριστιανοὶ στόν Ἅγιο Φανούριο, ἔγινε αἰτία νά δημιουργηθεῖ στό λαὸ τὸ παραδοσιακὸ ἐθιμο τῆς πίττας τοῦ Ἁγίου ἢ καλύτερα τῆς φανουρόπιτας. Ἡ πίτα συνήθως εἶναι μικρὴ καὶ στρογγυλὴ καὶ γίνεται ἀπὸ καθαρὸ ἀλεύρι, ζαχαρη, κανέλλα, λάδι κι ἀφοῦ ὅλα αὐτὰ τὰ ὑλικὰ ἀνακατευθοῦν, ζυμώνονται, μπαίνουν σὲ στρογγυλὴ φόρμα καὶ ἡ πίττα ψήνεται σὲ μέτρια θερμοκρασία στό φοῦρνο. Ἡ πίτα γίνεται για να φανερώσει ὁ Άγιος σὲ κάποιον ἕνα χαμένο ἀντικείμενο, καποια δουλεία ἂν ἔνας εἶναι ἀεργός, κάποια χαμένη ὑπόθεση, τὴν ὑγεία σὲ κάποιο ἀρρωστο καὶ ἄλλα παρόμοια. Ἡ Ἐκκλησία μας γιορτάζει τή μνήμῃ του στίς 27 Αὐγούστου.
ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ
Ἦχος δ΄. Βασίλειον διάδημα
Οὐράνιον ἐφύμνιον ἐν γῇ τελεῖται λαμπρῶς, ἐπίγειον πανήγυριν νῦν ἑορτάζει φαιδρὼς Ἀγγέλων πολίτευμα, ἄνωθεν ὑμνῳδίαις, εὐφημούσι τοὺς ἄθλους, κάτωθεν Ἐκκλησία τὴν οὐράνιον δόξαν. ἥν εὗρες πόνοις καὶ ἄθλοις τοῖς σοῖς, Φανούριε ἔνδοξε.
ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ
Ἦχος γ΄. Ἡ Παρθένος σήμερον
Ἱερεῖς διέσωσας αἰχμαλωσίας ἀθέου καὶ δεσμὰ συνέθλασας δυνάμει Θείᾳ, Θέοφρον, ᾔσχυνας τυράννων θράση γενναιοφρόνως, ηὔφρανας Ἀγγέλων τάξεις Μεγαλομάρτυς, διὰ τοῦτο σὲ τιμῶμεν, θεῖε ὁπλῖτα, Φανούριε ἔνδοξε.
ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ
Τοὺς ἀσπαζομένους τὴν σὴν σεπτὴν εἰκόνα ἐν πίστει καὶ αἰτοῦντας σὴν ἀρωγήν, Μάρτυς, κληρονόμους τῆς Θείας Βασιλείας, Φανούριε, λιταῖς σου πάντας ἀνάδειξον.