«ΘΑΝΑΤΟΥ ΕΟΡΤΑΖΟΜΕΝ ΝΕΚΡΩΣΙΝ, ΑΔΟΥ ΤΗΝ ΚΑΘΑΙΡΕΣΙΝ»!

 

                                                      ΛΑΜΠΡΟY Κ. ΣΚΟΝΤΖΟY Θεολόγου - Καθηγητή

    226316 eisagogi 007Τό ἅγιο Πάσχα ἀποτελεῖ τήν κορωνίδα τοῦ ὀρθοδόξου ἑορτολογίου. Εἶναι, κατά τόν ἱερό ὑμνογράφο τῆς ἀναστάσεως, ἡ «ἑορτή τῶν ἑορτῶν καί ἡ πανήγυρις τῶν πανηγύρεων». Ἡ σημασία τῆς μεγάλης ἑορτῆς ὀφείλεται στό ὅτι ἐκφράζει τό πέρας καί τόν τελικό θρίαμβο τῆς ἐπιτυχίας τοῦ ἐπί γῆς ἀπολυτρωτικοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ. Ἑορτάζεται πανηγυρικότατα ἡ νίκη τοῦ Ἀγαθοῦ κατά τοῦ Κακοῦ, ἡ ἐπικράτηση τοῦ φωτός στό νοητό σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας καί τῆς φθορᾶς, ἡ κατάργηση τοῦ ’δη καί πάνω ἀπ' ὅλα ἡ ἀναίρεση τοῦ θανάτου, τοῦ χειρότερου ἐχθροῦ μας! Ἡ εἴσοδος τοῦ κακοῦ στόν κόσμο μαζί μέ τά ἄλλα μύρια κακά, ἔφερε καί τόν θάνατο, ὡς τήν φυσική κατάληξη μίας ἀφάνταστα μαρτυρικῆς ζωῆς. Ὁ πικρός ’δης ὑπῆρξε ὁ τόπος κατάληξης ὅλων τῶν ἀνθρωπίνων ψυχῶν. Ἡ ἔννοια τῆς ἀθανασίας, ὡς τό σπουδαιότερο ἀρχέγονο δῶρο τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο, ἔμεινε ὡς μία μακρινή Ἡ λαχτάρα γιά τήν νίκη τοῦ θανάτου ἐκφράστηκε ποικιλότροπα μέσα στίς ἀνάμνηση στήν ἀνθρώπινη σκέψη καί ὡς μία ἀμυδρή προσδοκία ἀνάκτησής της στό μέλλον.   Οἱ προφῆτες καί οἱ συγγραφεῖς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὡς ὄργανα τοῦ Θεοῦ γιά τήν προετοιμασία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους γιά τήν ἐν Χριστῷ σωτηρία, προεῖδαν πιό καθαρά τήν μελλοντική νίκη τῆς ζωῆς κατά τοῦ θανάτου. Ὁ Ἴδιος ὁ Θεός θά δοκιμάσει τό πικρό ποτήρι τοῦ θανάτου καί θά νικήσει τόν ἄδη, θά τόν συλήσει ἀπό τούς ἀπ' αἰῶνος δεσμίους του νεκρούς καί θά κλείσει ὁριστικά τό δρόμο τοῦ θανάτου γιά τούς πιστούς Του. Ὁ μοναδικός ζωντανός Θεός εἶναι ὁ Ἴδιος ἡ ζωή καί ἡ πηγή τῆς ζωῆς σέ ὅλα τά ὄντα. Αὐτός «θανατοί καί ζωογονεῖ, κατάγει εἰς ἅδου καί ἀνάγει» (Α΄ Βασιλ.2,6). Ὁ Ἠλίας καί ὁ Ἐλισαῖος ἀνασταίνουν νεκρούς στό ὄνομα τοῦ Κυρίου (Γ΄ Βασιλ.17,23, Δ΄ Βασιλ.4,33). Ὁ προφήτης Ὠσηέ, προβλέποντας τήν εἰς ἅδου κάθοδον τοῦ Μεσσία, τήν ἐκ νεκρῶν ἀνάστασή Του καί τήν συντριβή τοῦ θανάτου διακηρύσσει στούς ἄπιστους συμπατριῶτες τοῦ «Πορευθῶμεν καί ἐπιστρέψωμεν πρός Κύριον! ... Ὑγιάσει ἠμᾶς μετά δύο ἡμέρας, ἐν τή τρίτη ἡμέρα ἑξαναστηθώμεθα καί ζησόμεθα ἐνώπιον αὐτοῦ» (Ὠσηέ 6,1) καί γι' αὐτό σκιρτώντας ἀπό ἄκρατο ἐνθουσιασμό φωνάζει νά τό ἀκούσουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Ποῦ σου ἡ δίκη σου, θάνατε, ποῦ τό κέντρον σου ἅδη;» (Ὠσηέ 13,14). 

Στό θεανδρικό πρόσωπο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ βρῆκε τό ἀνθρώπινο γένος τόν πραγματικό λυτρωτή του. Αὐτός, ὡς ὁ σαρκωμένος Θεός, ὑλοποίησε τό θεῖο σχέδιο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου. Πέτυχε τή σωτηρία μας ὡς διδάσκαλος, ὡς ἱερεύς καί ὡς βασιλεύς. Δίδαξε πρωτόγνωρη διδασκαλία, ἀποκάλυψε τά μυστήρια τοῦ Θεοῦ καί ἔδωσε νέο τρόπο ζωῆς στούς ἀνθρώπους. Ἱερούργησε τήν πιό ἀποτελεσματική θυσία ὅλων τῶν ἐποχῶν, μέ ἱερεῖο ἄμωμο τόν ἴδιο Του τόν ἑαυτό, πάνω στόν φρικτό Γολγοθά καί πέτυχε τήν περιπόθητη καταλλαγή τοῦ ἀνθρώπου μέ τό Θεό. «Ὁ δέ Θεός πλούσιος ὧν ἐν ἐλέει, διά τήν πολλήν ἀγάπην αὐτοῦ ἤν ἠγάπησεν ἠμᾶς καί ὄντας ἠμᾶς νεκρούς τοῖς παραπτώμασι συνεζωοποίησε τῷ Χριστῷ... καί συνήγειρε καί συνεκάθησεν ἐν τοῖς ἐπουρανίοις» (Ἐφ.2,4-6). Τέλος ὡς θριαμβευτικός νικητής, νίκησε τίς ἀντιθέες δυνάμεις καί τό κακό, νίκησε τό θάνατο καί ἀνέστη ἀπό τούς νεκρούς, ἀνελήφθη στούς οὐρανούς καί κάθισε στά δεξιά τοῦ Θεοῦ, συνεχίζοντας τό ἀπόλυτο καί ἀναντικατάστατο μεσιτικό Του ἔργο. Ἀποτέλεσμα: «Νυνί δέ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ ὑμεῖς οἱ ποτέ ὄντες μακράν ἐγγύς ἐγενήθητε ἐν τῷ αἵματι τοῦ Χριστοῦ. Αὐτός γάρ ἐστιν ἡ εἰρήνη ἠμῶν, ὁ ποιήσας τά ἀμφότερα ἐν καί τό μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ λύσας, τήν ἔχθραν, ἐν τή σαρκί αὐτοῦ τόν κόσμον τῶν ἐντολῶν ἐν δογμασι καταργήσας, ἴνα τούς δύο κτίση ἐν ἐαυτῶ εἰς ἕνα καινόν ἄνθρωπον ποιῶν εἰρήνην» (Ἐφ.2,13-15). 

Ὁ Ἰησοῦς Χριστός διακήρυξε: «Ἐγώ εἰμί ἡ ἀνάστασις καί ἡ ζωή, ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ κάν ἀποθάνη ζήσεται» (Ἰωάν.11,25). Αὐτός εἶναι ὁ μόνος, ὁ Ὁποῖος μπορεῖ νά νικήσει τόν θάνατο. Μέ τήν λαμπροφόρο Ἀνάστασή Του πραγματοποίησε αὐτή τήν λαμπρή νίκη, ἀνάστησε τό σῶμα Του καί μαζί ὁλόκληρη τήν ἀνθρώπινη φύση., δηλαδή ὅλα τά ἀνθρώπινα πρόσωπα ὅλων τῶν ἐποχῶν, ὡς κύτταρα τοῦ σώματός Του. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ κάθε ἄνθρωπος εἶναι ἤδη ἀναστημένος δυνητικά ἀπό τήν ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου. Εἶναι μία δυνητική κατάσταση τήν ὁποία μπορεῖ νά ἀποδεχτεῖ καί νά ἀξιοποιήσει ὁ κάθε ἄνθρωπος. Ὁ βιολογικός θάνατος, ὡς προσωρινή κατάσταση, δέν αἴρει τό γεγονός τῆς ἀναστάσεως καί τῆς αἰώνιας ζωῆς, διότι «ἔρχεται ὥρα καί νῦν ἐστιν, ὅτι οἱ νεκροί ἀκούσουσι τῆς φωνῆς τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καί οἱ ἀκούσαντες ζήσονται» (Ἰωάν.5,25). «Ὁ ἐγείρας τόν Χριστόν ἐκ νεκρῶν ζωοποιήσει καί τά θνητά σώματα ὑμῶν διά τό ἐνοικοῦν αὐτοῦ Πνεῦμα ἐν ὑμῖν» (Ρώμ.8:11). Αὐτή εἶναι (πρέπει νά εἶναι) ἡ μόνιμη χαρά στίς ψυχές τῶν πιστῶν του Χριστοῦ, διότι ἔχουμε τή βεβαιότητα, ὅτι χάρις στήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας, «μεταβεβήκαμεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τήν ζωήν» (1 Ἰωάν.3,14) καί « Πᾶς ὁ ζῶν καί πιστεύων εἰς ἐμέ οὐ μή ἀποθάνη εἰς τόν αἰώνα» (Ἰωάν.11,26).

Ἁπτά παραδείγματα τῆς ἀναστάσεώς μας εἶναι οἱ θαυμαστές νεκραναστάσεις πού ἔκανε ὁ Κύριος κατά τήν ἐπί τῆς γής παρουσίας Του. Οἱ ἀναστάσεις τῆς κόρης τοῦ Ἰαείρου (Μάρκ.5,21-42, τοῦ γιοῦ τῆς χείρας στή Ναϊν (Λούκ.7,11-17), τοῦ Λαζάρου (Ἰωάν.11,1-44). Ἐπίσης ἡ ἀνάσταση τῶν «κεκοιμημένων ἁγίων» (Μάτθ.27,52), κατά τήν ἡμέρα τῆς Σταυρώσεως τοῦ Κυρίου, εἶναι οἱ προάγγελοι καί τῆς δικῆς μας ἀναστάσεως. 

Ἡ λαμπροφόρος Ἀνάσταση τοῦ Σωτῆρος μας σημαίνει ἀκόμα καί τήν ὀντολογική ἀλλαγή τοῦ κόσμου. Ὁ παλαιός πτωτικός κόσμος τῆς φθορᾶς ἄλλαξε κυριολεκτικά σύσταση, διότι μέ τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου νικήθηκαν οἱ ἀντιθέες δυνάμεις καί ἀπαλλάχτηκε ἀπό τό κράτος τοῦ διαβόλου. Χάρη στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ξαναβρῆκε ὁ κόσμος τήν πραγματική του θέση μέσα στή θεία δημιουργία. Τή φθορά, πού δημιούργησε ἡ πτώση, διαδέχτηκε ἡ ἀφθαρσία. Ὁ πιστός ἄνθρωπος δέν ζεῖ πλέον γιά νά πεθάνει, ἀλλά ζεῖ γιά νά μεταβεῖ στήν αἰωνιότητα καί νά συμβασιλεύει αἰώνια μέ τόν Χριστό. 

Τό μέγα καί ἀνεπανάληπτο γεγονός τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου εἶναι γιά τούς πιστούς Του μία διαρκῆς χαρά καί ἀτέλειωτη αἰσιοδοξία. Ἡ Ὀρθοδοξία μας ζεῖ ἀκατάπαυτα τήν ἑορτή τοῦ Πάσχα. Κάποιοι ἑτερόδοξοι μελετητές ἀποκάλεσαν τήν Ὀρθόδοξη Καθολική Ἐκκλησία μας ὡς τήν Ἐκκλησία τῆς Ἀναστάσεως, διότι κάθε Κυριακή εἶναι γιά μᾶς Πάσχα! Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἔγιναν οἱ διαπρύσιοι κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου στά ἔθνη χάρις στήν ἐμπειρία τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Τά νέφη τῶν Μαρτύρων θυσίασαν τήν πολύτιμη ζωή τούς χάρις στήν βεβαιότητα τῆς Ἀναστάσεως. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς ζοῦσαν τό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως ὡς μία ἀτέρμονη προσωπική συγκλονιστική ἐμπειρία. 

Αὐτήν ἀκριβῶς τήν ἀναστάσιμη χαρά καί αἰσιοδοξία θέλει ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία νά μεταδώσει καί σέ μᾶς σήμερα. Μᾶς καλεῖ νά ἀποβάλλουμε τό ἄγχος τῆς καθημερινότητας καί κυρίως τό φόβο τοῦ θανάτου καί νά διαποτίσουμε τήν ὕπαρξή μας μέ τήν μακάρια ἐλπίδα καί τῆς δικῆς μας ἀνάστασης, τῆς ὁποίας τεκμήριο καί ἀπαρχή ὑπῆρξε ἡ Ζωηφόρος Ἀνάσταση τοῦ Λυτρωτῆ μᾶς Χριστοῦ.


Εκτύπωση   Email