ΓΟΝΕΙΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΑ ΣΤΗΝ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

 

(ἀπὸ τὴν πρὸς Ἐφεσίους ἐπιστολὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου)

 Τί διδάσκει ἡ ἁγία Γραφὴ γιά τὶς σχέσεις γονέων καὶ παιδιῶν;

  Τί μᾶς λεγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στήν πρὸς Ἐφεσίους ἐπιστολή του; (6,1-4)

 Ἡ ἀντιστοιχη ἑρμηνεία τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου στήν

πρὸς Ἐφεσίους  (Ε.Π.Ε. 21,246-269).

ImageHandler«Τὰ τέκνα ὑπακούετε τοῖς γονεῦσιν ὑμῶν». Ὅπως ἀκριβῶς αὐτός, ποὺ κάνει ἕνα ἄγαλμα, σχηματίζει πρῶτα τὸ κεφάλι, μετὰ τὸν αὐχένα, τὸν θώρακα, τὴν κοιλία, τὰ πόδια, ἔτσι καὶ ὁ Παῦλος προχωρεῖ ἀπό τίς σχέσεις ἀνδρός-γυναικός, στίς σχέσεις γονέων-παιδιῶν γιά νά ὁλοκληρώσει τῇ διδασκαλίᾳ του πάνω στό θέμα τῆς οἰκογένειας. Ἡ ὑπακοὴ τῶν παιδιῶν στούς γονεῖς τους εἶναι κάτι πού τὸ συνιστᾶ καὶ ἡ φύσῃ καὶ ἡ κοινωνία καὶ ὁ Θεός. Τά παιδιὰ εἶναι μικρά, ἄπειρα, ἀνεκπαίδευτα καὶ χρήζουν προστασίας, ἐκπαιδεύσεως, κοινωνικοποιήσεως, ἀναπτύξεως τῶν φυσικῶν καὶ πνευματικῶν ἀρετῶν τους. Μόνο ἂν ὑπακούουν καὶ δέχονται τὴν ἐπίβλεψη καὶ τὴν κηδεμονία τῶν γονέων τους θὰ ἀπολαύσουν τὰ ὅσα ἀναφέραμε. Ἀλλὰ ἐκτὸς ἀπὸ αὐτά πού ἀναφέραμε εἶναι θέμα θελήματος τοῦ Θεοῦ νά σέβονται καὶ ν’ ἀγαποῦν τοὺς γονεῖς τους. Ὁ δεκάλογος τοῦ Μωυσέως, μὲ τὴν πέμπτη του ἐντολή, λαμβάνε εἰδικὴ καὶ ξεχωριστὴ μέριμνα για τὸ θέμα αὐτό. «Τίμα τὸ πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου, ἵνα εὖ σοι γένηται, καὶ ἵνα μακροχρόνιος γένῃ ἐπὶ τῆς γῆς τῆς ἀγαθῆς, ἧς Κύριος ὁ Θεός σου δίδωσι σοί» (Ἔξοδ. 20,12).

            «Ἐν Κυρίῳ». Νά ὑπακοῦτε ὅπως θέλει ὁ Κύριος ἀλλὰ κι ὅταν οἱ ἀπαιτήσεις τῶν γονέων σας εἶναι μέσα στά πλαίσια τῶν ἐντολῶν καὶ τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Δέν ἔχετε ὑποχρέωση νά τοὺς ὑπακοῦτε, ἐὰν σᾶς ζητοῦν κάτι ἁμαρτωλὸ ἢ κάτι πού ἀντίκειται στίς ὑποχρεώσεις σας πρὸς τὸ Θεό. Δέν μποροῦν οἱ γονεῖς νά ζητήσουν ἀπὸ τὸ παιδὶ νά μὴ γίνει ἱερεὺς ἢ μοναχὸς π.χ.. Δέν μποροῦν νά ζητοῦν ἀπὸ τὸ παιδὶ τους  ν’ ἀγαπᾷ τὸ Θεὸ μετὰ ἀπ’ αὐτοὺς καὶ στό βαθμό πού αὐτοὶ ἐπιτρέπουν.

               «Τοῦτο γάρ ἐστι δίκαιον». Καὶ ἀπὸ τή φύση καὶ ἀπὸ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ θεωρεῖται πρέπον καὶ ἁρμόζον τὰ παιδιὰ νά ὑπακοῦν τοὺς γονεῖς. Ἀλλὰ καὶ κατὰ λογικὴ ἀκολουθία καὶ ἀνάγκη πρέπει ν’ ἀγαπᾶμε τοὺς γεννήτορες μας, ποὺ μᾶς ἀγαποῦν, μας φροντίζουν καὶ μᾶς προστατεύουν. Ἡ ὑπακοὴ εἶναι ἡ ἐλαχίστη ἀντιπροσφορὰ στή μαρτυρικὴ ἀγάπη τῶν γονέων.

            «Τίμα τὸ πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου, ἥτις ἐστὶν ἐντολὴ πρώτη ἐν ἐπαγγελίᾳ». Εἶναι πρώτη στή σειρὰ τῶν ἐντολῶν πού σχετίζονται μὲ τὰ καθήκοντα πρὸς τοὺς ἄλλους, ἀλλὰ καὶ πρώτη πού συνοδεύεται μὲ ὑπόσχεση ἀνταμοιβῆς. Στίς ἄλλες ἐντολὲς δέν ὑπάρχει ἀνταμοιβή, καθόσον ἀπαγορεύουν τὸ κακὸ καὶ προστάσσουν ν’ ἀπομακρυνόμεθα ἀπ’ αὐτό. Στίς ἐντολὲς ὅμως που προστάσσουν νά κάνουμε τὸ καλὸ ὑπάρχει καὶ ἡ ἀνταμοιβή. Π.χ. «ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδὲν ἀπελπίζοντες, καὶ ἔσται ὁ μισθὸς ὑμῶν πολύς, καὶ ἔσεσθε υἱοὶ ὑψίστου» (Λουκ. 6,35). Ἀλλὰ εἶναι «πρώτη ἐντολή» καὶ μὲ μία ἅλλῃ ἔννοια∙ οἱ γονεῖς, οἱ πρῶτοι μετὰ Θεὸ αἴτιοι τῆς ὑπάρξεως μας, πρέπει πρῶτοι ν’ ἀπολαύσουν τίς εὐεργεσίες μας. Προηγοῦνται τῶν ἄλλων ἀναγκαστικὰ καὶ ὑποχρεωτικά. Στην Ἅ΄ Τιμ. 5,8 λέγει: «εἰ δέ τις τῶν ἰδίων καὶ μάλιστα τῶν οἰκείων οὐ προνοεῖ, τὴν πίστιν ἤρνηται καί ἐστιν ἀπίστου χείρων». Χειρότερος καὶ ἀπὸ τὸν ἄπιστο εἶναι αὐτός πού δέν ἐνδιαφέρεται καὶ δέν φροντίζει για τοὺς δικοὺς του!

            «Ἵνα εὖ σοι γένηται καὶ ἔση μακροχρόνιος ἐπὶ τῆς γῆς». Δέν μιλᾶ ἐδῶ ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ γιά τὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν καὶ γιά τὶς μεταθανάτιες ἀνταποδόσεις. Ἀπευθύνεται σὲ μικρὲς καὶ ἀνώριμες ψυχές, ποὺ δέν μποροῦν ἀκόμα νά ἐξαρθοῦν σὲ ὑψηλὰ πνευματικὰ καὶ θεολογικὰ μέτρα. Ἐξ ἅλλου εἶναι καὶ στό πνεῦμα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης νά τονίζει τὴν ἐγκόσμιο καὶ ἐπίγειο εὐημερία καὶ εὐτυχία. Ἡ πρόοδος καὶ ἡ ἐπιτυχία στούς ὑλικοὺς στόχους, ποὺ ἔχει ἕνα παιδί, καὶ ἡ ἐπιθυμία νά ζήσει πολλὰ χρόνια εἶναι κάτι πού καὶ τὸ κατανοεῖ καὶ τὸ ἰκανοποιεῖ. Ἴσως ῥωτήσει κάποιος, «ἂν ἔτσι ἔχει ἡ ἐξηγήσῃ γιατί, ἀφοῦ δέν ἀναφέρει τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ, ἀναφέρει τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ;». Διότι τὴν ὑπάρξῃ τοῦ Θεοῦ δέν τὴν ἀγνοεῖ τὸ παιδί. Εἶναι ἡ ἀλφαβήτα τῆς θεολογικῆς γνώσεως καὶ πίστεως. Ἁπλῶς τὴν ὑπάρξῃ τοῦ Θεοῦ τὴν συνδέει μὲ ὑλικὲς ἀπολαβὲς καθότι ἀνώριμο.

            «Καὶ οἱ πατέρες μὴ παροργίζετε τὰ τέκνα ὑμῶν, ἀλλ’ ἐκτρέφετε αὐτὰ ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσία Κυρίου». Δέν λέγει νά τὰ ἀγαπᾶτε, διότι αὐτὸ τὸ προκαλεῖ ἡ φύσῃ καὶ χωρὶς νά τὸ θέλουν. Μόνο ἐντελῶς ἀχρεῖοι γονεῖς καὶ ἀνθρωπόμορφα τέρατα καταπνίγουν ἐνίοτε τὸ ἔνστικτο τῆς στοργῆς καὶ τῆς κηδεμονίας. Στούς συνήθεις καὶ φυσιολογικοὺς γονεῖς δέν χρειάζεται καμμία συστάσῃ γιά ν’ ἀγαποῦν τὰ παιδιὰ τους.

Ὅπως καὶ στόν ἄνδρα ὁ Παῦλος δέν ζητᾶ ν’ ἀγαπᾷ τή γυναῖκα του ἐρωτικά, διότι αὐτὸ εἶναι θέμα ἐνστίκτου. Ζητᾶ νά τὴν ἀγαπᾷ σταυρικὰ καὶ μαρτυρικά, ποὺ αὐτὸ εἶναι ἴδιον καλλιεργημένης καὶ ἁγίας ψυχῆς. Οἱ θεολόγοι τῆς Ἐκκλησίας στό σημεῖο αὐτὸ παρατηροῦν ὅτι ἐνῶ ἀναφέρεται καὶ στούς δύο γονεῖς ὁ Παῦλος, ἐν τούτοις, ἐδῶ ἀναφέρει μόνο τοὺς πατέρες. Καὶ ἐξηγοῦν ὅτι τὸ κάνει αὐτό, διότι οἱ πατέρες ταχύτερα παραφέρονται ἀπὸ τὸ πάθος καὶ φέρονται στά παιδιὰ σὰν ἀνδράποδα, ξεχνώντας ὅτι εἶναι ἐλεύθερες ὑπάρξεις. Νά προσθέσουμε ὅτι τὰ ἀνωτέρω λεγόμενα ἀφοροῦν καὶ τοὺς πνευματικοὺς πατέρες, οἱ ὁποῖοι ἐνίοτε κανοῦν κατάχρηση τῆς πνευματικῆς ἐξουσίας τους.

Στην πρὸς Κολασσαεὶς ἐπιστολὴ του, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος συνιστᾶ γιά τὸ ἴδιο θέμα: «Οἱ πατέρες μὴ ἐρεθίζετε τὰ τέκνα ὑμῶν ἵνα μὴ ἀθυμῶσιν» (3,21). Δηλαδὴ μὴ ἀσκεῖτε σατραπικὰ καὶ δικτατορικὰ τὴν γονικὴ μέριμνα καὶ κηδεμονία, διότι ἔχοντας ἐσεῖς τὴν δύναμη καὶ τήν δυνατότητα νά τὰ πιέζετε, στό τέλος μπορεῖ νά ὑποκύψουν, ἂν δέν φύγουν ἢ ἐπαναστατήσουν μὲ βίαιο τρόπο, ἀλλὰ θὰ ἀθυμήσουν. Θὰ χάσουν τὴν ὄρεξῃ γιά ζωὴ καὶ δημιουργία. Θὰ ἀπελπισθοῦν καὶ μπορεῖ κάποια ἀπ’ αὐτὰ να ὁδηγηθοῦν καὶ στήν αὐτοκτονία. Στό σημεῖο αὐτὸ ὅπως καὶ σὲ ἀντίστοιχα χωρία γιά τοὺς κυρίους καὶ τοὺς δούλους φαίνεται ξεκάθαρα ὅτι ἡ ἁγία Γραφὴ δέν χαρίζεται σὲ κανένα καὶ δέν στηρίζει μονομερῶς κανένα. Τὸ κήρυγμα τῶν κληρικῶν πρέπει νά τονίζει αὐτές τίς δύο διαστάσεις τῶν θεϊκῶν ἐντολῶν ὁμοιόμορφα καὶ μὲ τὴν ἴδια συχνότητα. Σὲ κανένα δέν δίνει τὸ εὐαγγέλιο τήν δυνατότητα νά ἀσκεῖ τὴν ἐξουσία του ἀνεξέλεγκτα καὶ εἴκῃ καὶ ὡς ἔτυχε. Ὑπάρχουν φραγμοὶ καὶ περιορισμοί πού πρέπει νά τοὺς σεβαστοῦμε, ἂν θέλουμε νά εἴμαστε ἐν τάξει μὲ τὸ Θεό. Καὶ οἱ κληρικοὶ πρέπει συνεχῶς νά τὸ τονίζουν αὐτό.

            «Ἀλλ’ ἐκτρέφετε αὐτὰ ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσία Κυρίου». Μὴ ἐξοργίζετε τὰ παιδιὰ σας μὲ τὸν ἐγωισμὸ σας ἢ τὸν ὑπερβολικὸ καὶ ἀνεξέλεγκτο ζῆλο σας, ἀλλὰ μὲ διάκριση, ταπείνωση καὶ συνέση παιδαγωγῆστε τὰ ἐν Κυρίῳ. Μὴ θεωρεῖς περιττὸ ν’ ἀκούει τὴν ἁγία Γραφή, τὸ κήρυγμα, τὸ κατηχητικό. Μὴ τὸ ἐμποδίσεις ἀπὸ τὸν ἐκκλησιασμό, τὴν ἐξομολογήσῃ, τήν θείᾳ Κοινωνίᾳ. Ἀντίθετα νά προτρέψεις καὶ να τὸ ὁδηγήσεις ἐσὺ ὁ ἴδιος δίνοντας τὸ κατάλληλο παράδειγμα.

Τὴν ἐποχὴ τοῦ Χρυσοστόμου ὑπῆρχαν οἱ εἰδωλολατρικοὶ μῦθοι καὶ ἥρωες, τὰ εἰδωλολατρικὰ ἤθη καὶ ἔθιμα, ἡ περιρρέουσα ἀντιχριστιανικὴ ἀτμόσφαιρα. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ σήμερα. Ἂς ἀκούσουμε λοιπὸν τὸ πάντα ἐπίκαιρο κήρυγμά του «Πώς δέν εἶναι ἄτοπο ἀφ’ ἑνὸς μὲν νά ἐνδιαφέρεσαι νά τὸ στέλνεις στό σχολεῖο καὶ σ’ ὀτιδήποτε τοῦ εἶναι κοσμικὰ χρήσιμο, ἀφ’ ἑτέρου δὲ νά μὴ ἐνδιαφέρεσαι νά πάρει τὴν παιδεία τοῦ Κυρίου; Μέχρι πότε θὰ ἐνδιαφερόμαστε μόνο γιά τήν σάρκα καὶ τή σωματική ὑγείᾳ του; Περισσότερο ἀπὸ τὸ μοναχό, ποὺ βρίσκεται ἐκτὸς τῆς ἐπιρροῆς τῆς ἁμαρτωλῆς κοινωνίας, αὐτὸ χρειάζεται τὴν κατὰ Θεὸ παιδεία. Τὰ ἀμελοῦμε αὐτὰ καὶ δρέπουμε καὶ ἐμεῖς καὶ ἡ κοινωνία τίς συνέπειες τῆς ἀδιαφορίας μας».

Ἂς ἀκούσουν οἱ γονεῖς, τὸ σχολεῖο, ἡ κοινωνία τις χρυσὲς συμβουλὲς τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου. Ἂς ἀκούσουν καὶ ἂς φροντίσουν…


Εκτύπωση   Email