ΔΙΔΑΧΕΣ ΟΣΙΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ.

osios paisios

Α. γιὰ τὸ ἄγχος

Τὸ ἄγχος εἶναι τοῦ διαβόλου. Ὅταν βλέπετε ἄγχος, νὰ ξέρετε ὅτι ἐκεῖ ἔχει βάλει τὴν οὐρὰ τοῦ τὸ ταγκαλάκι. Ὁ διάβολος δὲν πηγαίνει κόντρα. Ἂν ὑπάρχη μία τάση, σπρώχνει καὶ αὐτός, γιὰ νὰ ταλαιπωρήση καὶ νὰ πλανήση τὸν ἄνθρωπο.

Τὸν εὐαίσθητο λ.χ. τὸν κάνει ὑπερευαίσθητο. Ὅταν ἔχης διάθεση νὰ κάνης μετάνοιες, σπρώχνει καὶ ὁ διάβολος νὰ κάνης περισσότερες ἀπὸ τὴν ἀντοχή σου καί, ἂν οἱ δυνάμεις σου εἶναι περιορισμένες, δημιουργεῖται μία νευρικότητα, γιατί δὲν τὰ βγάζεις πέρα, καὶ στὴν συνέχειά σου δημιουργεῖ ἄγχος μὲ ἐλαφρὰ ἀπελπισία κατ’ ἀρχὰς καὶ μετὰ συνεχίζει…

Θυμᾶμαι, ὅταν ἤμουν ἀρχάριος μοναχός, ἕνα διάστημα, μόλις ἔπεφτα νὰ κοιμηθῶ, μοῦ ἔλεγε ὁ πειρασμός: «Κοιμᾶσαι; Σήκω! Τόσοι ἄνθρωποι ὑποφέρουν, τόσοι ἔχουν ἀνάγκη…» Σηκωνόμουν καὶ ἔκανα μετάνοιες, ὅ,τι μποροῦσα. Μόλις ἔπεφτα νὰ κοιμηθῶ, ἄρχιζε ξανά: «Οἱ ἄλλοι ὑποφέρουν κι ἐσὺ κοιμᾶσαι; Σήκω!» Σηκωνόμουν πάλι. Μέχρι ποὺ ἔφθασα νὰ πῶ: «Ἄχ, νὰ μοῦ κόβονταν τὰ πόδια, τί καλά! Θὰ ἤμουν τότε δικαιολογημένος, ἀφοῦ δὲν θὰ μποροῦσα νὰ κάνω μετάνοιες». Μιὰ Μεγάλη Σαρακοστὴ τὴν ἔβγαλα μὲ τὸ ζόρι, γιατί πήγαινα νὰ στριμώξω τὸν ἑαυτό μου περισσότερο ἀπὸ τὴν ἀντοχή μου.

Ὅταν νιώθουμε στὸν ἀγῶνα μας ἄγχος, νὰ ξέρουμε ὅτι δὲν κινούμαστε στὸν χῶρο τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι τύραννος νὰ μᾶς πνίγη.

Β.Ἡ λύπη ἐξαντλεῖ τὶς ψυχικὲς καὶ σωματικές μας δυνάμεις

– Γέροντα, συχνά μοῦ πονάει τὸ στομάχι καὶ δυσκολεύομαι νὰ ἀνταποκριθῶ στὰ πνευματικά μου καθήκοντα.

– Ἐσὺ κάθεσαι καὶ συζητᾶς μὲ τοὺς λογισμούς σου, τὰ βλέπεις ὅλα μαῦρα καὶ βασανίζεσαι χωρὶς λόγο∙ ἔτσι τσακίζεσαι ψυχικὰ καὶ σωματικά.

Ἔπειτα ἀπὸ ἕνα τέτοιο τσάκισμα πονάει καὶ τὸ στομάχι, καὶ ποῦ νὰ βρεθεῖ μετὰ κουράγιο γιὰ πνευματικά;

Μπορεῖ νὰ πάρεις κάτι καὶ νὰ σοῦ περάσει τὸ στομάχι, ἀλλά, ἂν δὲν λείψει ἡ στενοχώρια, πάλι θὰ πονέσει. Μὴ δέχεσαι τοὺς λογισμοὺς ποὺ σὲ ἀπογοητεύουν, γιὰ νὰ μὴν ἀχρηστέψεις τὰ δῶρα πού σοῦ ἔχει δώσει ὁ Θεός. Ὅσο θὰ τοποθετεῖσαι σωστά, τόσο θὰ γαληνεύεις καὶ θὰ ἠρεμεῖς, καὶ τόσο ἡ ὑγεία σου θὰ καλυτερεύει καὶ δὲ θὰ ἔχεις ἀνάγκη ἀπὸ φάρμακα.

Ἡ στενοχώρια ἀφοπλίζει τὸν ἄνθρωπο. Τοῦ ρουφάει ὅλο τὸ μεδοῦλι τῶν ψυχικῶν καὶ σωματικῶν του δυνάμεων καὶ δὲν τὸν ἀφήνει νὰ κάνει τίποτε. Δηλητηριάζει τὴν ψυχὴ καὶ φέρνει ἀνωμαλίες καὶ στὸ σῶμα. Χτυπάει στὰ πιὸ εὐαίσθητα μέρη τοῦ σώματος καὶ ἐξασθενεῖ τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸ ἄγχος ποὺ δημιουργεῖ. Τὸ δηλητηρίασμα ἀπὸ τὴν πίκρα μπορεῖ νὰ καταβάλει τελείως ὄχι μόνον ἕναν εὐαίσθητο ὀργανισμὸ ἀλλὰ καὶ γεροὺς ὀργανισμούς.

Μιὰ ἀδελφὴ ἐδῶ ξέρετε τί δυνατότητες ἔχει; Μπορεῖ νὰ κάνει πολὺ καλὴ πνευματικὴ ἐργασία, καὶ στὶς δουλειὲς εἶναι σπίρτο! Ὅλο τὸ μοναστῆρι μπορεῖ νὰ τὸ φέρει βόλτα, ἀλλά, ἐπειδὴ τὴν πιάνει αὐτὸ τὸ τσάκισμα ἀπὸ τὴν στενοχώρια, δὲν μπορεῖ νὰ κάνει τίποτε, χαραμίζεται. Κι ἔτσι ἀχρηστεύεται μία γερὴ μηχανή.

Μὲ πόνο καὶ ἀγάπη γιὰ τὸν σύγχρονο ἄνθρωπο

Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου Λόγοι Α’ Ἱερὸν

Ἡσυχαστήριον Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος

Σουρωτή Θεσσαλονὶκης


Εκτύπωση   Email