Περὶ τῆς πνευματικῆς τελειότητας

Ἁγίου Μακαρίου του Αἰγυπτίου


makariosΜὲ τὴ χάρη καὶ τὴ θεία δωρεὰ τοῦ Πνεύματος ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς κερδίζει τὴ σωτηρία• μὲ πίστη πάλι καὶ ἀγάπη καὶ μὲ ἀγώνα τῆς αὐτεξούσιας προαιρέσεως μπορεῖ νὰ φτάσει στὸ τέλειο μέτρο τῆς ἀρετῆς. Καὶ τοῦτο, γιὰ νὰ κληρονομήσει τὴν αἰώνια ζωὴ ὄχι μόνο μὲ τὴ χάρη, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴ δικαιοσύνη. Καὶ μήτε νὰ ἀξιώνεται τὴν τέλεια ἀρετὴ μὲ μόνη τὴ θεία δύναμη καὶ χάρη, χωρὶς νὰ συνεισφέρει καὶ τοὺς δικούς του κόπους, μήτε πάλι μὲ μόνη τὴ δική του προθυμία καὶ δύναμη νὰ φτάνει τὸ τέλειο μέτρο τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς καθαρότητας χωρὶς νὰ βοηθήσει ἀπὸ ψηλὰ τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ. Ὅπως λέει καὶ ὁ Ψαλμωδός, ἂν ὁ Κύριος δὲν οἰκοδομήσει τὸ σπίτι, ἡ δὲ φυλάξει τὴν πόλη, μάταια ἀγρυπνοῦν οἱ φύλακες καὶ μάταια κοπιάζουν οἱ οἰκοδόμοι.
2. Ἐρώτηση: Ποιὸ εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, στὸ ὁποῖο προτρέπει καὶ καλεῖ ὁ Ἀπόστολος τὸν καθένα νὰ φτάσει;
Ἀπόκριση: Ἡ τέλεια κάθαρση ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ἡ ἐλευθερία ἀπὸ τὰ πάθη τῆς ἀτιμίας καὶ ἡ ἀπόκτηση τῆς κορυφαίας ἀρετῆς. Αὐτὸ εἶναι ὁ καθαρισμὸς καὶ ἁγιασμὸς τῆς καρδιᾶς ποῦ γίνεται μὲ τὴ μέθεξη τοῦ τέλειου καὶ θεϊκοῦ Πνεύματος, μὲ ἐσωτερικὴ αἴσθηση. Γιατί λέει ὁ Κύριος: «Μακάριοι ὅσοι ἔχουν καθαρὴ καρδιά, γιατί αὐτοὶ θὰ δοῦν τὸ Θεό», καί: «Νὰ γίνεστε καὶ σεῖς τέλειοι, ὅπως εἶναι τέλειος καὶ ὁ οὐράνιος Πατέρας σας». Καὶ ὁ Δαβὶδ λέει: «Εἴθε νὰ γίνει ἡ καρδιά μου ἄμεμπτη στὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν Σου, γιὰ νὰ μὴν ντροπιαστῶ», καὶ πάλι: «Τότε μόνο δὲν θὰ ντροπιαστῶ, ὅταν ἐκπληρώνω ὅλες τὶς ἐντολές Σου». Ἐπίσης σ΄ ἐκεῖνον ποῦ ἐρωτᾶ: «Ποιὸς εἶναι ἄξιος νὰ ἀνέβει στὸ ὅρος τοῦ Κυρίου καὶ νὰ σταθεῖ στὸν ἅγιο τόπο Του;» ἀποκρίνεται: «Αὐτὸς ποῦ ἔχει ἀθώα χέρια καὶ καθαρὴ καρδιά». Μὲ τὰ λόγια αὐτὰ ὑποδηλώνει τὴν τέλεια ἀναίρεση τῆς ἁμαρτίας ποῦ ἐπιτελεῖται μὲ τὴν πράξη καὶ μὲ τὴ διάνοια.
3. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, γνωρίζοντας ὅτι τὰ ἀφανῆ καὶ κρυφὰ πάθη δύσκολα φεύγουν καὶ εἶναι σὰν ριζωμένα βαθιὰ στὴν ψυχή, μᾶς δείχνει μέσω τοῦ Δαβίδ, μὲ τί τρόπο νὰ ἐπιχειροῦμε τὴν κάθαρσή τους. Λέει αὐτὸς δηλαδή: «Καθάρισε μὲ ἀπὸ τὰ κρυμμένα πάθη μου». Ἔτσι φανερώνει ὅτι θὰ τὸ πετύχομε αὐτὸ μὲ πολλὴ δέηση καὶ πίστη καὶ μὲ ὁλοκληρωτικὴ στροφὴ πρὸς τὸ Θεό, μαζὶ μὲ τὴ συνέργια τοῦ Πνεύματος. Παράλληλα, μὲ τὸ νὰ ἀντιστεκόμαστε καὶ ἐμεῖς στὰ πάθη καὶ νὰ φυλάγομε μὲ κάθε τρόπο τὴν καρδιά μας.
4. Καὶ ὁ μακάριος Μωυσῆς, θέλοντας μὲ παραδείγματα νὰ δείξει ὅτι ἡ ψυχὴ δὲν πρέπει νὰ ἀκολουθεῖ δύο γνῶμες, δηλαδὴ τὸ καλὸ καὶ τὸ κακό, ἀλλὰ μόνο τὸ καλό, οὔτε νὰ καλλιεργεῖ δύο εἴδη καρπῶν, δηλαδὴ ὠφέλιμους καὶ βλαβερούς, ἀλλὰ μόνο ὠφέλιμους, λέει: «Στὸ ἁλώνι σου, δὲ θὰ ζέψεις μαζὶ ζῶα διαφορετικοῦ γένους, λ.χ. βόδι μὲ γαϊδούρι, ἀλλὰ ἀφοῦ ζέψεις ζῶα τοῦ ἰδίου γένους, νὰ ἁλωνίσεις τὰ σπαρτά σου», -δηλαδὴ στὸ ἁλώνι τῆς καρδιᾶς μας νὰ μὴν ἁλωνίζουν μαζὶ ἀρετὴ καὶ κακία, ἀλλὰ μόνον ἡ ἀρετή. «Δὲν θὰ ὑφάνεις λινὸ μαζὶ μὲ μάλλινο ὕφασμα, οὔτε μαλλὶ μὲ λινό. Δὲ θὰ καλλιεργήσεις στὸ χωράφι σου δύο εἴδη καρπῶν μαζί. Δὲ θὰ διασταυρώσεις ζῶα διαφορετικοῦ γένους, ἀλλὰ θὰ ἑνώσεις ζῶα ἴδιου γένους.» Μὲ ὅλα αὐτὰ ὑπαινίσσεται μὲ μυστικὸ τρόπο ὅτι δὲν πρέπει νὰ καλλιεργοῦνται μέσα μας, ὅπως εἴπαμε, κακία καὶ ἀρετή, ἀλλὰ νὰ γεννιοῦνται ἀποκλειστικὰ οἱ γόνοι τῆς ἀρετῆς• οὔτε νὰ μετέχει ἡ ψυχὴ σὲ δύο πνεύματα, στὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καὶ στὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου, ἀλλὰ μόνο στὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, καὶ νὰ καρποφορεῖ μόνο τοὺς καρποὺς τοῦ Πνεύματος. Γὶ΄ αὐτὸ λέει ὁ Ψαλμωδός: «Συμμορφωνόμουν σ΄ ὅλες τὶς ἐντολές Σου καὶ μίσησα κάθε τί ποῦ ὁδηγεῖ στὴν ἀδικία».
5. Ἡ ψυχὴ ποῦ ἐπιθυμεῖ νὰ διατηρήσει τὴν παρθενικότητά της καὶ νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸ Θεό, δὲν πρέπει νὰ μένει ἁγνὴ μόνο ἀπὸ τὰ φανερὰ ἁμαρτήματα, ὅπως εἶναι ἡ πορνεία, ὁ φόνος, ἡ κλοπή, ἡ γαστριμαργία, ἡ κατάκριση, τὸ ψεῦδος, ἡ φιλαργυρία, ἡ πλεονεξία καὶ τὰ ὅμοια, ἀλλὰ πολὺ περισσότερο ἀπὸ τὰ ἀφανῆ, ὅπως προείπαμε. Δηλαδὴ ἀπὸ ἐπιθυμία, κενοδοξία, ἀνθρωπαρέσκεια, ὑποκρισία, φιλαρχία, δολιότητα, κακοήθεια, μίσος, ἀπιστία, φθόνο, φιλαυτία, ὑπερηφάνεια καὶ τὰ ὅμοια. Κατὰ τὴν Γραφή, τὰ ἐσωτερικὰ αὐτὰ ἁμαρτήματα εἶναι ἴσα μὲ τὰ ἐξωτερικά. Γιατί λέει: « Ὁ Κύριος διασκόρπισε τὰ κόκαλα τῶν ἀνθρωπάρεσκων», καί: « Ὁ Κύριος ἀποστρέφεται τὸν αἱμοχαρῆ καὶ δόλιο ἄνθρωπο», δείχνοντας μὲ αὐτὸ ὅτι τὴν δολιότητα ὁ Κύριος τὴν ἀποστρέφεται ἴσα μὲ τὸν φόνο. Ἐπίσης λέει γιὰ «ἀνθρώπους ποῦ μιλοῦν εἰρηνικὰ στοὺς ἄλλους, μέσα τοὺς ὅμως σχεδιάζουν κακά», καὶ πάλι: «Μέσα στὴν καρδιὰ σᾶς συλλογίζεστε πὼς νὰ διαπράξετε ἀνομίες στὴ ζωή», καί: « Ἀλίμονό σας, ὅταν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι σᾶς ἐπαινοῦν», ὅταν δηλαδὴ ἐπιδιώκετε νὰ ἀκοῦτε καλὰ γιὰ τὸν ἑαυτό σας ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους καὶ κρέμεστε ἀπὸ τὴ γνώμη καὶ τοὺς ἐπαίνους τους• ἐπειδή, πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ διαφύγετε τὴν προσοχὴ τῶν ἀνθρώπων γιὰ πάντα ὅταν κάνετε τὸ καλό; Ἄλλωστε καὶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος λέει: «Νὰ λάμψει τὸ φῶς σᾶς μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους», ἀλλὰ προσθέτει: «Νὰ ἐπιδιώκετε νὰ πράττετε τὸ ἀγαθὸ γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι γιὰ δική σας δόξα, οὔτε νὰ σᾶς κινεῖ ἔρωτας γιὰ ἀνθρώπινους ἐπαίνους». Γιατί ὁ Κύριος φανέρωσε ὅτι οἱ τέτοιοι ἄνθρωποι εἶναι ἄπιστοι, λέγοντας: «Πὼς μπορεῖτε νὰ ἔχετε πίστη, ἀφοῦ ἀποζητᾶτε τὸν ἔπαινο ὁ ἕνας του ἄλλου καὶ δὲ ζητᾶτε τὴ δόξα ἀπὸ τὸν μόνο Θεό;». Πρόσεξε καὶ τὸν Ἀπόστολο, πὼς ἀπαιτεῖ ἀκρίβεια ἀκόμη καὶ μέχρι τὸ φαγητὸ καὶ τὸ ποτό. Δίνει ἐντολή, ὅλες οἱ πράξεις μας νὰ ἀποβλέπουν στὴ δόξα τοῦ Θεοῦ, λέγοντας: «Εἴτε τρῶτε, εἴτε πίνετε, εἴτε κάνετε ὁτιδήποτε, ὅλα νὰ τὰ κάνετε γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ». Καὶ ὁ Θεολόγος Ἰωάννης κατατάσσει τὸ μίσος μαζὶ μὲ τὸ φόνο, λέγοντας: «Αὐτὸς ποῦ μισεῖ τὸν ἀδελφό του εἶναι ἀνθρωποκτόνος».
6. « Ἡ ἀγάπη ὅλα τὰ δέχεται, ὅλα τὰ ὑπομένει• ἡ ἀγάπη οὐδέποτε ἐκπίπτει», λέει ὁ Ἀπόστολος. Μὲ τὸ ¨οὐδέποτε ἐκπίπτει΄΄ ἐννοεῖ τὸ ἑξῆς: Ἐκεῖνοι ποῦ ἔλαβαν τὰ χαρίσματα τοῦ Πνεύματος ποῦ ἀνέφερε, ἀλλὰ δὲν ἀξιώθηκαν ἀκόμη τὴν τέλεια ἐλευθερία ἀπὸ τὰ πάθη μέσω τῆς πλήρους καὶ ἐνεργοὺς ἀγάπης, δὲν ἔφτασαν ἀκόμη στὴν ἀσφάλεια, ἀλλὰ ἡ ἀρετὴ τοὺς βρίσκεται ἀκόμη σὲ κίνδυνο καὶ ἀγώνα καὶ φόβο λόγω τῆς ἐπιβουλῆς τῶν πονηρῶν πνευμάτων. Ἡ τέλεια ἀγάπη ὅμως δὲν ὑπόκειται οὔτε σὲ πτώση, οὔτε σὲ πάθος, ἀλλά, ὅπως ὑπέδειξε ὁ Ἀπόστολος, εἶναι τέτοια ὥστε οἱ γλῶσσες τῶν Ἀγγέλων, ἡ προφητεία, ὅλη ἡ γνώση καὶ τὰ χαρίσματα τῶν ἰαμάτων εἶναι μηδὲν ὅταν παραβληθοῦν μὲ ἐκείνη.
7. Ὁ λόγος ποῦ ὁ Κύριος παρουσίασε τὴν τελειότητα ὡς σκοπό, εἶναι γιὰ νὰ βλέπει ὁ καθένας πόσο φτωχὸς εἶναι ἀπὸ ἕνα τόσο μεγάλο πλοῦτο καὶ νὰ τρέχει μὲ ζέση καὶ ὁρμὴ πρὸς αὐτὸ τὸ τέρμα καὶ νὰ διανύει ἔτσι τὸν πνευματικὸ δρόμο μέχρις ὅτου τὸ φτάσει, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος: « Ἔτσι νὰ τρέχετε, γιὰ νὰ κερδίσετε τὸ βραβεῖο».



8. Τὸ νὰ ἀπαρνηθεῖ κανεὶς τὸν ἑαυτὸ τοῦ σημαίνει τὸ ἑξῆς: Νὰ εἶναι κανεὶς παραδομένος τελείως στὴν ἀδελφότητα καὶ νὰ μὴν ἀκολουθεῖ διόλου δικό του θέλημα, μήτε νὰ ἔχει τίποτε δικό του, παρὰ μόνο τὸ ἔνδυμα, γιὰ νὰ εἶναι ἀπὸ ὅλα ἐλεύθερος καὶ νὰ ἐκτελεῖ μὲ χαρὰ ὅ,τι τὸν διατάζουν. Τοὺς ἀδελφοὺς ὅλους καὶ μάλιστα τοὺς ἀνωτέρους καὶ ἐκείνους ποῦ ἔχουν ἀναλάβει τὰ βάρη τῆς μονῆς, νὰ τοὺς θεωρεῖ κυρίους καὶ δεσπότες του γιὰ τὸ Χριστό, ὑπακούοντας σ΄ Αὐτὸν ποῦ εἶπε: « Ὅποιος ἀπὸ σᾶς θέλει νὰ εἶναι πρῶτος καὶ μέγας, ἂς εἶναι τελευταῖος ἂπ΄ ὅλους καὶ ὑπηρέτης σὲ ὅλους καὶ δοῦλος ὅλων». Νὰ μὴν ἐπιδιώκει ἀπὸ τοὺς ἀδελφοὺς οὔτε δόξα, οὔτε τιμή, οὔτε ἔπαινο, ἀκόμη κι ἐκεῖνον τὸν ἔπαινο ποῦ συνοδεύει τὴν καλὴ διακονία καὶ διαγωγή. Γιατί λέει ὁ Ἀπόστολος: «Νὰ διακονεῖτε μὲ κάθε καλὴ διάθεση, ὄχι γιὰ τὰ μάτια καὶ γιὰ νὰ εἶστε ἀρεστοὶ στοὺς ἀνθρώπους». Καὶ νὰ θεωρεῖ πάντοτε τὸν ἑαυτὸ τοῦ χρεώστη τῆς διακονίας πρὸς τοὺς ἀδελφοὺς μὲ ἀγάπη καὶ ἁπλότητα.
9. Οἱ προϊστάμενοι τῆς ἀδελφότητας, ἐπειδὴ ἔχουν ἀναλάβει μεγάλο ἔργο, πρέπει νὰ ἀγωνίζονται πρὸς τὶς ἀντίθετες πανουργίες τῆς κακίας μὲ τὴν ταπεινοφροσύνη, γιὰ νὰ μὴν πέσουν στὸ πάθος τῆς ὑπερηφάνειας καί, ἀσκώντας δυναστικὴ ἐξουσία στοὺς ὑποταγμένους ἀδελφούς, προξενήσουν στὸν ἑαυτὸ τοὺς ζημία ἀντὶ μέγιστο κέρδος. Ἀλλὰ σὰν εὔσπλαχνοι πατέρες καὶ σὰν νὰ ἔχουν παραδώσει γιὰ τὸ Θεὸ τοὺς ἑαυτοὺς τῶν στὴν ἀδελφότητα σωματικὰ καὶ πνευματικά, νὰ φροντίζουν γὶ΄ αὐτοὺς καὶ νὰ τοὺς ἐπιμελοῦνται σὰν παιδιὰ τοῦ Θεοῦ. Στὰ φανερὰ βέβαια δὲν πρέπει νὰ ἀμελοῦν τὰ καθήκοντα τοῦ προϊσταμένου, δηλαδὴ νὰ διατάζουν, ἡ νὰ συμβουλέψουν τοὺς πιὸ ὥριμους, ἡ νὰ ἐπιπλήξουν, ἡ νὰ ἐλέγξουν ὅπου χρειάζεται, ἡ νὰ παρηγορήσουν ὅπου πρέπει, γιὰ νὰ μὴν ἐπέλθει σύγχυση στὰ μοναστήρια μὲ τὴν πρόφαση τῆς ταπεινώσεως ἡ τῆς πραότητας, καθὼς θὰ καταργεῖται ἡ πρέπουσα διάκριση σὲ προϊσταμένους καὶ ὑποτακτικούς. Βαθιὰ ὅμως στὴν καρδιά τους νὰ πιστεύουν ὅτι εἶναι ἀνάξιοι δοῦλοι ὅλων τῶν ἀδελφῶν καί, σὰν καλοὶ παιδαγωγοὶ ποῦ τοὺς ἔχουν ἐμπιστευθεῖ τὰ παιδιὰ τοῦ κυρίου τους, νὰ φροντίζουν μὲ κάθε καλὴ διάθεση καὶ φόβο Θεοῦ νὰ καταρτίζουν καθένα ἀδελφὸ σὲ κάθε καλὸ ἔργο, γνωρίζοντας ὅτι γὶ΄ αὐτὸν τὸν κόπο τοὺς ὁ Θεὸς τοὺς ἔχει ἑτοιμάσει μεγάλο καὶ ἀναφαίρετο μισθό.
10. Αὐτοὶ ποῦ ἔχουν ἀναλάβει τὴν παιδαγωγία παιδιῶν ποῦ τυχαίνει νὰ εἶναι κάποτε καὶ δικοί τους κύριοι, γιὰ χάρη τῆς ἀγωγῆς καὶ τῆς εὐταξίας δὲν παραμελοῦν καὶ νὰ τὰ χτυποῦν, ἀλλὰ μὲ ἀγάπη. Ἔτσι πρέπει καὶ οἱ προεστωτες ὄχι ἀπὸ θυμὸ καὶ ὑψηλοφροσύνη, οὔτε γιὰ ἐκδίκηση, νὰ τιμωροῦν τοὺς ἀδελφοὺς ἐκείνους ποῦ ἔχουν ἀνάγκη παιδεύσεως, ἀλλὰ μὲ σπλάχνα οἰκτίρμων, καὶ μὲ σκοπὸ πνευματικῆς ὠφέλειας νὰ προξενοῦν τὴ διόρθωσή τους.
11. Ὁ καθένας ποῦ θέλει νὰ χαραχθοῦν ἐπάνω του αὐτὰ τὰ καλὰ ἤθη, πρέπει πρὶν ἀπὸ κάθε ἄλλο καὶ παντοῦ νὰ ἐπιδιώκει τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἱερὴ ἀγάπη, ἡ ὁποία εἶναι πρώτη καὶ μεγαλύτερη ἐντολή. Καὶ νὰ τὴν ζητεῖ ἀπὸ τὸν Κύριο ἀκατάπαυστα νὰ τὴν κάνει περιεχόμενο τῆς καρδιᾶς του, καὶ ἔτσι μὲ τὴ συνεχῆ καὶ ἀδιάκοπη μνήμη τοῦ Θεοῦ, προκόβοντας μέρα τὴ μέρα μὲ τὴ χάρη, νὰ προσθέτει σ΄ αὐτὴν καὶ νὰ τὴν αὐξάνει. Γιατί μὲ τὸ ζῆλο καὶ τὸ σθένος, τὸ φροντίδα καὶ τὸν ἀγώνα, γινόμαστε ἱκανοὶ νὰ ἀποκτήσομε τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία διαμορφώνεται μέσα μας μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ δωρεὰ τοῦ Χρστοῦ. Ἀπὸ αὐτὴν κατορθώνομε εὔκολα καὶ τὴ δεύτερη ἐντολή, δηλαδὴ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον. Γιατί τὰ πρῶτα πρέπει νὰ μπαίνουν μπροστὰ καὶ νὰ τὰ φροντίζομε περισσότερα ἀπὸ τὰ ἄλλα, καὶ κατόπιν τὰ δεύτερα ἀκολουθοῦν τὰ πρῶτα. Ἂν τώρα κανεὶς παραμελήσει τὴν πρώτη καὶ μεγάλη ἐντολή, δηλαδὴ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸ Θεό, -ἡ ὁποία συγκροτεῖται ἀπὸ τὴν ἐσωτερική μας διάθεση, τὴν ἀγαθὴ συνείδηση καὶ τὰ ὀρθὰ περὶ Θεοῦ φρονήματα, συνάμα δὲ καὶ ἀπὸ τὴ θεία βοήθεια-, καὶ ἀπὸ τὴ δεύτερη θέλει μόνο στὴν ἐξωτερικὴ ἐπιμέλεια τῆς διακονίας νὰ ἀφοσιωθεῖ, εἶναι ἀδύνατο νὰ τὴν ἀσκήσει σωστὰ καὶ καθαρά. Γιατί ὅταν ἡ κακία βρεῖ τὸ νοῦ ἔρημο ἀπὸ τὴ μνήμη καὶ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἀναζήτηση τοῦ Θεοῦ, ἡ κάνει νὰ φαίνονται δύσκολα καὶ κοπιαστικὰ τὰ θεία προστάγματα, συνδαυλίζοντας στὴν ψυχὴ γογγυσμοὺς καὶ λύπες καὶ κατηγορίες ἐναντίον τῆς διακονίας τῶν ἀδελφῶν, ἡ τὸν ἐξαπατᾶ μὲ τὴν ἰδέα ὅτι εἶναι τάχα ἐνάρετος καὶ τὸν φουσκώνει καὶ τὸν παραπείθει νὰ θεωρεῖ τὸν ἑαυτὸ τοῦ ἄξιο τιμῆς καὶ σπουδαῖο καὶ τέλειο τηρητὴ τῶν ἐντολῶν.
12. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος νομίσει ὅτι ἐπιμελεῖται ἄριστα τὶς ἐντολές, τότε εἶναι φανερὸ ὅτι ἁμαρτάνει καὶ παραβαίνει τὴν ἐντολή, γιατί ἔκρινε ὁ ἴδιος τὸν ἑαυτό του καὶ δὲν περίμενε Ἐκεῖνον ποῦ κρίνει ἀληθινά. Ὅταν τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ δίνει κοινὴ μαρτυρία μὲ τὸ δικό μας πνεῦμα, σύμφωνα μὲ τὸ ρητό του Παύλου, τότε εἴμαστε ἀληθινὰ ἄξιοί του Χριστοῦ καὶ τέκνα Θεοῦ• ὄχι ὅμως ὅταν ἀπὸ τὴ δική μας ἰδέα δικαιώσομε τὸν ἑαυτό μας. Γιατί, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος, δὲν εἶναι δόκιμος ἐκεῖνος ποῦ αὐτοσυσταίνεται, ἀλλὰ ἐκεῖνος ποῦ τὸν συσταίνει ὁ Κύριος. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι γυμνὸς ἀπὸ τὴ μνήμη καὶ τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ, τότε εἶναι ἀναπόφευκτο νὰ ἔχει ἔρωτα γιὰ τὴ δόξα καὶ νὰ κυνηγᾶ τὸν ἔπαινο ἐκείνων τοὺς ὁποίους ὑπηρετεῖ. Αὐτὸς ὅμως ἐλέγχεται ὡς ἄπιστος ἀπὸ τὸν Κύριο, ὅπως προείπαμε. «Πῶς μπορεῖτε, λέει, νὰ πιστεύετε σεῖς ποῦ δέχεστε δόξα ὁ ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλον καὶ δὲ ζητᾶτε τὴ δόξα ἀπὸ τὸ μόνο Θεό;»
13. Μὲ μεγάλο ἀγώνα καὶ κόπο τοῦ νοῦ, μὲ σεμνὲς ἔννοιες καὶ μὲ συνεχῆ φροντίδα ὅλων τῶν καλῶν κατορθώνεται ἡ ἀγάπη πρὸς τὸ Θεό, ὅπως προείπαμε. Καὶ αὐτὸ γιατί ὁ ἐχθρὸς ἐμποδίζει τὸ νοῦ καὶ δὲν τὸν ἀφήνει νὰ προσηλώνεται στὸν θεῖο ἔρωτα μὲ τὴ μνήμη τῶν καλῶν, ἀλλὰ τοῦ ἐρεθίζει τὴν αἴσθηση πρὸς τὶς γήινες ἐπιθυμίες. Γιατί ὁ θάνατος τοῦ ἐχθροῦ καὶ ἡ ἀγχόνη του, μποροῦμε νὰ ποῦμε, εἶναι ὅταν ὁ νοῦς χωρὶς περισπασμὸ ἐνδιατρίβει στὴν ἀγάπη καὶ στὴ μνήμη τοῦ Θεοῦ. Ἀπὸ αὐτὸ μπορεῖ νὰ γεννηθεῖ καὶ ἡ εἰλικρινὴς ἀγάπη τοῦ πλησίον• ἐπίσης καὶ ἡ ἀληθινὴ ἁπλότητα, ἡ πραότητα, ἡ ταπείνωση, ἡ ἀκεραιότητα, ἡ ἀγαθότητα καὶ ἡ προσευχή, καὶ γενικὰ ὅλο τὸ πανέμορφο στεφάνι τῶν ἀρετῶν, ἀπὸ τὴ μία καὶ μόνη καὶ πρώτη ἐντολή, τὴν ἀγάπη πρὸς τὸ Θεό, ἀντλεῖ τὴν τελειότητα. Ἔχουμε λοιπὸν ἀνάγκη ἀπὸ μεγάλο ἀγώνα καὶ πόνο κρυφὸ καὶ ἐσωτερικό, ἀπὸ ἔρευνα τῶν λογισμῶν καὶ γύμναση τῶν ἐξασθενημένων αἰσθητηρίων τῆς ψυχῆς γιὰ νὰ διακρίνουν τὸ καλὸ καὶ τὸ κακό, καὶ ἀπὸ ἐνδυνάμωση καὶ ἀναζωπύρωση τῶν καταπονημένων μελῶν τῆς ψυχῆς μὲ τὴν ἐπιμελῆ ὕψωση τοῦ νοῦ πρὸς τὸ Θεό. Γιατί ὅταν ὁ νοῦς μας συνεχῶς προσκολλᾶται μὲ τέτοιο τρόπο στὸ Θεό, θὰ γίνει ἕνα πνεῦμα μὲ τὸν Κύριο, σύμφωνα μὲ τὸ ρητό του Παύλου.
14. Ἐκεῖνοι ποῦ ἀγαποῦν τὴν ἀρετὴ πρέπει νύχτα καὶ μέρα νὰ ἔχουν ἀκατάπαυστα αὐτὸν τὸν κρυφὸ ἀγώνα καὶ τὸν πόνο καὶ τὴ μελέτη κατὰ τὴν ἐργασία ὁποιασδήποτε ἐντολῆς, δηλαδὴ ὅταν προσεύχονται, ὅταν διακονοῦν, ὅταν τρῶνε, ὅταν πίνουν, ἡ ὅταν κάνουν ὁτιδήποτε, ὥστε ὅποιο ἀγαθὸ πραγματοποιηθεῖ, νὰ γίνει γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι γιὰ δική μας δόξα. Ἔτσι θὰ εἶναι εὐχερὴς καὶ εὔκολη γιὰ μᾶς ὅλη ἡ ἐπιμέλεια τῶν ἐντολῶν, καθὼς θὰ τὴν εὐκολύνει καὶ θὰ ἐλαφρύνει τὸν κόπο της ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Γιατί ὅλος ὁ ἀγώνας καὶ ἡ φροντίδα τοῦ ἐχθροῦ συγκεντρώνεται, ὅπως προείπαμε, στὸ νὰ ἀποτραβήξει τὸ νοῦ ἀπὸ τὴ μνήμη τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ φόβο καὶ τὴν ἀγάπη Του, καὶ ἐξαπατώντας τὸν μὲ γήινα δολώματα νὰ τὸν στρέψει ἀπὸ τὸ ὄντως ἀγαθὸ στὰ νομιζόμενα ἀγαθά.
15. Ὁ πατριάρχης Ἀβραάμ, ὅταν συνάντησε τὸν ἱερέα τοῦ Θεοῦ Μελχισεδέκ, τοῦ ἔδωσε δῶρο ἀπὸ τὰ καλύτερα τῶν ὑπαρχόντων του καὶ ἔτσι δέχθηκε τὴν εὐλογία του. Μὲ αὐτό, τὸ Πνεῦμα μᾶς ἀνυψώνει σὲ ὑψηλότερη θεωρία. Πρέπει δηλαδὴ τὰ ἄκρα καὶ τὰ καλύτερα λιπαρὰ μέρη τοῦ ὅλου ψυχοσωματικοῦ μας συνθέματος, τὰ ὅποια εἶναι ὁ νοῦς, ἡ συνείδηση, ἡ ἀγαπητικὴ δύναμη τῆς ψυχῆς, νὰ τὰ προσφέρομε πρῶτα ἂπ΄ ὅλα σὰν ἱερὸ ὁλοκαύτωμα. Ἔπειτα, τοὺς πρώτους καὶ καλύτερους ἀπὸ τοὺς ὀρθοὺς λογισμούς μας νὰ τοὺς ἀφιερώνομε στὴ μνήμη τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ τοὺς ἀπασχολοῦμε ἀδιάκοπα στὴν ἀγάπη Του καὶ στὸν μυστικὸ καὶ ὑπερλόγο ἐρωτᾶ Του. Καὶ ἔτσι μποροῦμε νὰ προκόβομε μέρα τὴ μέρα καὶ νὰ προοδεύομε στὴν ἀρετή, μὲ τὴ βοήθεια τῆς θείας χάρης, ὅποτε καὶ τὸ φορτίο τῆς δικαιοσύνης τῶν ἐντολῶν θὰ μᾶς φανεῖ ἐλαφρὸ καὶ θὰ τὶς ἐκτελοῦμε καθαρὰ καὶ ἄμεμπτα, βοηθούμενοι ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο μὲ τὴν πίστη μας πρὸς Αὐτόν.
16. Σχετικὰ μὲ τὴν ἐξωτερικὴ ἄσκηση καὶ ποιὰ ἀγαθὴ ἐργασία εἶναι μεγαλύτερη καὶ πρώτη, πρέπει νὰ γνωρίζετε τοῦτο, ἀγαπητοί• ὅτι οἱ ἀρετὲς εἶναι δεμένες μεταξύ τους καὶ ἀκολουθοῦν ἡ μία τὴν ἄλλη, σὰν κάποια ἱερὴ ἁλυσίδα, πιασμένες ἡ μία ἀπὸ τὴν ἄλλη. Ἡ προσευχή, γιὰ παράδειγμα, ἀπὸ τὴν ἀγάπη, ἡ ἀγάπη ἀπὸ τὴ χαρά, ἡ χαρὰ ἀπὸ τὴν πραότητα, ἡ πραότητα ἀπὸ τὴν ταπεινοφροσύνη, ἡ ταπεινοφροσύνη ἀπὸ τὴ διακονία, ἡ διακονία ἀπὸ τὴν ἐλπίδα, ἡ ἐλπίδα ἀπὸ τὴν πίστη, ἡ πίστη ἀπὸ τὴν ὑπακοή, ἡ ὑπακοὴ ἀπὸ τὴν ἁπλότητα. Ἐπίσης τὰ ἀντίθετα εἶναι δεμένα τὸ ἕνα μὲ τὸ ἄλλο. Τὸ μίσος μὲ τὸ θυμό, ὁ θυμὸς μὲ τὴν ὑπερηφάνεια, αὐτὴ μὲ τὴν κενοδοξία• τούτη μὲ τὴν ἀπιστία, ἡ ἀπιστία μὲ τὴ σκληροκαρδία, αὐτὴ μὲ τὴν ἀμέλεια, ἡ ἀμέλεια μὲ τὴ χαύνωση, μὲ τὴν ὀλιγωρία τούτη, αὐτὴ πάλι μὲ τὴν ἀκηδία, ὅπως ἐπίσης κι αὐτὴ μὲ τὴν ἀνυπομονησία, ἐνῶ τούτη μὲ τὴ φιληδονία. Ἔτσι καὶ οἱ ὑπόλοιπες κακίες, ἡ μία ἀκολουθεῖ τὴν ἄλλη.
17. Ὅ,τι καλὸ κάνει ὁ ἄνθρωπος, ὁ πονηρὸς θέλει νὰ τὸ σπιλώνει καὶ νὰ τὸ καταμολύνει μὲ τὴν ἐπιμιξία τῶν δικῶν τοῦ σπερμάτων, δηλαδὴ τῆς κενοδοξίας ἡ τῆς οἰήσεως ἡ τοῦ γογγυσμοῦ ἡ κάποιου ἄλλου παρομοίου, ὥστε νὰ μὴ γίνεται τὸ καλὸ γιὰ τὸ Θεὸ μονάχα ἡ μὲ προθυμία. Ἀναφέρεται στὴ Γραφὴ ὅτι ὁ Ἄβελ πρόσφερε στὸ Θεὸ θυσία ἀπὸ τὰ λιπαρὰ μέρη καὶ ἀπὸ τὰ πρωτότοκα πρόβατα. Ἐπίσης κι ὁ Κάιν πρόσφερε δῶρα ἀπὸ τοὺς καρποὺς τῆς γής, ἂλλ΄ ὄχι ἀπὸ τὰ πρῶτα. Γὶ΄ αὐτὸ ὁ Θεὸς δέχτηκε τὶς θυσίες τοῦ Ἄβελ, ἀλλὰ τὰ δῶρα τοῦ Κάιν δὲν τὰ δέχτηκε. Ἂπ΄ αὐτὸ μαθαίνομε ὅτι ἕνα καλό, μπορεῖ νὰ μὴν τὸ κάνομε καλά• νὰ τὸ κάνομε δηλαδὴ ἡ μὲ ἀμέλεια, ἡ καταφρονητικά, ἡ γιὰ κάτι ἄλλο καὶ ὄχι γιὰ τὸ Θεό. Καὶ γὶ΄ αὐτὸ συμβαίνει νὰ μὴ γίνεται εὐπρόσδεκτο ἀπὸ τὸ Θεό.


Εκτύπωση   Email