Πρωτότοκος πάσης κτίσεως (Κολ. 1, 15)

 

 

Ἡ ἑρμηνευτικὴ κακοποίησις τοῦ βιβλικοῦ χωρίου

ἀπὸ τοὺς Μάρτυρας τοῦ Ἰεχωβᾶ

τοῦ πρωτ. π. Βασιλείου Α. Γεωργοπούλου,

Ἐπίκ. Κάθ. Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.

 

christ blessing emmanuel byzantine icon 9240Εἶναι γνωστὸ ὅτι οἱ Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ εἶναι ὄχι μόνο ἀρνητὲς τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἀλλὰ εἶναι γνωστοὶ καὶ γιὰ τὴν ἀπορριπτικὴ στάση τους γιὰ τὶς χριστιανικὲς ἑορτές, μεταξὺ τῶν ὁποίων ἀνήκουν καὶ τὰ Χριστούγεννα (βλ. Ξύπνα, Δεκέμβριος 2010. Σκοπιά, 1.12.2014, σέλ. 11). Γιὰ τοὺς Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ δὲν σαρκώθηκε ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, Θεὸς Ἀληθινὸς ἐκ Θεοῦ Ἀληθινοῦ.

Ἀντιθέτως, σύμφωνα μὲ τοὺς Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ: «Ὡς πρωτότοκος Γιὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἰησοῦς ἦταν πνευματικὸ πλάσμα στὸν οὐρανὸ προτοῦ γεννηθεῖ ὡς ἄνθρωπος στὴ γῆ. (…) Μέσῳ τοῦ ἁγίου πνεύματος, ὁ Ἰεχωβᾶ Θεὸς μετέφερε θαυματουργικὰ τὴ ζωὴ τοῦ οὐράνιου Γιοῦ του στὴ μήτρα τῆς Ἰουδαίας παρθένας Μαρίας, ὥστε νὰ γεννηθεῖ ὡς τέλειος ἄνθρωπος» (βλ. Σκοπιά, 1.4.2011, σ. 5). Καὶ ἀλλοῦ ἀναφέρουν: «Ὁ Ἰησοῦς γνώριζε τὴν προέλευσή του. Στὴν πραγματικότητα, ἡ ζωὴ του ἄρχισε πολὺ πρὶν γεννηθεῖ στὴ γῆ. (…) Ὁ Ἰησοῦς ὑπῆρξε τὸ πρῶτο δημιούργημα τοῦ Θεοῦ καὶ συνέβαλε στὴ δημιουργία ὅλων τῶν ἄλλων πραγμάτων. Ἐφόσον ἦταν ὁ μόνος ποὺ δημιουργήθηκε ἄμεσα ἀπὸ τὸν Θεό, δικαίως μποροῦσε νὰ ἀποκαλεῖται ‘‘ ὁ μονογενὴς Γιὸς τοῦ Θεοῦ ’’ Ἰωάν. 1, 3, 14 καὶ Κολ. 1, 15,16.

Μεταξὺ τῶν ἁγιογραφικῶν μαρτυριῶν ποὺ ἐπικαλοῦνται οἱ Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ στὴν προσπάθειά τους νὰ πείσουν ὅτι ὁ Υἱὸς εἶναι τὸ πρῶτο καὶ ἐξαίρετο κτίσμα τοῦ Ἰεχωβᾶ, ἐπικαλοῦνται καὶ τὸ Κολ. 1, 15. Ὁ Υἱὸς ἰσχυρίζονται σύμφωνα καὶ μὲ αὐτὸ τὸ χωρίο, δὲν εἶναι Θεός, ἀλλὰ Πρωτότοκος = τὸ πρῶτο δημιούργημα τοῦ Ἰεχωβᾶ.

Ἄς ἀξιολογήσουμε τὸ ἐπιχείρημα. Ὁ συγκεκριμένος ἰσχυρισμὸς εἶναι τραγικὸς καὶ μόνο ὁ μυθικὸς Προκρούστης θὰ μποροῦσε νὰ συναγωνιστεῖ τὴν ἑταιρεία Σκοπιὰ στὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο κακοποιεῖ ἑρμηνευτικὰ τὰ ἁγιογραφικὰ χωρία στὴν προσπάθειά της νὰ ἀποδείξει τοὺς ἰσχυρισμοὺς της ὡς ἀληθινούς.

Τὸ Πρωτότοκος προέρχεται ἀπὸ τὸ ρῆμα τίκτω, δηλαδὴ γεννῶ καὶ ὄχι δημιουργῶ. Ἡ ἑταιρεία Σκοπιὰ χρησιμοποιεῖ ἐν προκειμένῳ ὡς ἐπιχείρημα τὴ γραμματικὴ διαστρέβλωση μεταξὺ τῶν ρημάτων κτίζω καὶ τίκτω, ἀπὸ τὸ ὁποῖο προέρχεται ἡ λέξη πρωτότοκος.

Ὁ Θεὸς Λόγος δὲν εἶναι πρωτόκτιστος, ἀλλὰ πρωτότοκος, προηγεῖται δηλαδὴ τῆς δημιουργίας. Εἶναι Κτίστης καὶ ὄχι κτίσμα. Εἶναι τῆς ἰδίας φύσεως μὲ τὸν Γεννήτορα Θεὸ Πατέρα καὶ αὐτὸ γίνεται ἀντιληπτὸ καὶ ἀπὸ τὸ Ἀποκ. 1, 17, 18 ὅπου δηλώνεται ὅτι ὁ Υἱὸς εἶναι Ἄναρχος καὶ ὡς Ἄναρχος ὑπέρκειται τῆς δημιουργίας ὡς Δημιουργὸς καὶ δὲν συναριθμεῖται στὰ δημιουργήματα.

Ἐπιπλέον, τὸ Πρωτότοκος τοῦ ἐδαφίου Κολ. 1, 15, κατανοεῖται ὀρθῶς στὰ πλαίσια τῆς εὐρύτερης νοηματικῆς συνάφειας τοῦ Βιβλικοῦ κειμένου. Στὸ Κολ. 1, 16 διευκρινίζεται ὅτι δι’ Αὐτοῦ, ὡς Δημιουργοῦ δηλαδὴ καὶ ὄχι ὡς δημιουργήματος, κτίστηκαν ὅλα ὅσα ὑπάρχουν στὸν οὐρανὸ καὶ στὴ γῆ, ἐνῷ στὸ Κολ. 1, 17 τονίζεται ἡ ἀσύγκριτη ὑπεροχὴ τοῦ Ἄκτιστου Θεοῦ Λόγου καὶ ἡ διαφορά του ἀπὸ τὴν κτιστὴ δημιουργία μὲ τὸ «καὶ αὐτός ἐστι πρὸ πάντων».

Ἡ ἑταιρεία Σκοπιὰ ὅμως δὲν σταματάει ἐδῶ. Στὴ μετάφραση Νέου Κόσμου, ποὺ ἔχει ἡ ἴδια κατασκευάσει καὶ ἄνετα μπορεῖ νὰ χαρακτηριστεῖ ὡς ἡ μεγαλύτερη κακοποίηση τοῦ Ἱεροῦ Κειμένου παγκοσμίως, διατυπώνει ἕνα ἀπίθανο δικῆς της ἐμπνεύσεως ἰσχυρισμό, γιὰ νὰ καταστήσει ἀληθοφανὲς τὸ ἐπιχείρημά της. Τί ἰσχυρίζεται; Ὅτι «μέσῳ αὐτοῦ δημιουργήθηκαν ὅλα τὰ ἄλλα πράγματα» (Κολ. 1, 16, 17). Τί παρατηροῦμε μέσα ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἀπόδοση τοῦ χωρίου. Ὅτι ὁ Υἱὸς εἶναι τὸ πρῶτο δημιούργημα, πρὶν ἀπὸ ὅλα τὰ ἄλλα πράγματα, ὅπως ἀναφέρουν, μὲ ἀποτέλεσμα ὁ Κτίστης πάντων νὰ ὑποβιβάζεται στὸ πρῶτο καὶ ἐξέχον κτίσμα, βοηθὸς τοῦ Ἰεχωβᾶ γιὰ τὴ δημιουργία τῆς ὑπόλοιπης κτίσης.

Ὁλοκληρώνουμε τὴν ἀναφορὰ στὸν ὄρο Πρωτότοκος καὶ γιὰ νὰ φανεῖ ἡ ἑρμηνευτικὴ κακοποίηση τῶν Μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ, πρέπει νὰ ἐπισημάνουμε καὶ τὰ ἑξῆς: Ὁ ὅρος Πρωτότοκος στὴν Ἁγία Γραφὴ δὲν δηλώνει μόνο ἢ πάντοτε αὐτὸν ποὺ διανοίγει πρῶτος τὴν μήτρα τῆς μητέρας του (Ἀριθμ. 3, 12), ἀλλὰ δηλώνει καὶ αὐτὸν ποὺ βρίσκεται σὲ σχέση ὑπεροχῆς μὲ κάποιον ἢ κάτι ἄλλο. Τὸ βλέπουμε στὸν Ψαλμ. 88, 28, ὅπου ὁμιλεῖ ὁ Θεὸς γιὰ τὸν Δαβὶδ καὶ τὸν χαρακτηρίζει ὡς Πρωτότοκό του, ποὺ θὰ Τὸν καταστήσει Ὕψιστον ἐπὶ τοὺς βασιλεῖς τῆς γῆς. Ἔτσι καὶ στὸ Κολ. 1, 15 Πρωτότοκος εἶναι ὁ Θεὸς Λόγος ποὺ ἔγινε σάρκα (Ἰωάν. 1, 1) καὶ ποὺ ὡς Πρωτότοκος καὶ ὄχι πρωτόκτιστος «πάντα δι’ αὐτοῦ ἐγένετο» (Ἰωάν. 1, 3).

Δὲν εἶναι τυχαῖο τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ νοηματοδότηση τοῦ ὄρου Πρωτότοκος τῶν Μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ ταυτίζεται ἀπόλυτα μὲ τὴ νοηματοδότηση τοῦ ὄρου ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους Ἀρειανούς.


Εκτύπωση   Email