Περὶ Γαστριμαργίας

 ΚΛΙΜΑΞ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ
Λόγος Δέκατος Τέταρτος –
(Δία τὴν ὀνομαστὴν δέσποιναν, τὴν πονηρᾶν κοιλίαν)

IwannisKlimaka

       1. Προκειμένου τώρα νὰ ὁμιλήσωμεν περὶ κοιλίας, ἀποφασίσαμεν πάλι –ὅπως καὶ σὲ ὅλα τὰ θέματα- νὰ στρέψωμε τὴν φιλοσοφία μας ἐναντίον μας. Διότι εἶναι ἀξιοθαύμαστο, ἐὰν ἀπηλλάγη κανεὶς ἀπὸ αὐτήν, πρὶν κατοικήση τὸν τάφο.
       2. Γαστριμαργία εἶναι ἡ ὑποκριτικὴ συμπεριφορὰ τῆς κοιλίας, ἡ ὁποία, ἐνῷ εἶναι χορτασμένη, φωνάζει πὼς εἶναι ἐνδεής. Καὶ ἐνῷ εἶναι παραφορτωμένη μέχρι διαρρήξεως, ἀνακράζει ὅτι πεινᾶ. Γαστριμαργία εἶναι ἡ δημιουργὸς τῶν καρυκευμάτων, ἡ πηγὴ τῶν τέρψεων τοῦ λάρυγγος. Ἐσὺ ἔκλεισες τὴν φλέβα (τῶν ἡδονικῶν ἀπαιτήσεών της), ἀλλὰ αὐτὴ ξεπρόβαλλε ἀπὸ ἄλλο μέρος. Τὴν ἔφραξες καὶ τούτη, ἀλλὰ καινούργια ἀνοίχθηκε. Γαστριμαργία εἶναι μία ἀπάτη τῶν ὀφθαλμῶν. Καθ’ ἣν στιγμὴν κάποιος τρώγει τὸ μέτριο σὲ ποσότητα φαγητό του, ἡ γαστριμαργία τὸν κάνει νὰ σκέπτεται, πὼς νὰ ἦταν δυνατὸν νὰ καταβροχθίση διὰ μιᾶς τὰ σύμπαντα.
       3. Ὁ χορτασμὸς ἀπὸ φαγητὰ εἶναι πατὴρ τῆς πορνείας. Ἡ θλῖψις δὲ τῆς κοιλίας εἶναι πρόξενος ἁγνότητος. Ἐκεῖνος ποὺ ἐκολάκευσε τὸν λέοντα, πολλὲς τὸν ἡμέρωσε. Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ περιποιήθηκε τὴν σάρκα, περισσότερον τὴν ἐξαγρίωσε.
       4. Χαίρεται ὁ Ἰουδαῖος τὰ Σάββατα ἢ τὶς ἑορτές, καὶ ὁ γαστρίμαργος μοναχὸς τὸ Σάββατο καὶ τὴν Κυριακή. Ἀπὸ καιρὸ ὑπολογίζει τὸ Πάσχα καὶ ἀπὸ πολλὲς ἡμέρες ἑτοιμάζει τὰ φαγητά. Ὁ δοῦλος τῆς κοιλίας σκέπτεται μὲ τί εἴδους φαγητὰ θὰ ἑορτάση, ὁ δὲ δοῦλος τοῦ Θεοῦ μὲ τί χαρίσματα θὰ πλουτήση. Ὁ κοιλιόδουλος, ὅταν ἔλθη κάποιος ξένος, συνέχεται ὁλόκληρος ἀπὸ τὴν ἀγάπη – ἀγάπη ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν γαστριμαργία – καὶ θεωρεῖ ὡς ἀναψυχὴ τοῦ ἀδελφοῦ τὴν ἰδικὴ τοῦ κατάλυση! Ἐπὶ παρουσία ὠρισμένων ἄλλων ἀπεφάσισε τὴν κατάλυση οἴνου, καὶ νομίζοντας πὼς κρύβει τὴν ἀρετήν του, ὑποδουλώθηκε στὸ πάθος του.
       5. Ἐχθρεύεται πολλὲς φορὲς ἡ κενοδοξία πρὸς τὴν γαστριμαργία καὶ ἀντιμάχονται γιὰ τὴν κατοχὴ τοῦ ἄθλιου μοναχοῦ σὰν νὰ πρόκειται γιὰ ἀγοραστὸ δοῦλο. Ἡ μὲν γαστριμαργία τὸν ὠθεῖ στὴν κατάλυση, ἡ δὲ κενοδοξία τοῦ συνιστᾶ τὴν ἐπίδειξη τῆς ἀρετῆς του, ἀλλὰ ὁ σοφὸς μοναχὸς θὰ τὶς ἀποφύγη καὶ τὶς δυό, διώχνοντας στὴν κατάλληλη ὥρα τὴν μία μὲ τὴν βοήθεια τῆς ἄλλης.
       6. Ὅταν ἡ σάρκα σφριγά, ἄς φυλάξωμε τὴν ἐγκράτεια παντοῦ καὶ πάντοτε. Ὅταν δὲ ἠρεμεῖ – πρᾶγμα ποὺ δὲν πιστεύω ὅτι κατωρθώνεται πρὸ τοῦ τάφου – ἄς ἀποκρύψωμε τὴν ἐργασία μας.
       7. Εἶδα ἡλικιωμένους ἱερεῖς νὰ ἐμπαίζωνται ἀπὸ τοὺς δαίμονες καὶ νὰ δίνουν εὐλογία στοὺς νέους, ποὺ δὲν ἐξηρτῶντο πνευματικῶς ἀπὸ αὐτούς, νὰ καταλύσουν σὲ ἐπίσημο τραπέζι κρασὶ καὶ ὅ,τι ἄλλο. Ἐὰν μὲν οἱ ἱερεῖς αὐτοὶ ἔχουν ἐν Κυρίῳ καλὴ μαρτυρία, ἄς κάνωμε μέτρια κατάλυση. Ἐὰν ὅμως εἶναι ἀμελεῖς, ἄς μὴ λάβωμε καθόλου ὑπ’ ὄψιν μας τὴν εὐλογία τους, καὶ μάλιστα ἐὰν τύχη καὶ μαχώμεθα ἐναντίον σαρκικῆς πυρώσεως.
       8. Ἐνόμισε ὁ θεήλατος Εὐάγριος ὅτι ἔγινε σοφώτερος τῶν σοφῶν καὶ στὴ μορφὴ καὶ στὸ περιεχόμενο τῶν λόγων του. Ἀπατήθηκε ὅμως ὁ ταλαίπωρος καὶ φάνηκε ἀνοητότερος τῶν ἀνοήτων καὶ σὲ πολλὰ ἄλλα ζητήματα καὶ σ’ αὐτό. Ἐδίδαξε: «Ὁσάκις ἡ ψυχὴ ἐπιθυμεῖ ποικίλα φαγητά, ἄς θλίβεται μὲ ἄρτον μόνο κὰ ὕδωρ». Εἶναι δὲ ἡ προσταγὴ του αὐτὴ σὰν νὰ προτρέπεις ἕνα παιδὶ ν’ ἀνεβῆ μὲ ἕνα βῆμα ὅλη τὴ σκάλα. Ἐμεῖς ὅμως, ἀντικρούοντας τὸν ὁρισμό του, ὡς ἑξῆς ὁρίζουμε: Ὅταν ἐπιθυμοῦμε τὰ διάφορα φαγητά, ζητοῦμε κάτι ποὺ εἶναι μέσα στὴ φύση μας. Γιὰ αὐτὸν τὸν λόγο ἄς χρησιμοποιήσωμε ἕνα τέχνασμα πρὸς τὴν πολυμήχανη κοιλία, καὶ μάλιστα ἂν δὲν μᾶς ἀπειλεῖ βαρύτατος πόλεμος ἢ δὲν ὑπάρχει πένθος ἢ κανών γιὰ προηγούμενες σοβαρὲς πτώσεις. Ἄς κόψωμεν πρῶτα τὰ λιπαρά, ἔπειτα τὰ ἐρεθιστικὰ καὶ ἔπειτα τὰ εὔγευστα.
       9. Ἄν σοῦ εἶναι εὔκολο, δίδε στὴν κοιλία σου τροφὴ χορταστικὴ καὶ εὐκολοχώνευτη, ὥστε μὲ τὸν χορτασμὸ νὰ ἰκανοποιήσωμε τὴν ἀχόρταστη ὄρεξή της, ἐνῷ μὲ τὴν σύντομη χώνευση νὰ σωθοῦμε ἀπὸ τὴν σαρκικὴ πύρωση σὰν ἀπὸ μάστιγα. Ἃς ἐξετάσωμε, καὶ θὰ βροῦμε πὼς τὰ περισσότερα ἀπὸ τὰ φαγητὰ ποὺ «φουσκώνουν» ἐρεθίζουν τὴν σάρκα.
       10. Να γελᾶς μὲ τὸν δαίμονα πού σοῦ ὑποβάλλει μετὰ τὸ δεῖπνο νὰ ἀφήσης γιὰ τὴν ἑπόμενη ἡμέρα τοὺς κανόνες τῶν προσευχῶν σου, διότι θὰ ἔλθη ἡ ἐνάτη ὥρα τῆς ἑπομένης καὶ δὲν θὰ ἔχει τηρηθεῖ ἡ συμφωνία τῆς προηγούμενης.
       11. Ἄλλη εἶναι ἡ ἐγκράτεια ποὺ ἁρμόζει σὲ ὅσους δὲν ἔχουν δοκιμάσει μεγάλες πτώσεις καὶ ἄλλη σὲ ὅσους ἔχουν ὑποπέσει σ’ αὐτές. Οἱ μὲν πρῶτοι ἔχουν ὡς γνώμονα τὴν σαρκικὴ κίνηση, οἱ δὲ δεύτεροι ἀντιμετωπίζουν τὸ θέμα μὲ σκληρότητα καὶ ἀδιαλλαξία μέχρι θανάτου. Καὶ οἱ μὲν προσπαθοῦν νὰ διαφυλάττουν πάντοτε τὴν σωφροσύνη τοῦ νοῦ, ἐνῷ οἱ δὲ ἐξευμενίζουν τὸν Θεὸν μὲ τὴν σκυθρωπότητα τῆς ψυχῆς καὶ μὲ τὴν θλίψη τῆς καρδιᾶς.
       12. Ὁ καιρὸς τῆς εὐφροσύνης καὶ τὰ παρακλήσεως στὸν τέλειο μοναχὸ εἶναι καιρὸς ἀμεριμνίας, στὸν ἀγωνιστὴ καιρὸς πάλης καὶ στὸν ἐμπαθῆ εἶναι «ἑορτὴ ἑορτῶν καὶ πανήγυρις πανηγύρεων».
       13. Ὄνειρα γύρω ἀπὸ τροφὲς καὶ φαγητὰ συναντῶνται στὴν καρδιὰ τῶν γαστριμάργων, καὶ ὄνειρα γύρω ἀπὸ τὴν κόλαση καὶ τὴν Κρίση συναντῶνται στὴν καρδιὰ τῶν μετανοούντων.
       14. Κυριάρχησε στὴν κοιλία σου, πρὶν κυριαρχήσει αὐτὴ ἐπάνω σου, κᾶ τότε θὰ ἀναγκασθῆς νὰ νηστεύης γεμάτος καταισχύνη. Αὐτὸ ποὺ εἶπα τὸ καταλαβαίνουν ἐκεῖνοι ποὺ ἔπεσαν στὸν ἀκατονόμαστο βόθρο. Ὅσοι εἶναι εὐνοῦχοι (κατὰ πνεῦμα εὐνοῦχοι – πρβλ. Ματθ.ιθ’ 12) δὲν ἐγνώρισαν τὸ ἁμάρτημα αὐτό.
       15. Ἄς περικόψουμε τὶς ἀπαιτήσεις τῆς κοιλίας μὲ τὴν σκέψη τοῦ αἰωνίου πυρός. Μερικοὶ ποὺ ὑπετάγησαν σ’ αὐτὴν ἔφθασαν στὴν ἀνάγκη στὸ τέλος νὰ ἀποκόψουν τὰ μέλη τοῦ σώματός τους, καὶ ἀπέθαναν ἔτσι σωματικὰ καὶ ψυχικά. Ἄς ἐρευνήσωμε, καὶ ὁπωσδήποτε θὰ διαπιστώσωμε πὼς τὰ ἠθικά μας ναυάγια προέρχονται μόνο ἀπὸ τὴν γαστριμαργία.
       16. Ὁ νοῦς τοῦ νηστευτοῦ προσεύχεται καθαρὰ καὶ προσεκτικά, τοῦ δὲ ἀκρατοῦς εἶναι γεμάτος ἀπὸ ἀκάθαρτες εἰκόνες. Ὁ χορτασμὸς τῆς κοιλίας ἐξήρανε τὶς πηγὲς τῶν δακρύων. Ὅταν ὅμως αὐτὴ ἀπεξηράνθη, ἐδημιούργησε τὰ ὕδατα τῶν δακρύων.
       17. Ἐκεῖνος ποὺ περιποιεῖται τὴν κοιλία του καὶ ἀγωνίζεται νὰ νικήσει τὸ πνεῦμα τῆς πορνείας, ὁμοιάζει μὲ ἐκεῖνον ποὺ προσπαθεῖ νὰ σβήσει μεγάλη φωτιὰ μὲ λάδι. Ὅταν θλίβεται ἡ κοιλία, ταπεινοῦται ἡ καρδία. Ὅταν ὅμως δέχεται περιποιήσεις, θεριεύουν καὶ ἀλαζονεύουν οἱ λογισμοί.
       18. Ἐξέταζε τὸν ἐαυτόν σου τὴν πρώτη ὥρα τῆς ἡμέρας καὶ τὸ μεσημέρι καὶ τὴν τελευταία πρὸ τοῦ φαγητοῦ, καὶ θὰ κατανπήσεις ἔτσι τὴν ὠφέλεια τῆς νηστείας. Τὸ πρωὶ (ποὺ δὲν πεινᾶς) οἱ λογισμοὶ σκιρτοῦν καὶ περιπλανῶνται ἐδῶ κι’ ἐκεῖ, κατὰ τὴν ἕκτη ὥρα ἀτονοῦν κάπως, καὶ κατὰ τὸ ἡλιοβασίλεμα ἔχουν ἐντελῶς ταπεινωθεῖ.
       19. Θλίβε τὴν κοιλία καὶ ὁπωσδήποτε θὰ κλείσεις καὶ τὸ στόμα, διότι ἡ γλῶσσα ἰσχυροποιεῖται ἀπὸ τὰ πολλὰ φαγητά. Νὰ πυγμαχῆς συνεχῶς ἐναντίον της καὶ νὰ ἐπαγρυπνῆς συνεχῶς ἐπάνω της. Ἐὰν ἐσὺ κοπιάσεις ὀλίγο, ἀμέσως καὶ ὁ Κύριος σὲ βοηθεῖ.
       20. Ὅσο χρησιμοποιοῦνται καὶ μαλακώνουν οἱ ἀσκοί, τόσο αὐξάνουν στὴν χωρητικότητα. Ὅταν ὅμως μείνουν περιφρονημένοι καὶ ἀχρησιμοποίητοι, θὰ μαζέψουν καὶ δὲν θὰ χωροῦν τόσο πολύ.
       21. Ἐκεῖνος ποὺ καταπιέζει τὴν κοιλία μὲ πολλὰ φαγητά, ἐπλάτυνε τὰ ἔντερα, ἐνῷ ἐκεῖνος ποὺ τῆς ἐναντιώνεται, τὰ ἐστένευσε. Καὶ ὅταν αὐτὰ ἐστένευσαν, δὲν χρειάζονται πολλὰ φαγητά, ὁπότε κατὰ φυσικὸ τρόπο μαθαίνουμε νὰ νηστεύουμε.
       22. Ἡ δίψα πολλὲς φορὲς ἐσταμάτησε τὴν δίψα. Εἶναι ὅμως δυσχερὲς καὶ ἀκατόρθωτο μὲ τὴν πεῖνα νὰ περικοπῆ ἡ πεῖνα. Ὅταν σὲ νικήση ἡ κοιλία, δάμαζέ την μὲ σωματικοὺς κόπους. Καὶ ἂν αὐτό σοῦ εἶναι ἀδύνατο διὰ λόγους ἀσθενείας, πάλαιψε ἐναντίον της μὲ τὴν ἀγρυπνία.


Εκτύπωση   Email