Πεντηκοστὴ

PentikostiΤὴν Κυριακή τῆς Πεντηκοστῆς γιορτάζεται ἡ ἐμφάνιση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στοὺς μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ, πενήντα μέρες μετὰ τὴν Ἀνάστασή Του καὶ δέκα μέρες μετὰ τὴν Ἀνάληψή Του (Πράξεις β’ 1-41). Σὲ ἀνάμνηση τοῦ γεγονότος αὐτοῦ, κάθε χρόνο, οἱ Χριστιανοὶ γιορτάζουν μὲ ἰδιαίτερη λαμπρότητα τὴν ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς καὶ αὐτὸ διότι ἡ ἡμέρα αὐτὴ ἀποτελεῖ τὴ γενέθλια ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας, καθὼς τότε φανερώθηκαν, μέσῳ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, «τὰ περὶ βασιλείας τοῦ Θεοῦ» στοὺς μαθητὲς τοῦ Ἰησοῦ (Πράξεις 1,3).

Τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς ἔλαβε χώρα ἡ ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στοὺς ἑκατόν εἴκοσι μαθητές, συμπεριλαμβανομένων καὶ τῶν Ἀποστόλων τοῦ Ἰησοῦ, (Πράξεις 1,15) ὅπου, σύμφωνα μὲ τὶς  Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, ἔλαβαν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μιλώντας σὲ ξένες γλῶσσες (γλωσσολαλιᾶ), γεγονὸς ποὺ ἔγινε ἀντιληπτὸ ἀπὸ Ἰουδαίους καὶ προσήλυτους ποὺ ἦταν στὴν Ἱερουσαλὴμ γιὰ τὴ γιορτὴ τῶν Ἑβδομάδων. Ὡς ἀποτέλεσμα, ἔπειτα καὶ ἀπὸ τὸ κήρυγμα τοῦ Πέτρου, βαφτίστηκαν ἐκείνη τὴν ἡμέρα τρεῖς χιλιάδες νέα μέλη τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας. (Πράξεις 1,13-15· 2,1-41).

Ἡ Πεντηκοστὴ ἄρχισε νὰ γιορτάζεται ἀπὸ τὴν πρώτη Ἐκκλησία εἴτε στὸ ναὸ τῶν Ἱεροσολύμων μαζὶ μὲ τοὺς Ἰουδαίους (Πράξεις 20,16), εἴτε χωριστά. Σύμφωνα μὲ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς Πατέρες καὶ συγγραφεῖς τοῦ β’ μισοῦ τοῦ 4ου μ.Χ. αἰώνα γινεται λόγος γιὰ τὸν ἑορτασμὸ ἀπὸ τοὺς ἀποστολικοὺς χρόνους, ὅταν κατὰ τὴν ἑορτὴ αὐτὴ γινόταν καὶ ἡ βάπτιση τῶν κατηχουμένων καὶ γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ συνεχίζεται καὶ ψάλλεται ὁ ὕμνος: «Ὅσοι εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε…».

Εἶναι σημαντικὸ νὰ μὴν πιστεύουμε πὼς τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἔχει τὴ μορφὴ ποὺ τοῦ δίνεται σὲ ἁγιογραφίες, καὶ πὼς ἡ ἑκάστοτε μορφὴ μὲ τὴν ὁποία ἀποτυπώνεται εἶναι καθαρὰ συμβολική. Ὅταν ὁ Ἰησοῦς βαπτίσθηκε στὸν Ἰορδάνη, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐμφανίσθηκε μὲ τὴ μορφὴ περιστεριοῦ. Ἐμφανίσθηκε ὄχι γιὰ νὰ προσθέσει κάτι στὸν Χριστό, ἀλλὰ συμβολικά, ὥστε νὰ δείξει αὐτὸ ποὺ ὑπάρχει μέσα στὸν Χριστό: τὴν ἁγνότητα, τὴν καθαρότητα καὶ τὴν εἰρήνη. Αὐτὰ συμβολίζει τὸ περιστέρι. Ὅταν οἱ ἀπόστολοι συγκεντρώθηκαν τὴν πεντηκοστὴ ἡμέρα ἀπὸ τὴν ἥμερά της Ἀνάστασης, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐμφανίσθηκε μὲ τὴ μορφὴ πύρινων γλωσσῶν, γιὰ νὰ ἀφαιρέσει ἀπὸ αὐτοὺς κάθε ἁμαρτία, ἀδυναμία, φόβο καὶ ἀκαθαρσία τῆς ψυχῆς καὶ νὰ τοὺς δωρίσει τὴ δύναμη, τὸ φῶς καὶ τὴ φλόγα τῆς πίστης. Αὐτὰ συμβολίζουν οἱ πύρινες γλῶσσες. Γνωρίζουμε ὅτι τὸ πῦρ εἶναι δυνατό, φωτίζει καὶ ζεσταίνει. Ἀλλὰ ὅταν μιλᾶμε γιὰ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα πρέπει νὰ μὴ σκεφτόμαστε ὑλικὰ ἀλλὰ πνευματικά. Γίνεται λόγος λοιπόν, γιὰ τὴν πνευματικὴ δύναμη, τὸ πνευματικὸ φῶς καὶ τὴν πνευματικὴ ζέση, δηλαδὴ τὴ δυνατὴ θέληση, τὸ φωτισμένο νοῦ καὶ τὴ ζέση τῆς ἀγάπης. Μὲ αὐτὰ τὰ πνευματικὰ χαρίσματα ἐφοδίασε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τοὺς μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσουν τὸν κόσμο. «Οὐ γὰρ ὑμεῖς ἔστε οἱ λαλοῦντες ἀλλὰ τὸ Πνεῦμα τοῦ πατρὸς ὑμῶν τὸ λαλοῦν ἐν ὑμῖν» (Ματθ. 10,20).

Με τὰ ὅσα συνέβησαν τὴν Κυριακή τῆς Πεντηκοστῆς, οἱ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ κατανόησαν πλήρως τὴν ἀποστολὴ τοῦ Ἰησοῦ στὸν κόσμο, καὶ γι’ αὐτὸ ἔπαψαν νὰ κρύβονται κι ἄρχισαν νὰ κηρύττουν τὴν Ἀνάσταση τοῦ δασκάλου τους. Τὰ πνευματικὰ χαρίσματα τὰ ὁποῖα γέμισαν τὶς καρδιὲς τῶν ἀποστόλων μὲ θέληση, πίστη καὶ ἀγάπη, μποροῦν νὰ ἀποτελέσουν καὶ δικά μας ἐφόδια, ὥστε ἀντιλαμβανόμενοι τὴν δύναμη καὶ τὴ διαχρονικότητα τῆς πίστης μας, νὰ ἀντιμετωπίσουμε τὸ παρὸν ἔχοντας ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό.


Εκτύπωση   Email