Η ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ (Ἡ κατ’ ἐξοχήν λατρεία τοῦ Θεοῦ)

alt

Η ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

(Ἡ κατ’ ἐξοχήν λατρεία τοῦ Θεοῦ)

(ἀπό τόν π. Κωνσταντῖνο Φιοράκη)

(δ’)

       Οἱ γνωστές, στήν Ὀρθόδοξη λειτουργική μας παράδοση, Λειτουργίες τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, καί τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, λέγονται καί «Βυζαντινές» γιά νά τίς ξεχωρίζουμε ἀπό κάποιες ἄλλες λειτουργικές παραδόσεις πού ἀναπτύχθηκαν καί ἐπικράτησαν σέ κάποιες περιοχές, τόσο στή Δύση, ὅσο καί τήν Ἀνατολή. Στόν Ὀρθόδοξο χῶρο τελικά ἐπικράτησαν οἱ δυό προαναφερθένετες λειτουργικοί τύποι.

   Ἄν σταθοῦμε στήν σπονδύλωσή τους, εὔκολα διαπιστώνουμε, πώς ἀποτελοῦνται ἀπό δύο ἐπιμέρους λειτουργικά τμήματα. Τό πρῶτο τμῆμα ἀποτελεῖ τή «λειτουργία τοῦ λόγου». Σ’ αὐτό δεσπόζουν τά ἀναγνώσματα (Ἀπόστολος, Εὐαγγέλιο, Κήρυγμα). Στό δεύτερο τμῆμα ἁπλώνεται ἡ καθ’ αὐτό «λειτουργία τῆς Εὐχαριστίας τοῦ Θεοῦ» μέ κυρίαρχο στοιχεῖο τήν Ἁγία Ἀναφορά καί τή θεία Κοινωνία.

   Τό πρῶτο μέρος καί στίς δύο λειτουργίες ἀρχίζει μέ τήν ἐναρκτήρια εὐλογία, «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος…». Στό πρῶτο τμῆμα, ὅπως προαναφέραμε, κυρίαρχη θέση ἔχει ἡ ἐμφάνιση τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου ἀνάμεσα στή σύναξη τῶν πιστῶν μέ τήν λιτανευτική εἰσόδευση τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου μέσα ἀπό τή σύναξη τῶν πιστῶν, οἱ ὁποῖοι ὑποδέχονται τήν παρουσία του μέ τήν κλίση τοῦ αὐχένος τους κατά τή διέλευσή του. Τό Ἅγιο Εὐαγγέλιο, ὅπως ὅλοι μας γνωρίζουμε εἶναι ἡ διαρκής παρουσία τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο.

   Τό πρῶτο μέρος τῆς λατρευτικῆς συνάξεως θά ἀποκορυφωθεῖ μέ τήν ἀνάγνωση τῶν ἱερῶν ἀναγνωσμάτων πρῶτα τοῦ Ἀποστολικοῦ καί στή συνέχεια τοῦ Εὐαγγελικοῦ. Ἐνῶ στή συνέχεια ἀκολουθεῖ ἡ διδαχή (τό κήρυγμα). Στό τμῆμα αὐτό τῆς «λειτουργίας τοῦ λόγου» εἶχαν θέση καί οἱ κατηχούμενοι, ὅσοι δηλαδή προετοιμάζονταν γιά νά γίνουν μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Δέν εἶχαν δεχθεῖ ἀκόμη τό Βάπτισμα, καί ἀποτελοῦσαν μιά ὁμάδα προετοιμασίας. Οἱ κατηχούμενοι ἔμεναν στόν πρόναο καί μετά τή διδαχή ἀποχωροῦσαν ἀπό τή λατρευτική σύναξη.

   Ἐπιγραμματικά τό Πρῶτο μέρος τῆς θείας Λειτουργίας ἔχει τήν ἀκόλουθη σειρά.

Ἔναρξη – «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία…».

Ἡ μεγάλη συναπτή – «Εἰρηνικά».

Εὐχή Α’ Ἀντιφώνου – Ἐκφώνηση, «Ὅτι πρέπει σοι...».  

Τά τυπικά (ψαλμός 102) «Εὐλόγει ἡ ψυχή μου τόν Κύριον…», ἤ τό Α’ Ἀντίφωνο «Ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου…».

Μικρά συναπτή – «Ἔτι καί ἔτι…».

Εὐχή Β’ Ἀντιφώνου – Ἐκφώνηση, «Ὅτι σόν τό κράτος...».

Ὁ 145ος Ψαλμός «Αἴνει ἡ ψυχή μου τόν Κύριον…» ἤ τό Β’ Ἀντίφωνο «Σῶσον ἡμᾶς Υἱέ Θεοῦ…», «Ὁ μονογενής Υἱός…».

Μικρά συναπτή- «Ἔτι καί ἔτι...».

Εὐχή Γ’ Ἀντιφώνου – Ἐκφώνηση «Ὅτι ἀγαθός...».

Οἱ μακαρισμοί ἤ τό Ἀπολυτίκιο.

Ἡ μικρά εἴσοδος τοῦ Εὐαγγελίου, τό Εἰσοδικό. Ἀπολυτίκια, Κοντάκιο.

Τρισάγιος Ὕμνος καί ἡ Εὐχή του –ἐκφώνηση, «Ὅτι ἅγιος εἶ...».

Τά Ἀναγνώσματα: Ἀποστολικό, τό Ἀλληλουάριο, ἡ εὐχή πρό τοῦ Εὐαγγελίου.

Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα.

Ἡ Διδαχή, (κήρυγμα).

Ἡ Ἐκτενής ἱκεσία καί ἡ εὐχή. Ἐκφώνηση «Ὅτι ἐλεήμων...».

Οἱ δεήσεις ὑπέρ τῶν Κατηχουμένων – εὐχή - Ἐκφώνηση.

   Ὁ μακαριστός καθηγητής τῆς Λειτουργικῆ Ἰωάννης Φουντούλης, ἐξηγεῖ ὅτι «παλαιότερα χρησιμοποιούσαν αντίστοιχα τους όρους «λειτουργία των κατηχουμένων» και «λειτουργία των πιστών», μεταφρασμένους από τη λατινική ορολογία. «missa catechumenorum» – «missa fidelium». Αλλά οι αυτοί κρίνονται ανακριβείς και έχουν εγκαταλειφθεί και σ’ αυτή τη Δύση. Όλη η λειτουργία είναι των πιστών. Αν μέρος της συνάξεως ήταν προσιτό και στους κατηχουμένους, αυτό δεν σημαίνει ότι ήταν δική τους λειτουργία. Στα λατινικά η λέξη «missa» σημαίνει απόλυση, που γενικεύθηκε ύστερα σαν δηλωτικός όρος της όλης λειτουργίας. Η «missa catechumenorum», δηλαδή η απόλυση των κατηχουμένων, γινόταν σ’ όλες τις λειτουργίες μετά την εκτενή δέηση και την υπέρ αυτών ευχή που ακολουθούσε τα αναγνώσματα. Η «missa fidelium» , η απόλυση δηλαδή των πιστών, γινόταν στο τέλος της ευχαριστίας, μετά την κοινωνία. Στην πατρίδα τους οι εσφαλμένοι αυτοί όροι διορθώθηκαν. Έμειναν όμως σ’ εμάς» (Λειτουργική Α’ σελ. 191).

   Τό δεύτερο μέρος χαρακτηρίζεται ὡς ἡ «Τελετουργία τοῦ Μυστηρίου» ἤ ἁπλά «Ἡ Εὐχαριστία» καί ἀρχίζει ἀμέσως μετά τήν ἔξοδο τῶν κατη-χουμένων τῶν «ἀμυήτων». Τά κύρια σημεῖά της εἶναι ἡ προσφορά τῶν δώρων, ὁ καθαγιασμός τους, (ἡ Εὐχή τῆς Ἁγίας Ἀναφορᾶς), ἡ κοινωνία τῶν πιστῶν καί ἡ Ἀπόλυση.

   Τό διάγραμμα πού ἀκολουθεῖται εἶναι:

Μικρά συναπτή – «Σοφία»- ἡ Α’ εὐχή τῶν πιστῶν.  

Μικρά Συναπτή - «Σοφία» – ἡ Β’ εὐχή τῶν πιστῶν.

Ὁ Χερουβικός ὕμνος – ἡ εὐχή τοῦ Χερουβικοῦ ὕμνου.

Εἴσοδος τῶν τιμίων Δώρων ἤ Μεγάλη Εἴσοδος.

Τά Πληρωτικά.

Ἡ εὐχή τῆς προσκομιδῆς «Κύριε ὁ Θεός ἡμῶν...» μέ τήν ἐκφώνησή της.

Τό Σύμβολο τῆς Πίστεως.

Ἡ Ἁγία Ἀναφορά, ἡ ὁποία ἀρχίζει μέ τήν προτροπή, «Στῶμεν καλῶς...» καί περιλαμβάνει τήν Ἀποστολική εὐλογία, «Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί Πατρός, καί ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἴη μετά πάντων ὑμῶν». Ἀκολουθεῖ ὁ εἰσαγωγικός διάλογος: «Ἄνω σχῶμεν τάς καρδίας»- «Ἔχομεν πρός τόν Κύριον»- «Εὐχαριστήσωμεν τῷ Κυρίῳ»- «Ἄξιον καί δίκαιον». Καί ἀρχίζει ἡ Εὐχή τῆς Ἁγίας Ἀναφορᾶς, στή μέν θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου: «Ὁ Ὤν Δέσποτα, Κύριε...», στή δέ θεία Λειτουργία τοῦ Χρυσοστόμου, «Ἄξιον καί δίκαιον…», ὁ Ἐπινίκιος Ὕμνος, «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος Κύριος Σαβαώθ… Μετά τούτων...» μέχρι καί τῆς τελικῆς εὐλογίας «Καί ἔσται τά ἐλέη τοῦ μεγάλου Θεοῦ…».                  

Ἡ συναπτή «Πάντων τῶν Ἁγίων μνημονεύσαντες…», τά δεύτερα πληρωτικά, ἡ εὐχή πρό τῆς Κυριακῆς Προσευχῆς καί ἡ ἐκφώνηση «Ὅτι σοῦ ἐστίν...». Ἡ εἰρήνευση καί ἡ εὐχή τῆς κεφαλοκλισίας μέ τήν ἐκφώνση «Χάριτι καί οἰκτιρμοῖς...». Ἡ εὐχή «Πρόσχες Κύριε...».

Ἡ Ὕψωση τοῦ Ἁγίου Ἄρτου. Ὁ Μελισμός, Πλήρωμα Ποτηρίου, Ζέον, ψαλμωδία τοῦ κοινωνικοῦ, προετοιμασία γιά τή συμμετοχή στήν ὄντως ζωή μέ τήν Κοινωνία τῶν πιστῶν μέ τό Δεσποτικό Σῶμα καί Αἷμα. Ἡ εὐλογία: «Σῶσον ὁ Θεός τόν λαόν σου».

Ἡ Εὐχή τῆς Εὐχαριστίας μέ τήν ἐκφώνηση «Ὅτι σύ εἶ ὁ ἁγιασμός...».

Ἡ Ὀπισθάμβωνος εὐχή. «Εἴη τό ὄνομα Κυρίου...».

Ἡ Εὐλογία καί ἡ Ἀπόλυση.

Ἡ Ἔναρξη τοῦ Μυστηρίου τῆς Εὐχαριστίας τοῦ Θεοῦ

Ὁ λειτουργός τοῦ μυστηρίου στέκεται μέ δέος «κατενώπιον» τοῦ ἱεροῦ Θυσιαστηρίου καί δανείζει τήν ὕπαρξή του τήν ἀσθενική σ’ Ἐκεῖνον πού ὁ Ἴδιος «προσφέρει καί προφέρεται ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς καί σωτηρίας» καί ἐκφωνεῖ:

«-Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Στό σημεῖο αὐτό ἀφήνουμε τό λόγο στόν Γέροντα Προηγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σίμωνος Πέτρας, π. Αἰμιλιανό.

   «-Πώς αρχίζει η λειτουργία;

   «Ευλογημένη η βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Αμήν».

   Γιατί αρχίζει έτσι ο ιερεύς; Τι θέλει να πη; Μπροστά μας ανοίγει ο Χριστός ένα εξαίσιο θέαμα. Μπροστά μας παρουσιάζει μια ουράνια οπτασία. Μπροστά μας ο Χριστός ανοίγει την βασιλείαν του. Όπως πηγαίνεις σε ένα κατάστημα και σου ανοίγει ο έμπορος το τόπι του υφάσματος και το βλέπεις, το πιάνεις, δοκιμάζεις την αντοχή του, βλέπεις την ομορφιά του και λες αυτό θα αγοράσω, έτσι κάνει εκείνην την ώρα ο Χριστός.

   Μπροστά στα μάτια μας ανοίγει την βασιλείαν του, να την δούμε, να την νοιώσωμε, να την χορτάσωμε και να πούμε: Αυτήν διαλέγω και εγώ για την ζωή μου. Άραγε το νοιώθει η ψυχή μας αυτό; Ο ιερεύς το καταλαβαίνει την ώρα εκείνην εις το θυσιαστήριον. Κτυπά δυνατά η καρδιά του, πάει να τυφλωθή, όπως τυφλώθηκε ο Παύλος στον δρόμο προς την Δαμασκόν, όταν είδε τον Χριστόν. (Πράξ. 9,3-9). Τα μάτια του τα πνευματικά βλέπουν το εκθαμβωτικό φως του Θεού. Γι' αυτό γεμάτος έκστασι ξεσπά: «Ευλογημένη η βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος». Η δόξα σου στην βασιλεία σου, Χριστέ μου, γεμίζει τα πάντα. Έχετε δει, όταν στολίζουν την νύφη για να την φωτογραφήσουν, πώς το μεγάλο πέπλο της πιάνει όλο το δωμάτιο και τα κράσπεδα του ιματίου της καλύπτουν το δάπεδο, για να δείξουν την δόξαν της και την ομορφιά της; Έτσι ακριβώς η Εκκλησία του Χριστού την ώρα εκείνην απλώνεται εις όλον τον χώρο μπροστά στα μάτια μας.Ποια είναι αυτή η ευλογημένη, η δοξασμένη, η τιμημένη, η ανώτερη από κάθε άλλο βασιλεία; Είναι η βασιλεία των ουρανών, η βασιλεία του Θεού, είναι ο παράδεισος, εις τον οποίον μας έβαλε ο Χριστός, είναι η αγία μας Εκκλησία. Βασιλεύς είναι ο τρισήλιος Θεός, ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα. Υπηρέται του βασιλέως είναι οι άγγελοι και οι αρχάγγελοι, θρόνοι, αρχαί, εξουσίαι, κυριότητες, δυνάμεις, τα πολυόμματα χερουβίμ και τα εξαπτέρυγα σεραφίμ. Στρατηγοί του βασιλέως είναι οι άγιοι. Βασίλισσα είναι η Κυρία Θεοτόκος. Στρατιώτες πιστοί είναι οι χριστιανοί, όσοι είναι έτοιμοι να ακολουθήσουν τον Χριστόν ό,τι και αν τους κοστίση, όλοι εκείνοι που είναι πρόθυμοι να φέρουν το τιμημένο όνομά του, όλοι εκείνοι που αποτελούν την Εκκλησίαν του.

   Όλοι λοιπόν, ο Χριστός, οι άγιοι, η Θεοτόκος, οι άγγελοι, οι πιστοί όλων των αιώνων κατά την ώρα της λειτουργίας είναι μαζί μας.Επομένως, όταν λέγη ο ιερεύς «Ευλογημένη η βασιλεία του Πατρός», ξεχνάει τον εαυτόν του, το σπίτι του. Ξεχνάει τον κόσμο, όλα εκείνα που βλέπει, και προσηλώνει την καρδιά του και την σκέψι του σε εκείνα που καταλαβαίνει, τα μυστικά, τα αόρατα, που του παρουσιάζει μπροστά του ο Χριστός. Γι' αυτό ακριβώς, νοιώθοντας την δόξαν του Χριστού, του ουρανίου βασιλέως, με γόνατα που τρέμουν, με ψυχή που πάει να λυγίση κάτω από το βάρος της ευθύνης, με μάτια που διεισδύουν εις τα μυστήρια της βασιλείας των ουρανών, τρεμάμενος λέγει, «Ότι πρέπει σοι πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις»" σε εσένα, Χριστέ μου, που είσαι τόσο δοξασμένος, που δορυφορείσαι από τόσους αγίους και αγγέλους, σε εσένα αρμόζει η δόξα και η τιμή και η προσκύνησις. Μπροστά μας λοιπόν ολόκληρη η Εκκλησία. Μπροστά μας παρών αληθινά, ουσιαστικά, μυστικά ο Χριστός! «Ου εισιν δύο ή τρεις συνηγμένοι εις το εμόν όνομα» (Ματθ. 18, 20), εκεί ανάμεσά τους είμαι και εγώ, λέγει ο Χριστός. Αυτό γίνεται την ώρα της λειτουργίας.

   Ἐρχόμαστε να αγγίξουμε δέος το ιερό κείμενο της Θείας Λειτουργίας του ιερού Χρυσοστόμου, έχοντας πάντοτε κατά νου την ανεπάρκεια μας για το εγχείρημα αυτό.

   Η Λειτουργία αρχίζει με την επίκληση της Αγίας Τριάδος. Η κάθε Θεία Λειτουργία είναι και μια θεοπτία. Προσκαλείται ο Πανάγιος Τριαδικός Θεός μας, να έλθει κοντά μας. Το Θυσιαστήριο μεταβάλλεται σε «θρόνον υψηλόν και επηρμένον», ενώ είναι «πλήρης ο οίκος της δόξης αυτού» (Ησ. 6, 1). Ο λειτουργός Ιερέας έχοντας κάνει όλες τις αναγκαίες προετοιμασίες, αλλά και έχοντας κατά νου την επίγνωση της αλήθειας που εκφράζει το «τελεσιουργούμενον μυστήριον», έρχεται και στέκεται μπροστά στην Αγία Τράπεζα. Η καθαρότητα της καρδιάς και η βαθιά επίγνωση της αναξιότητας αποτελούν στοιχεία για να κοιτάξει προς την Ανατολή, υψώνει το ιερό Ευαγγέλιο. Το Ευαγγέλιο σύμβολο της παρουσίας του Χριστού, από την ώρα του καθαγιασμού- εγκαινιασμού της Αγίας Τράπεζας βρίσκεται διαρκώς τοποθετημένο πάνω σ’ αυτήν. Σχηματίζει «χαράττοντας τύπον σταυρού» μ’ αυτό πάνω της, και εκφωνεί το: «Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος…».   Η εκφώνηση αυτή προσκαλεί τη σύναξη των πιστών σε δοξολογία της βασιλείας του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Βασιλεία του Θεού και προσκύνηση της Αγίας Τριάδος συνυπάρχουν στον εναρκτήριο λόγο της Λειτουργίας. Ο λόγος αυτός αποτελεί   διακήρυξη του πιστεύω μας. Η Τριαδικότητα του Θεού είναι βάση της πίστεως μας. Η θεολόγος γλώσσα του Γρηγορίου τονίζει την αλήθεια αυτή σημειώνοντας: «Επί πάσι και προ πάντων φύλασσέ μοι την καλήν παρακαταθήκην…την εις Πατέρα και τον Υιόν και το Άγιον Πνεύμα ομολογίαν».

   Στο σημείο αυτό υπενθυμίζουμε, ότι τα μυστήρια του Βαπτίσματος και του Γάμου που σε παλαιές εποχές ήταν συνδεδεμένα με τη θεία Λειτουργία εξακολουθούν και σήμερα να αρχίζουν με το: «Ευλογημένη η βασιλεία…».

   Από όσα γνωρίζουμε, ο σκοπός της Λειτουργίας είναι να κάνει συμμέτοχο τον άνθρωπο της Βασιλείας του Θεού, η οποία ήδη βρίσκεται «εληλυθυία εν δυνάμει» (Μάρκ. 9, 1). «Βασιλεία Θεού» είναι η Εκκλησία, το Σώμα του Ζώντος Χριστού που ενεργείται και εμφανίζεται μέσα στις διαστάσεις της θείας Λειτουργίας. Εδώ μεταμορφώνεται η γη σε ουρανό. Όσοι βρίσκονται συναγμένοι στην Ευχαριστία, δρασκελούν ήδη το κατώφλι της Βασιλείας του Θεού, προγευόμενοι τα αγαθά της.

Η βασιλεία του Θεού δεν είναι ένα κοσμικό καθεστώς, αλλά η ελεύθερη κοινωνία προσώπων. Η κοινωνία αυτή εμφανίζεται σ’ όλη της τη μεγαλοσύνη στην ευχαριστιακή σύναξη της Εκκλησία. Μέσα απ’ αυτή το «βασίλειον ζώον, γίνεται σε «ζώον θεούμενον». Ο θεόπλαστος άνθρωπος πρέπει να γίνει πρόσωπο, ώστε να επαναποκτήσει τη κοινωνία και με το Θεό και τους συνανθρώπους του.

     Το σημείο του Σταυρού που σχηματίζει ο Ιερεύς επί της αγίας Τραπέζης, είναι το «σημείον του υιού του ανθρώπου» (Ματθ. 24, 30). Ο Σταυρός από τη στιγμή της θυσίας του Χριστού «υπέρ της του κόσμου ζωή και σωτηρίας» έγινε ο βασιλικός θρόνος Του, όσο αντινομικό κι αν παρουσιάζεται το γεγονός αυτό, και «συνανυψεί ημάς εν τη Βασιλεία των Ουρανών» (Ιδιόμελο αίνων Όρθρου Μ. Δευτέρας). Πίσω ακριβώς από την Αγία Τράπεζα βρίσκεται τοποθετημένος ο Σταυρός, ενώ η επιγραφή που έθεσε ο Πιλάτος «Ιησούς Ναζωραίος Βασιλεύς των Ιουδαίων» στην ορθόδοξη λατρευτική παράδοση μας αντικαταστάθηκε με την επιγραφή «ο Βασιλεύς της δόξης». Η υμνογραφία της Εκκλησίας στο σημείο αυτό έχει να παρουσιάσει σημαντικές συνθέσεις: «Χαίρε ο της δόξης Κυρίου, θείος έμψυχος οίκος, Χαίρε όπλον νοητόν, της μετανοίας, χαίρε πύλη, δι’ ής αμαρτωλοί αεί σωζόμεθα».

   Εδώ, ας σημειωθεί, ότι κατά τη Διακαινήσιμο εβδομάδα και την ημέρα της Αποδόσεως της εορτής του Πάσχα (Τετάρτη προ της Αναλήψεως) μετά ψάλλεται δεκάκις το «Χριστός Ανέστη» με τους γνωστούς στίχους «Αναστήτω ο Θεός…» και γίνεται κύκλω η θυμίαση της Αγ. Τραπέζης. Στις άλλες Πασχαλινές μέρες, από τη Κυριακή του Θωμά μέχρι και τη Τρίτη πριν από την εορτή της Αναλήψεως το «Χριστός Ανέστη…» ψάλλεται τρεις μόνο φορές.

   Στην δοξολογική αυτή εκφώνηση ο λαός του Θεού απαντά με το «Αμήν», μέσα από τους χορούς των ψαλτών. Όπως γνωρίζουμε όλες οι εκφωνήσεις που γίνονται από το λειτουργό Ιερέα καταλήγουν στο «Αμήν». Η λέξη είναι εβραϊκή και πέρασε στην εκκλησιαστική λατρεία, και σημαίνει την επιβεβαίωση των λεγομένων μέσα στο λειτουργικό γίγνεσθαι. Ο μακαριστός Π.Τρεμπέλας σχολιάζοντας τη λέξη σημειώνει: «Δια του Αμήν, υπό παντός του λαού επιλεγομένου, επιβεβαιοί και συναποδέχεται ολόκληρον το εκκλησιαστικόν πλήρωμα τα υπό του λειτουργού εκφω-νηθέντα ως ιδίαν φωνήν» (Λειτουργικόν σελ. 283).

     Με το πλήρωμα των πιστών να δίνει τη συγκατάθεση στην λειτουργική εκφώνηση εμφανίζεται ευθύς εξαρχής η ενότητα του ευχαριστιακού Σώματος, δικαιώνοντας τη θεία Λειτουργία σ’ όλο το εύρος σαν έργο όλου του πληρώματος, κληρικών και λαϊκών, ο λαός δεν είναι παθητικός θεατής, αλλά ο συμπροσφέρων τη λογική λατρεία «προς τον εν Τριάδι Θεόν ημών». (Αἰμιλιανός Σιμωνοπετρίτης, Περί Θεού: Λόγος Αισθήσεως).


Εκτύπωση   Email