Κυριακὴ τῶν Μυροφόρων

 

«Ταχὺ πορευθεῖσαι εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ

 ὅτι ἠγέρθη  ἀπὸ τῶν νεκρῶν»

kyriaki myroforwnπό τίς 6 τὸ ἀπόγευμα τῆς Μ. Παρασκευῆς ἀνέτειλε λειτουργικὰ ἡ ἡμέρα τοῦ Σαββάτου, ὁπότε ἀπαγορεύονταν τόσο οἱ ἀποκαθηλώσεις ἀπὸ τοὺς σταυροὺς ὄσο καὶ τὸ να θάπτονται οἱ νεκροὶ (ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη ὅπως συνηθιζόταν). Γι’ αὐτὸ καὶ ἔπρεπε νά ἐπισπευστοῦν  οἱ διαδικασίες καὶ τὸ νεκρὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ να ταφεῖ.

Ο  Ἰωσὴφ καὶ ὁ Νικόδημος, μέλῃ τοῦ Μεγάλου Συνεδρίου καὶ κρυφοί μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ, μὲ κίνδυνο τὴν καριέρα τους, τὰ εἰρωνικὰ σχόλια ἐναντίον τοὺς, πραγματοποίησαν τὸ ἅλμα τῆς ἔμπρακτης πίστης καὶ μὲ θᾶρρος ὁ καλοκάγαθος καὶ δίκαιος Ἰωσὴφ ζήτησε ἀπὸ τὸν Πιλάτο νά τοῦ δοθεῖ τὸ ἄπνουν ἔνδοξο σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. Ἐφοδιάστηκαν μὲ ἀρώματα καὶ κατάλευκο σεντόνι καὶ ἀφοῦ πρόσφεραν ἔτσι τίς καθιερωμένες τιμὲς στόν μεγάλο νεκρό, τὸν τύλιξαν στό σεντόνι καὶ τὸν ἐναπέθεσαν σὲ πέτρινο ὁλοκαινουργιο μνῆμα, ποὺ προοριζόταν γιά τὸν Ἰωσὴφ (Ματθ. 27,60). Πραγματοποιήθηκε κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο ἡ προφητεία τοῦ Ἠσαΐα πού ἔλεγε: «Ὁ τάφος Του ὁρίστηκε μὲ τοὺς κακούργους (τοὺς σταυρωμένους ἐκ δεξιῶν καὶ ἀριστερῶν τοῦ Ἰησοῦ ληστές). Ὅμως στό θάνατό Του στάθηκε μὲ τὸν πλούσιο» (53, 9) [δηλαδὴ τοποθετήθηκε στόν τάφο τοῦ προαναφερόμενου βουλευτῇ Ἰωσήφ]. Δόθηκε διαταγὴ μάλιστα ἀπὸ τὸν Πιλάτο, κατόπιν παράκλησης τῶν ἀρχιερέων καὶ Φαρισαίων, νά φρουρεῖται ὁ τάφος μέχρι καὶ τὴν τρίτη ἡμέρα, μήπως καὶ κλαπεῖ τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ ἀπὸ τοὺς μαθητὲς Του. Πράγματι ὁ λίθος τοῦ τάφου σφραγίστηκε καὶ ἄφησαν καὶ φρουρὰ ἐνόπλων Ρωμαίων στρατιωτῶν (Ματθ. 27,62-66). Ἐπαληθεύτηκε ἑπομένως καὶ ἡ προφητεία τοῦ Ψαλμοῦ 15,10, στόν ὁποῖο περιγράφεται ἡ τριήμερη ταφή καὶ ἀναστάσῃ τοῦ Ἰησοῦ, μὲ τὰ λόγια: «Στόν ᾄδῃ δέν θὰ ἐγκαταλείψεις τὴν ψυχή μου, οὔτε ὁ γνήσιος πιστὸς σου θὰ ἀφήσεις νά ἀντικρύσει τή φθορά (σωματική ἀποσύνθεση)». Τὸ σῶμα Του, πράγματι, τὶς τρεῖς ἡμέρες τοῦ θανάτου του, ὡς ἀδιάσπαστα ἐνωμένο μὲ τή θεότητά Του, δέν γνώρισε ἀποσύνθεση.   Τὴν ὅλη διαδικασία ἀποκαθηλώσεως παρακολούθησαν λιγοστοὶ ἄνθρωποι. Ἡ Θεοτόκος, ὁ μαθητὴς Ἰωάννης, οἱ δύο εὐσεβεῖς βουλευτὲς Ἰωσὴφ καὶ Νικόδημος, ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ, ἡ Μαρία ἡ μητέρα τοῦ Ἰακώβου καὶ τοῦ Ἰωσή, καὶ ἡ μητέρα τῶν γιῶν τοῦ Ζεβεδαίου (Μτθ. 27, 55-56). Στή συνέχεια, ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἡ Μαρία ἡ μητέρα τοῦ Ἰωσὴφ παρακολουθοῦσαν πού ἔβαλαν τὸν νεκρὸ Ἰησοῦ. Εἶδαν τὸ μνῆμα καὶ ὅτι σ’ αὐτὸ τοποθετήθηκε ὁ Ἀρχηγὸς τῆς ζωῆς (Λουκ. 23, 55-56). Ἡ ζωντανὴ πίστη τῶν μυροφόρων γυναικῶν τίς παρακίνησε σὲ πορεία πρὸς τὸν τάφο τοῦ Ἰησοῦ, ἀφοῦ γνώριζαν ἐξάλλου ὅτι ὁ τάφος ἦταν σφραγισμένος καί πώς  τόν φυλούσαν  οἱ ῥωμαῖοι στρατιῶτες. Ἐφοδιασμένες μὲ ἀρώματα καὶ μύρα, ξεκίνησαν βαθεῖα χαράματα τῆς Κυριακῆς γιά νά ὁλοκληρώσουν τίς θρησκευτικὲς τιμὲς στόν νεκρὸ  βασιλέα, ἀφοῦ τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου δεσμεύονταν ἀπό τίς ἰουδαϊκὲς τελετουργικὲς διατάξεις τοῦ Νόμου. Ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς ἐπιπλέον ἀναφέρει ὅτι ὁ  Σωτῆρας τῶν ἀνθρώπων ἀνέστησε μόνος Του τὸν ἑαυτὸν Του, ἀφοῦ «μετὰ τὸ θάνατό Του παρουσιάστηκε σ’ αὐτοὺς (τοὺς ἀποστόλους) ζωντανὸς μὲ πολλὲς ἀποδείξεις. Για σαράντα μέρες τοὺς ἐμφανιζόταν καὶ τοὺς μιλοῦσε σχετικὰ μὲ τήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Πράξ. 1,3).

Βρῆκαν ὅμως μὲ ἐκπλήξῃ οἱ γυναῖκες τὴν πέτρα κυλισμένη ἀπὸ τὸ μνῆμα. Πλησιάζοντας εἶδαν ἕναν λευκοντυμένο ἄγγελο, ὁ ὁποῖος τοὺς γνωστοποίησε τὴν ἀναστάσῃ τοῦ Κυρίου καὶ τοὺς ἔδωσε ὁδηγίες γιά τοὺς ἀποστόλους ὅτι θὰ τὸν συναντήσουν στήν Γαλιλαία. Οἱ γυναῖκες ἔφυγαν τρέχοντας ἀπὸ τὸ μνημεῖο, χωρὶς στό δρόμο νά μιλήσουν σὲ κανέναν, ἕνεκα τοῦ τρόμου καὶ τῆς ἔκστασης πού τίς κατεῖχε.  Οἱ ἀπόστολοι ἔμαθαν γιά τὸ ἐλπιδοφόρο καὶ χαρούμενο μήνυμα τῆς Ἀναστασεως  ἀπό τίς Μυροφόρες Γυναῖκες. Γιά τὸν τάφο ξεκίνησαν πρῶτοι ὁ Πέτρος καὶ ὁ Ἰωάννης. Μέσα ὅμως εἰσῆλθε πρῶτος, ὁ ἔμπειρος καὶ μεγαλύτερος στήν ἡλικία  Πέτρος. Ἐκεῖ βρῆκαν τίς πάνινες λουρίδες στό ἔδαφος καὶ τὸ σουδάριο μὲ τὸ ὁποῖο εἴχαν δέσει τὸ κεφάλι τοῦ Ἰησοῦ νά εἶναι τυλιγμένο σὲ μιά μεριὰ χωριστά.

ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἀποκαλύπτει ἄνωθεν ἕνα μυστικό, ποὺ ἀναφέρουν μόνο συνεσκιασμένα τὰ Εὐαγγέλια γιατὶ δεν θὰ ἔπειθε τοὺς δυσπίστους ἂν τὸ ἀνέφεραν εὐθέως.  Ὅτι πρώτη ἀπ’ ὄλες ᾖλθε στόν τάφο τοῦ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ της ἡ Θεοτόκος, ἔχοντας μαζὶ τῆς τὴν Μαρία τὴν Μαγδαληνή. Ἡ Θεοτόκος εἶδε μόνο τὸν σεισμὸ ἀπὸ τὴν Ἀναστάσῃ καὶ τὸ ἄνοιγμα τοῦ τάφου καὶ μόνο ἐκείνη ἔμεινε χωρὶς φόβο (οἱ ἄλλες ἔφυγαν ἀμέσως κατατρομαγμένες) κοιτῶντας μὲ μεγάλη συγκίνηση τὰ γενόμενα. Σαφῶς καὶ δέχεται ὁ ἱερὸς Πατὴρ ὅτι ὁ ἀρχάγγελος Γαβριὴλ ἦταν πού μίλησε στίς γυναῖκες καὶ ἀνήγγειλε τὴν Ἀναστάσῃ τοῦ Κυρίου. Ἡ Παναγία μητέρα Του, συνοδευόμενη ἀπό τις ἄλλες Μυροφόρες, ἐπε­στρεψε μετ’ ὀλίγον καὶ ἰδοὺ ὁ Χριστός τίς συνάντησε λέγοντας τὸ «Χαίρετε». Ἡ Θεοτόκος, ὅταν συνάντησε τὸν Υἱὸ της, πρώτη ἀπὸ ὄλες τίς ἄλλες τὸν ἀναγνωρι­σε καὶ ἀπήλαυσε τή θείᾳ ὁμιλία Του. Πρώτη ἄγγιξε τὰ ἄχραντα πόδια Του, καὶ ὅλα αὐτά, λέγει ὁ ἱερὸς Πατήρ, δέν τὰ ἀναφέρουν οἱ Εὐαγγελιστὲς γιατὶ δέν θὰ τὰ δέχονταν οἱ ἄπιστοι ὅλων τῶν αἰώνων, ἀφοῦ θὰ ἠρνοῦντο τὴν ἀπὸ τὴν μητέρα Τοῦ μαρτυρία τῆς Ἀναστάσεώς Του (Γρηγορίου Παλαμά, Ὁμιλία ΙΗ’, «Εἰς τὴν Κυριακὴν τῶν Μυροφόρων», ΕΠΕ τόμ. 9).


Εκτύπωση   Email