ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ
(30 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2025)
Ἀγαπητά μας παιδιά,
Ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας μας ἐπικοινωνεῖ σήμερα μαζί σας, γιὰ νὰ σᾶς ἐκφράσει τίς πλέον ἐγκάρδιες εὐχές Της μέ τήν εὐκαιρία τῆς ἑορτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, οἱ ὁποῖοι εἶναι προστάτες τῆς Παιδείας καί τῶν Γραμμάτων.
Ἱεράρχης, ὅπως γνωρίζετε, σημαίνει Ἐπίσκοπος. Ἑπομένως οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες, Βασίλειος ὁ Μέγας, Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καί Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ήταν Ἐπίσκοποι τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδή Πατέρες πνευματικοί τῶν πιστῶν καί Διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας, φορεῖς τοῦ χαρίσματος τῆς Ἱερωσύνης τοῦ Χριστοῦ καί συνεχιστές τοῦ ἔργου Του.
Ἡ Ἱερωσύνη ἔχει δοθεῖ στὴν Ἐκκλησία γιὰ νὰ τελοῦνται τὰ ἄγια Μυστήρια, το Βάπτισμα, το Χρίσμα, ἡ Θεία Εὐχαριστία κ.λπ., ὥστε νὰ ἁγιάζονται οἱ πιστοί καί νὰ ἑνώνονται μέ τόν Χριστό καί μεταξύ τους. Γι' αὐτό οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες μέ ὅλη τήν δύναμη τῆς ψυχῆς τους καλλιέργησαν τὸ πνεῦμα τῆς ἑνότητας τόσο στον χώρο τῆς Ἐκκλησίας, ὅσο καί γενικότερα στό κοινωνικό περιβάλλον ὅπου ἔζησαν. Θεωροῦμε ὅτι δεν χρειάζεται κἄν νὰ ἀναφέρουμε ὅτι ἡ ἑνότητα εἶναι μία κατάσταση, ἕνας τρόπος ζωῆς, που χρειάζεται πολύ μόχθο καί κόπο γιὰ νὰ ἐπιτευχθεῖ καί νὰ διατηρηθεῖ σὲ ἕνα ἱκανοποιητικό ἐπίπεδο. Καί τοῦτο συμβαίνει γιατί, δυστυχῶς, δὲν ἐπικρατεῖ πάντοτε στίς σχέσεις μας μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους ἡ δύναμη τῆς ἀληθινῆς ἀγάπης, τῆς εἰρήνης, τῆς συναλληλίας. Ἀντιθέτως, ὄχι σπάνια, κυριαρχεῖ ἡ ἰδιοτέλεια, δηλαδή ή πέρα τοῦ δέοντος προσήλωση τοῦ ἀνθρώπου στὸ ἀτομικό του συμφέρον, ἡ φιλαυτία, ἡ ἀλλοίωση τῆς ἀγάπης καὶ ἔτσι διασπᾶται ἡ ἑνότητα καὶ ἐπέρχεται ὁ διχασμός, ἡ διαίρεση, ἡ σχάση. Γι' αὐτό ἡ Ἐκκλησία δέν παύει νὰ προβάλλει μέ κάθε τρόπο τίς φωτεινές Μορφές τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν· καθότι, οἱ Πατέρες αὐτοί ἔζησαν ὅσο πιό ἔντονα γίνεται τήν Ἀλήθεια καί τήν Ζωή τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ. Τοιουτοτρόπως, ἀναδεικνύονται πρότυπα καί γιά τήν δική μας πορεία σέ αὐτόν τόν κόσμο, πρότυπα ζωῆς, ἀγωνιστικότητας, θάρρους, προσηλώσεως στίς ἀρχές, τίς ἀξίες, τὰ ἰδανικά μὲ τὰ ὁποῖα εἶχαν διαμορφώσει τήν προσωπικότητά τους καί εἶχαν νοηματοδοτήσει τήν ζωή τους.
Ἐπί παραδείγματι, ὁ Μέγας Βασίλειος καί ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἀγωνίσθηκαν νά διαφυλάξουν τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, διότι κατά τον 4ο αἰῶνα ὁπότε ἔζησαν, κινδύνευσε σέ μεγάλο βαθμό ἡ ἀκεραιότητα, ἡ αὐθεντικότητα τῆς πίστεως ἀπό μία φοβερή αἵρεση πού ὀνομάσθηκε «Ἀρειανισμός» καί ἀρνιόταν τήν θεότητα τοῦ Χριστοῦ. Ὅμως, οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Πατέρες, οἱ Μάρτυρες ἔδωσαν καί τήν ἴδια τους τήν ζωή, προκειμένου νά διακηρύξουν ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ Ἀληθινός Θεός, μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, καί ἔτσι κάθε ἕνας πού πιστεύει ὀρθά σέ Αὐτόν γίνεται υἱός τοῦ Θεοῦ, σύμφωνα μέ τήν δωρεά τοῦ Θεοῦ.
Ἔπειτα, οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες μόχθησαν μὲ ὅλες τους τίς δυνάμεις γιά νά βοηθήσουν τοὺς ἀνθρώπους νὰ ἐννοήσουν ὅτι χωρίς τήν ἀληθινή ἀγάπη καταστρέφεται εὔκολα ή ἑνότητα μεταξύ τῶν ἀνθρώπων. Γι' αὐτό οἱ ἴδιοι ἔγιναν ἔμψυχες εἰκόνες ἀγάπης καί μάλιστα ὑπέστησαν πολλές θλίψεις καί κακουχίες ἐξαιτίας τῆς προσηλώσεώς τους σέ ἔργα ἀληθινῆς ἀγάπης. Λόγου χάριν, ἀναφέρεται ὅτι ἕνας ἀπό τούς λόγους γιά τούς ὁποίους ἐξορίσθηκε στά βάθη τῆς Ἀσίας ἀπό τήν τότε πολιτική ἐξουσία ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἦταν ὅτι ἵδρυσε λεπροκομεῖα κοντά σέ ἐκτάσεις πλουσίων γαιοκτημόνων, οἱ ὁποῖοι ζημιώθηκαν οἰκονομικά. Βλέπετε, σέ κάθε ἐποχή, ἡ ἑνότητα, ἡ ἀγάπη, ἡ φιλία ἀπειλοῦνται ἀπὸ τὰ οἰκονομικά συμφέροντα, ἀπὸ τὸν ἐγωισμό, ἀπό τούς πολέμους καί τίς διαμάχες. Ὅμως, οἱ ἄνθρωποι λησμονοῦν ὅτι διασπῶντας τὴν ἑνότητα, καταργῶντας τὴν εἰρήνη καὶ τὴν ἀγάπη βλάπτουν ἀνεπανόρθωτα τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό τους. Γιατί κανείς δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει μόνος του. Ὑπάρχουμε σέ σχέση καί ἀναφορά μέ τόν Θεό καί τόν συνάνθρωπο. Καί γι’ αὐτό ἡ ζωή μας ἔχει μοναδική ἀξία, νόημα καί περιεχόμενο. Τό δῶρο τῆς ζωῆς μᾶς δόθηκε γιά να μάθουμε ὅτι χωρίς τήν ἑνότητα ἐπέρχεται ὁ μαρασμός καί ὁ ξεπεσμός τοῦ ἀνθρώπου.
Ἀγαπητά μας παιδιά,
σέ μία ἐποχή σάν τήν δική μας, στήν ὁποία μέ θλίψη βλέπουμε τίς τραγικές συνέπειες τῆς ἀπομακρύνσεως τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν πίστη, τήν Ἐκκλησία καί τόν Θεό, σέ μία ἐποχή, στὴν ὁποία οἱ ἄνθρωποι θέτουν τὸ Εὐαγγέλιο τῆς εἰρήνης, τῆς ἑνότητας, τῆς ἀγάπης στό περιθώριο τῆς ζωῆς τους, γιατί ἀγνοοῦν τὴν εὐεργετική του ἐπίδραση καί δύναμη στήν διαμόρφωση τῆς ἀνθρώπινης συνειδήσεως, ἐμεῖς ἄς παραμείνουμε ἑνωμένοι μέ τόν Χριστό καί μεταξύ μας, ὅπως οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες. Ἂς διατηρήσουμε ζωντανή τήν φλόγα τῆς πίστεως καί ἄς τὴν μεταδίδουμε καί στοὺς ἄλλους μὲ τὰ ἔργα καί τόν λόγο μας μέ τήν ζωή καὶ τὸ ἦθος μας· μὲ τὴν ἀγάπη καί τὴν ἑνότητά μας. Αὐτό δὲν ἔπραξαν καί οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες; Ὑπῆρξαν κάποτε καί αὐτοί παιδιά. Ἀντιμετώπισαν τίς δυσκολίες κάθε περιόδου τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς. Ταλαιπωρήθηκαν ἀφάνταστα ἀπό αὐτό πού ὁνομάζουμε «κατεστημένο». Ὅμως, στάθηκαν ὄρθιοι, ἑνωμένοι, δυνατοί· καθότι ή ζωή τους στηριζόταν στήν Πέτρα, στον Βράχο τῆς πίστεως, πού ὀνομάζεται Ἰησοῦς Χριστός.
Σᾶς εὐχόμαστε στόν Χριστό νά θεμελιώνεται καί ἡ δική σας ζωή. Νὰ ἔχετε ἀγάπη, ἐπιθυμία γιά ἑνότητα καί συναλληλία· γιὰ νὰ κυριαρχήσει κάποτε στόν κόσμο μας ἡ πολυπόθητη εἰρήνη, ἡ καταλλαγή, ἡ συμφιλίωση.
Σᾶς εὐχόμαστε, ἐπίσης, νά προοδεύσετε στίς σπουδές σας καί ἐν γένει στήν ζωή σας καί νά γίνετε φάροι φωτεινοί, ἄνθρωποι ἀληθινοί, ὅπως ἔλεγε καί ὁ ἀρχαῖος ποιητής Μένανδρος· «Ὡς χαρίεν ἔστ' ἄνθρωπος, ὅταν ἄνθρωπος ᾖ!» (Πόσο χαριτωμένος, πόσο ὄμορφος εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ὅταν εἶναι ἄνθρωπος!). Καί ἄς μή λησμονοῦμε ὅτι πραγματικά ἄδειος εἶναι ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος, πού εἶναι γεμᾶτος μόνον ἀπό τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτο του.
Μετά πολλῶν πατρικῶν εὐχῶν καί ἀγάπης ἐν Κυρίῳ
Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ
ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΔΙΑΡΚΟΥΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
«Ἡ ράβδος σου καὶ ἡ βακτηρία σου»
Ὁ 22ος Ψαλμὸς εἶναι ἕνα τραγούδι εὐγνωμοσύνης. Ὁ συνθέτης του, ὁ προφήτης Δαβίδ, ἀναλογίζεται τὶς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ σ᾿ ἐκεῖνον προσωπικά, καὶ ὑμνεῖ τὴ στοργική Του προστασία. Ὁ Ψαλμός, ἂν καὶ σύντομος, ἀποπνέει τὸ ἄρωμα μιᾶς βαθιὰ εἰρηνευμένης ψυχῆς ποὺ ἔχει βρεῖ τὸν Θεό, ζεῖ ἔντονα τὴν παρουσία Του καὶ ἔχει ἀναπαυθεῖ πλήρως κοντά Του.
Οἱ θεῖες εὐεργεσίες παρουσιάζονται μέσα ἀπὸ δύο εἰκόνες: τοῦ βοσκοῦ καὶ τοῦ οἰκοδεσπότη. Παρομοιάζεται δηλαδὴ ὁ Κύριος μὲ καλὸ ποιμένα ποὺ δείχνει ἰδιαίτερη φροντίδα γιὰ τὸ πρόβατό Του, τὸν Ψαλμωδό, καὶ μὲ ἀγαθὸ οἰκοδεσπότη ποὺ τιμᾶ μὲ ἐξαιρετικὴ περιποίηση τὸν φιλοξενούμενό του.
Στὴν πρώτη εἰκόνα, τοῦ καλοῦ ποιμένος, σημειώνει μεταξὺ τῶν ἄλλων ὁ προφητάναξ: «Ἡ ράβδος σου καὶ ἡ βακτηρία σου, αὗταί με παρεκάλεσαν» (στίχ. 4). Μὲ παρηγόρησαν, λέει, «ἡ ράβδος σου καὶ ἡ βακτηρία σου». Ποιὲς εἶναι αὐτές; Στὴν πραγματικότητα δὲν πρόκειται γιὰ δύο διαφορετικὰ ἀντικείμενα, ραβδὶ καὶ βακτηρία (μπαστούνι), ἀλλὰ γιὰ ἕνα, τὸ ραβδὶ τοῦ βοσκοῦ, ποὺ τὸ χρησιμοποιεῖ μὲ δύο διαφορετικοὺς τρόπους: ἄλλοτε τιμωρητικὰ καὶ προστατευτικὰ καὶ ἄλλοτε ὡς στήριγμα.
Ἡ «ράβδος» εἶναι ἡ «καλαῦροψ» τῶν ἀρχαίων – αὐτὸ ποὺ λέμε σήμερα «γκλίτσα»: τὸ μακρὺ ραβδὶ τοῦ τσομπάνη, τὸ ὁποῖο στὴ μία ἄκρη εἶναι κυρτωμένο. Μ᾿ αὐτὸ πιάνει ἀπὸ τὸ πόδι τὰ γιδοπρόβατα ποὺ ξεμακραίνουν ἀπὸ τὸ κοπάδι, καὶ τὰ ἐπαναφέρει σ᾿ αὐτό. Ἔχει κάποια βία ἡ κίνηση αὐτὴ τοῦ βοσκοῦ, ἀλλὰ εἶναι εὐεργετική. Διότι ἀποτρέπει τὸ ἐνδεχόμενο νὰ βρεθεῖ μόνο του τὸ ζωντανὸ στὸ δάσος καὶ νὰ γίνει λεία τῶν σαρκοφάγων ζώων. Ἡ «βακτηρία» ἀπὸ τὴν ἄλλη δηλώνει τὴ στοργικὴ συμπαράσταση τοῦ βοσκοῦ στὸ ἀποκαμωμένο, στὸ ταλαιπωρημένο πρόβατο.
Ὁ Κύριος λοιπὸν σὰν καλὸς ποιμένας ἔχει ποιμαντικὸ ραβδί, ποὺ σημαίνει ὅτι ἔχει ἐξουσία, ἐπιστασία καὶ φροντίδα γιὰ τὴν ποίμνη του, τὰ πλάσματά του, τὰ λογικά του πρόβατα, τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ κυρίως καὶ κατ᾿ ἐξοχὴν τοὺς πιστούς. Ἡ «ράβδος» δηλώνει τὴν αὐστηρότερη παιδαγωγία Του, τὶς ποικίλες θλίψεις καὶ δοκιμασίες… Ἡ «βακτηρία» δὲν σημαίνει γενικὰ αὐτὰ ποὺ ὀνομάζουμε «εὐλογίες» τοῦ Θεοῦ (ποικίλες χαρὲς καὶ ἐπιτυχίες…), ἀλλὰ εἰδικὰ τὴ συμπαράσταση τοῦ Θεοῦ ὅταν ὀλιγοψυχοῦμε στὶς δυσκολίες (π.χ. τὶς ἐσωτερικὲς παρακλήσεις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀνθρώπους ποὺ προνοεῖ ὁ Κύριος νὰ βρεθοῦν κοντά μας στὴ δυστυχία μας καὶ νὰ μᾶς παρηγορήσουν…).
Τὸ ψαλμικὸ αὐτὸ χωρίο περιέχει δύο σημαντικὲς ἀλήθειες. Ἡ πρώτη εἶναι ὅτι στὶς θλίψεις ποὺ ἐπιτρέπει ὁ Θεός, δὲν μᾶς ἀφήνει μόνους, ἀλλὰ δίνει εἰδικὴ χάρη, κάποια «βακτηρία». Νὰ μὴν τὸ ξεχνοῦμε αὐτό. Ἡ δεύτερη εἶναι ὅτι καὶ αὐτὴ ἡ ἴδια ἡ «ράβδος» τοῦ Θεοῦ παρηγορεῖ τὸν πιστό! Γιατί;
Ὁ ὅσιος Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης δίνει ἀπάντηση ἑρμηνεύοντας τὸ χωρίο: «Ἐπειδὴ ραθυμήσας πρὸς ἁμαρτίαν ὠλίσθησα, ράβδῳ με πρὸς νῆψιν ἐπαίδευσας. Ἐπειδὴ δὲ μαστιζόμενος εἰς ὀλιγοψυχίαν ἐτρεπόμην, βακτηρίᾳ δυναμούσῃ με ἐπεστήριξας» (Βιβλίον Α΄, Ἐπιστ. τα´ [301], PG 78, 357B· ἀπὸ π. Κωνστ. Καλλινίκου, Ὑπόμνημα εἰς τὸν ἱερὸν Ψαλτῆρα). Ὅταν ἐξαιτίας τῆς ραθυμίας μου, τῆς πνευματικῆς μου τεμπελιᾶς, κατρακύλησα στὴν ἁμαρτία, μὲ παιδαγώγησες αὐστηρά, σὰν μὲ ραβδί, καὶ μὲ ξύπνησες ἀπὸ τὴ μέθη τῆς ἁμαρτίας. Ὅταν μὲ κυρίευε ὀλιγοψυχία ἀπὸ τὴν αὐστηρότερη παιδαγωγία Σου, μὲ στήριζες καὶ μὲ ἐνθάρρυνες σὰν μὲ «βακτηρία».
Συμβαίνει δηλαδὴ πολλὲς φορὲς ἀπὸ ραθυμία νὰ παρασυρόμαστε στὴν ἁμαρτία καὶ νὰ πορευόμαστε, χωρὶς νὰ τὸ καταλαβαίνουμε, στὴν αἰώνια ἀπώλεια. Τότε παρεμβαίνει ὁ Θεὸς στὴ ζωή μας. Ἐπιτρέπει θλίψεις, ποὺ λειτουργοῦν ὡς σωφρονιστικὰ μέσα τῆς θείας ἀγάπης· ἕνα ξύπνημα. Μᾶς συνεφέρουν, μᾶς προσγειώνουν στὴν πραγματικότητα, στὸ ἀληθινὸ νόημα τῆς ζωῆς, ποὺ εἶναι ἡ ἑτοιμασία μας γιὰ τὴν αἰωνιότητα. Ὅταν δυσκολευθεῖ ὁ ἄνθρωπος, τότε βοηθεῖται πολὺ νὰ συνειδητοποιήσει τὴν ἀδυναμία του, νὰ δεῖ τὴ ματαιότητα τοῦ παρόντος κόσμου, τὴν ἀπάτη τῆς ἁμαρτίας. Τότε ἀναζητᾶ τὸν Θεό, τὸ μόνο ἀληθινὸ στήριγμα τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ ἀληθινὰ πιστὸς εὐγνωμονεῖ τὸν Θεὸ γιὰ τὶς θλίψεις ποὺ παραχωρεῖ, ὄχι διότι δὲν πονάει καὶ ὑποφέρει σ᾿ αὐτές, ἀλλὰ διότι πιστεύει ὅτι ὁ Θεὸς δὲν κάνει λάθη, εἶναι πάνσοφος καὶ ἀλάθητος παιδαγωγός. Διότι ἀκόμη ἔχει αὐτογνωσία, συναισθάνεται τὴν ἁμαρτωλότητά του καὶ ὅτι ἔχει ἀνάγκη αὐστηρότερης παιδαγωγίας. Καὶ τέλος, διότι ὄχι μόνο λόγῳ τῆς πίστεώς του ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν προσωπική του πείρα ἔχει διαπιστώσει ὅτι ἡ θλίψη γίνεται ἀφορμὴ νὰ ἀγωνισθεῖ περισσότερο, νὰ συνδεθεῖ στενότερα μὲ τὸν Κύριο. Γνωρίζει ὅτι ἡ θλίψη δίνει πολὺ εὐλογημένο καρπό: τὴ μετάνοια, τὸν καταρτισμό, τὸν ἁγιασμό του. Ὁ ἀληθινὰ θεοσεβὴς εὐγνωμονεῖ τὸν Θεό, ὅπως ὁ ἀσθενὴς τὸν γιατρὸ γιὰ τὴν ἀγωγὴ ποὺ τοῦ ἀσκεῖ (π.χ. ἐγχείρηση, αὐστηρὴ δίαιτα…). Ὀδυνηρὴ ἀγωγή, ποὺ ὅμως σώζει ἀπὸ τὸν θάνατο.
Συνεπῶς καὶ οἱ θλίψεις δίνουν τελικὰ παρηγοριὰ στὴν ψυχή μας. Ὑπὸ ἕναν ὅρο: νὰ μὴν ἀγανακτοῦμε καὶ νὰ μὴν ὀλιγοψυχοῦμε ὅταν ἔρχονται· ἀλλὰ νὰ τὶς ὑπομένουμε μὲ πολλὴ προσευχὴ καὶ πίστη, παραδομένοι στὴν παιδαγωγούσα ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Τότε θὰ διαπιστώσουμε πόσο μᾶς ὠφελοῦν. Τότε ἡ ψυχή μας, φορτωμένη πνευματικοὺς καρπούς, αὐθόρμητα θὰ ἀναπέμπει εὐχαριστία στὸν Κύριο καὶ γιὰ τὰ δυσάρεστα, ἐπαναλαμβάνοντας μὲ βαθιὰ εὐγνωμοσύνη: «Ἡ ράβδος σου καὶ ἡ βακτηρία σου, αὗταί με παρεκάλεσαν».