Ἡ Ἰταλικὴ εἰσβολὴ στὴν Ἑλλάδα τήν 28η Ὀκτωβρίου 1940

maxresdefault

Τὸ 1940 ὁ κόσμος ζοῦσε τὴν τραγῳδία ἑνὸς μεγάλου πολέμου. Ἡ Γερμανία, μὲ ἡγέτη τὸ Χίτλερ, μαζὶ μὲ τὴ σύμμαχό της Ἰταλία, μὲ ἡγέτη τὸν Μπενίτο Μουσολίνι, κατάφερε νὰ κατακτήσει τὶς περισσότερες χῶρες τῆς Εὐρώπης. Ὁ Ἰταλὸς δικτάτορας ἀποφάσισε νὰ κατακτήσει τὴ μικρὴ καὶ ὅπως φαινόταν ἀδύνατη νὰ ἀντισταθεῖ Ἑλλάδα. Ἔτσι ἄρχισε τὶς προκλήσεις. Στὶς 15 Αὐγούστου 1940 ἕνα ἰταλικὸ ὑποβρύχιο βύθισε τὸ ἑλληνικὸ πολεμικὸ πλοῖο «Ἔλλη». Τὰ χαράματα τῆς 28ης Ὀκτωβρίου 1940 ὁ Ἰταλὸς πρεσβευτὴς στὴν Ἀθῆνα, Γκράτσι ξυπνᾶ τὸν πρωθυπουργὸ τῆς Ἑλλάδας Ἰωάννη Μεταξά. Ἡ ἰταλικὴ κυβέρνηση ἀπαιτεῖ νὰ παραχωρηθοῦν στὸ στρατὸ τῆς λιμάνια, δρόμοι, σιδηρόδρομοι καὶ χῶροι γιὰ στρατόπεδα. Ἀπαιτεῖ μὲ λίγα λόγια τὴν παράδοση τῆς Ἑλλάδας. Ἡ ἀπάντηση δὲ θὰ μποροῦσε νὰ ἦταν διαφορετική: ΟΧΙ. Τὸ πρωὶ οἱ Ἰταλοὶ ἄρχισαν νὰ βομβαρδίζουν τὰ ἑλληνικὰ φυλάκια ποὺ βρίσκονταν στὶς κορυφὲς τῆς ὁροσειρᾶς τῆς Πίνδου. Μετὰ τὸ βομβαρδισμὸ οἱ Ἰταλοὶ στρατιῶτες ἄρχισαν νὰ περνοῦν τὰ σύνορα. Ἡ εἰσβολὴ ἄρχισε. Στὴν Ἀθῆνα καὶ στὶς ἄλλες πόλεις ὁ κόσμος ξυπνοῦσε μὲ τὸν ἦχο τῶν σειρήνων. Κηρύχτηκε ἐπιστράτευση. Τὰ πανηγύρια στοὺς δρόμους θύμιζαν μᾶλλον στιγμὲς εὐτυχίας καὶ ὄχι πολέμου. Ὅλος ὁ κόσμος ἔτρεχε νὰ καταταγεῖ καὶ νὰ πολεμήσει. Μέχρι τὶς ἀρχὲς Νοεμβρίου οἱ Ἰταλοὶ ἔκαναν συνεχῶς ἐπιθέσεις. Ὅμως δὲν τὰ κατάφεραν νὰ σπάσουν τὶς ἑλληνικὲς γραμμές. Ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς ξεκίνησε ἀντεπίθεση ποὺ τὸν ἔφερε ἐλευθερωτὴ στὶς πόλεις τῆς Ἀλβανίας ὅπου ζοῦσαν Ἕλληνες: Στὴν Κορυτσά, στοὺς Ἁγίους Σαράντα, στὴν Πρεμετή, στὸ Ἀργυρόκαστρο. Ὁ μικρὸς στρατὸς ποὺ ὁ Μουσολίνι λογάριαζε γιὰ εὔκολο ἀντίπαλο ὄχι μόνο ἄντεξε ἀλλὰ κυνηγοῦσε τοὺς Ἰταλοὺς μέσα στὴν Ἀλβανία. Ὁ βαρὺς χειμῶνας, ἡ παγωνιὰ καὶ τὸ χιόνι ποὺ σκέπαζε τὰ βουνὰ τῆς Πίνδου, ταλαιπωροῦσε ἀφάνταστα τοὺς στρατιῶτες τῶν δυὸ ἀντιπάλων. Τὰ κρυοπαγήματα καὶ οἱ θάνατοι ἀπὸ τὸ κρύο ἦταν πολὺ συχνά. Παρ’ ὅλες τὶς κακουχίες, οἱ Ἕλληνες στρατιῶτες πολέμησαν ἠρωϊκὰ καὶ κατάφεραν τὸ θαῦμα. Τὴν ἄνοιξη τοῦ 1941 οἱ Ἰταλοὶ προσπάθησαν πάλι νὰ ἐπιτεθοῦν. Τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν πάλι τὸ ἴδιο: Ἀποτυχία. Τὴ λύση ἔδωσαν οἱ σύμμαχοι τῆς Ἰταλίας, Γερμανοί. Στὶς 6 Ἀπριλίου 1941 ἐπιτέθηκαν στὰ βόρεια σύνορα τῆς Ἑλλάδας. Ἡ ἀποτελεσματικότερη πολεμικὴ μηχανὴ τῆς ἐποχῆς ἔπεσε πάνω στὸν ἐξαντλημένο ἀπὸ τὸν πόλεμο ἑλληνικὸ στρατό. Μέχρι τὸ τέλος Ἀπριλίου οἱ Γερμανοὶ μπῆκαν στὴν Ἀθῆνα. Ἄρχιζε τώρα γιὰ τὴν Ἑλλάδα ἡ μαύρη περίοδος τῆς κατοχῆς. Οἱ Ἕλληνες σὲ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς σκλαβιᾶς, δὲ σταμάτησαν νὰ ἀγωνίζονται. Ὀργανώθηκε γρήγορα ἔνοπλη ἀντίσταση. Ὁ λαὸς ὑπέφερε ἀπὸ τὴν πεῖνα καὶ χιλιάδες πέθαναν ἀβοήθητοι στοὺς δρόμους. Τὰ συσσίτια ποὺ ὀργανώθηκαν ἀπὸ τὸν Ἐρυθρὸ  Σταυρὸ ἔκαναν κάπως πιὸ ὑποφερτὴ τὴν κατάσταση. Ἡ εὐλογημένη ὤρα τῆς ἀπελευθέρωσης ἔφτασε στὶς 12 Ὀκτωβρίου τοῦ 1944. Ὁ ἐπικὸς ἀγῶνας τῶν Ἑλλήνων στὰ βουνὰ τῆς Πίνδου παραμένει στὴν ἱστορία ὡς σημεῖο ἀναφορᾶς καὶ τιμῆς. Εἶναι χαρακτηριστικὸ τὸ δημοσίευμα μιᾶς ἀγγλικῆς ἐφημερίδας στὶς 4.4.1941: «Ἀπὸ τώρα καὶ στὸ ἑξῆς δὲ θὰ λέμε ὅτι οἱ Ἕλληνες πολεμοῦν σὰν ἥρωες, ἀλλὰ ὅτι οἱ ἥρωες πολεμοῦ.
 

Εκτύπωση