Οἱ ἅγιοι πατέρες γιὰ τὴν ἀγωγὴ τῶν παιδιῶν
(†) Μωυσέως Μοναχοῦ Ἁγιορείτου
Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος συνηθίζει νὰ λέει πῶς τὸ παράδειγμα τῶν γονέων πρὸς τὰ παιδιὰ εἶναι τὸ πᾶν. Ὁ τρόπος τῆς συνομιλίας τους θὰ ἐπηρεάσει τὰ παιδιά. Ἂν ὁ σύζυγος προσβάλλει, ἐπιτίθεται, βρίζει τὴ σύζυγο καὶ τὸ ἀντίθετο, πληγώνονται τὰ παιδιά, ἀλλὰ καὶ συνηθίζουν νὰ συμπεριφέρονται ἔτσι.
Ὁ σεβασμός, ἡ ἀγάπη, ἡ ὑπακοὴ ἐμπνέονται καλύτερα καὶ δύσκολα διδάσκονται μὲ ξερὰ λόγια. Εἶναι πολὺ διαφορετικὸ νὰ κάνει κανεὶς αὐτὸ ποὺ τοῦ λένε ἀπὸ φόβο, πειθαρχία, καταναγκασμὸ καὶ ὑποχρέωση κι ἄλλο νὰ προτιμᾶ τὸ θέλημα τοῦ ἄλλου ἀπὸ ἀγάπη.
Στὰ μαθήματα, στὰ παιχνίδια, στ’ ἀθλήματα θὰ πρέπει νὰ μάθουν ἀπὸ μικρὰ τὰ παιδιὰ ὅτι τὰ ἀγαθὰ ἀποκτιοῦνται μὲ κόπο, μόχθο, ἀγῶνα, ἄσκηση, δυσκολία, ὑπομονὴ κι ἐπιμονή. Ἔτσι δὲν εἶναι σωστὸ νὰ τοὺς τὰ παρουσιάζουμε ὅλα εὔκολα. Εἶναι καλὸ νὰ μάθουν νὰ προσπαθοῦν, νὰ ζητοῦν καὶ τὴ βοήθεια τοῦ ἄλλου, νὰ ταπεινώνονται, νὰ φιλοτιμοῦνται, νὰ βγαίνουν ἀπὸ τὸν ἀτομισμό, τὸν ἐγωισμὸ καὶ τὴ φιλαυτία.
Τὸ παιδὶ θὰ μάθει πὼς ἀντιδρᾶ ὁ γονιὸς στὴν ἀσθένεια, τὸ πένθος, τὴ δυσκολία, τὴ στέρηση καὶ τὴν καθυστέρηση καὶ θὰ πράξει παρόμοια. Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος λέγει πὼς γιὰ τὴν τιμωρία ἀρκεῖ μία ἐπίπληξη μὲ αὐστηρὴ ματιὰ ἢ μὲ μία κουβέντα. Ἡ βία, ὁ θυμός, ἡ ὀργὴ εἶναι ἁμαρτίες κι ἀπὸ τὸ κακὸ δὲν ἔρχεται καλό.
Ἡ διδασκαλία θὰ πρέπει νὰ δημιουργεῖ ἐρωτήματα στοὺς μαθητές, ποὺ δὲν πρέπει νὰ ’ναι παθητικὰ κι ἄβουλα ὄντα, ἀλλὰ νὰ συμμετέχουν ἐνεργὰ στὸ ὡραῖο ταξίδι τῆς μαθήσεως. Ὁ καλὸς δάσκαλος διεγείρει τὸ πνεῦμα τῶν ἀκροατῶν του, τοὺς κάνει νὰ ἐρευνοῦν, νὰ διερωτῶνται, νὰ κερδίζουν κάτι ἀπὸ τὴν προσωπική τους ἀναζήτηση, πρωτοβουλία κι ἐξάσκηση καὶ τότε ὅ,τι κερδίζει θὰ τὸ φυλάγει καλύτερα κι ἐπιμελημένα. Ὅλη αὐτὴ ἡ προσπάθεια θὰ πρέπει νὰ ὁδηγεῖται στὴν κατάκτηση καὶ βίωση τῆς ἀλήθειας.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος λέγει πὼς μιὰ καταρρακτώδης βροχὴ εἶναι λιγότερο ὠφέλιμη ἀπὸ ὅ,τι μία σιγανὴ βροχή, γιατί ἡ πρώτη σκάβει τὴ γῆ καὶ παρασύρει τὸ ἔδαφος, ἐνῷ ἡ δεύτερη ποτίζει τὴ γῆ ὠφέλιμα καὶ τὴν κάνει γόνιμη κι εὔφορη. Ἔτσι καὶ ἡ βίαιη καὶ πολλὴ μάθηση δὲν θὰ φέρει τοὺς ἀναμενόμενους καρπούς.
Ὁ Μέγας Βασίλειος λέγει πὼς ὁ κηδεμόνας πρέπει νάναι ἀργὸς πρὸς τιμωρία. Νὰ τὸ σκέφτεται πολὺ πρὶν τιμωρήσει. Ὄχι νὰ τιμωρεῖ μὲ τὸ παραμικρὸ σκληρά. Λέγει ἀκριβῶς: Ἂν θεραπεύεται ἡ ψυχὴ μὲ τὴν ἐπιτίμηση, δὲν εἶναι γιὰ τὸν καθένα ἡ ἐπιτίμηση, ὅπως καὶ ἡ θεραπεία.
Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος θεωρεῖ πὼς τὸ φιλότιμο, ἡ συμπάθεια, ὁ διακριτικὸς ἔπαινος καὶ ἡ δίκαιη ἠθικὴ ἀμοιβὴ δίνει περισσότερα καλά, λέγοντας: Αὐτὸς ποὺ τὰ κατάφερε νὰ ἐπαινεθεῖ θὰ ἔχει σφοδρότερη τὴν ἐπιθυμία γιὰ κάτι πάντα καλύτερο. Μὲ προσοχὴ ὅμως καὶ μὲ ἀκριβοδίκαιο μέτρο.
Οἱ ἅγιοι πατέρες θέλουν τὸν κάθε παιδαγωγὸ νὰ ρυθμίζει τὶς δυνάμεις τῆς ψυχῆς τῶν παιδιῶν, νὰ γνωρίζουν τί βοηθᾶ καλύτερα τὸ κάθε παιδὶ ὡς μιὰ διαφορετικὴ ψυχοσωματικὴ ὀντότητα, νὰ ’ναι φιλόθεος καὶ θεοφιλής, ἀμνησίκακος, ἀκέραιος, κατὰ τὸ δυνατόν, ταπεινός, ἀκενόδοξος, νὰ μὴ προτιμᾶ τίποτε περισσότερο ἀπὸ τὸν Θεό, νὰ ἔχει τὸ χάρισμα τῆς διδασκαλίας.
Ὁ ὑπέροχος ἅγιος Χρυσόστομος λέγει πὼς ὁ δάσκαλος εἶναι ἄξιος του ὀνόματός του ἂν μόνο τοῦ ἔργο θεωρεῖ τὴν προαγωγὴ καὶ πρόοδο τῶν μαθητῶν του. Τίποτε, συνεχίζει, δὲν συντείνει στὴ διδασκαλία «ὡς τὸ φιλεὶν καὶ φιλείσθαι», δηλαδὴ μαθητὲς καὶ δάσκαλοι νὰ αἰσθάνονται ὅτι ἀγαποῦν κι ἀγαπώνται.
Τὸ ἔργο αὐτὸ τὸ ἱερό της ἀγάπης ἀρχίζει ἀπὸ πολὺ νωρίς. Ὁ μακαριστὸς Γέροντας Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης λέγει πὼς «ἡ ἀγωγὴ τῶν παιδιῶν ἀρχίζει ἀπὸ τὴν ὥρα τῆς συλλήψεώς τους. Τὸ ἔμβρυο ἀκούει κι αἰσθάνεται μέσα στὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας του. Ναί, ἀκούει καὶ βλέπει μὲ τὰ μάτια τῆς μητέρας. Ἀντιλαμβάνεται τὶς κινήσεις καὶ τὰ συναισθήματά της, παρόλο ποὺ ὁ νοῦς του δὲν ἔχει ἀναπτυχθεῖ. Σκοτεινιάζει τὸ πρόσωπο τῆς μάνας, σκοτεινιάζει κι αὐτό. Νευριάζει ἡ μάνα, νευριάζει κι αὐτό. Ὅ,τι αἰσθάνεται ἡ μητέρα, λύπη, πόνο, φόβο, ἄγχος κ.λπ., τὰ ζεῖ καὶ αὐτό. Ἂν ἡ μάνα δὲν τὸ θέλει τὸ ἔμβρυο, ἂν δὲν τὸ ἀγαπάει, αὐτὸ τὸ αἰσθάνεται καὶ δημιουργοῦνται τραύματα στὴν ψυχοῦλα του, ποὺ τὸ συνοδεύουν σ’ ὅλη του τὴ ζωή».
Τό ἀντίθετο συμβαίνει μὲ τὰ ἅγια συναισθήματα τῆς μάνας. Ὅταν ἔχει χαρά, εἰρήνη, ἀγάπη στὸ ἔμβρυο, τὰ μεταδίδει σ’ αὐτὸ μυστικά, ὅπως συμβαίνει μὲ τὰ γεννημένα παιδιά. Γι’ αὐτὸ πρέπει ἡ μητέρα νὰ προσεύχεται πολὺ κατὰ τὴν περίοδο τῆς κυήσεως καὶ νὰ ἀγαπάει τὸ ἔμβρυο, νὰ χαϊδεύει τὴν κοιλιά της, νὰ διαβάζει ψαλμούς, νὰ ψάλλει τροπάρια, νὰ ζεῖ ζωὴ ἁγία. Αὐτὸ εἶναι καὶ δική της ὠφέλεια ἀλλὰ κάνει θυσίες καὶ γιὰ χάρη τοῦ ἐμβρύου, γιὰ νὰ γίνει καὶ τὸ παιδὶ πιὸ ἅγιο, ν’ ἀποκτήσει ἀπ’ τὴν ἀρχὴ ἅγιες καταβολές. Εἴδατε πόσο λεπτὸ πρᾶγμα εἶναι γιὰ τὴν γυναῖκα νὰ κυοφορεῖ παιδί; Πόση εὐθύνη καὶ πόση τιμή!»
Ἀπὸ τὸ βιβλίο: Μοναχοῦ Μωυσέως Ἁγιορείτου, Οἰκογένεια, Γονεῖς καὶ Παιδιά. Ἱερὰ Μητρόπολις Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας, Μεσολόγγι 2009, σέλ. 104.