ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ 19-4-2015

 

Μέσω τῶν ἀποστόλων γίνονταν πολλὰ ἐκπληκτικὰ θαύματα στὸ λαό. Οἱ πιστοὶ συνήθιζαν νὰ συγκεντρώνονται ὅλοι μαζὶ στὴ Στοὰ τοῦ Σολομῶντα. Ἀπὸ τοὺς ἄλλους ποὺ ἦταν στὸ ναὸ κανεὶς δὲν τολμοῦσε νὰ προσκολληθεῖ σ’ αὐτούς, ὅμως ὁ λαὸς τοὺς εἶχε σὲ μεγάλη ὑπόληψη. Ὅλο καὶ περισσότερα πλήθη ἀπὸ ἄντρες καὶ γυναῖκες πίστευαν στὸν Κύριο καὶ γίνονταν μέλη τῆς Ἐκκλησίας.  Ἀκόμη καὶ στὶς πλατεῖες ἔφερναν τοὺς ἀσθενεῖς καὶ τοὺς ξάπλωναν σὲ κρεβάτια καὶ σὲ φορεῖα, γιὰ νὰ πέσει πάνω σὲ κάποιον ἀπ’ αὐτοὺς ἔστω καὶ ἡ σκιὰ τοῦ Πέτρου, ὅταν περνοῦσε.  Κι ἀπὸ τὶς πόλεις ποὺ ἦταν γύρω στὴν Ἱερουσαλὴμ συνέρρεε τὸ πλῆθος, φέρνοντας ἀρρώστους κι ἄλλους ποὺ τοὺς βασάνιζαν πνεύματα πονηρὰ κι ὅλοι αὐτοὶ γιατρεύονταν.  Τότε ὁ ἀρχιερέας καὶ ὅλοι ὅσοι ἦταν μαζί του, δηλαδὴ αὐτοὶ ποὺ ἀνῆκαν στὸ κόμμα τῶν Σαδδουκαίων, γεμάτοι φθόνο ἔπιασαν τοὺς ἀποστόλους καὶ τοὺς ἔβαλαν στὴ φυλακή.  Ἀλλὰ τὴ νύχτα ἕνας ἄγγελος Κυρίου ἄνοιξε τὶς πόρτες τῆς φυλακῆς, τοὺς ἔβγαλε ἔξω καὶ τοὺς εἶπε: «Πηγαίνετε στὸ ναὸ καὶ κηρύξτε στὸ λαὸ τὸ μήνυμα γι’ αὐτὴ τὴν καινούργια ζωή».

     Ἡ ἄσκηση τοῦ κηρυκτικοῦ ἔργου τῶν Ἀποστόλων, μετὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου καὶ κυρίως μετὰ τὴν Πεντηκοστή, συνοδεύεται ἀπὸ τὴν ἐπιτέλεση διαφόρων θαυμάτων. Τὰ θαύματα τῶν Ἀποστόλων γίνονταν σὲ δημόσιους χώρους καὶ ἦταν πολλὰ καὶ συνεχόμενα.  Σκοπὸς τῆς ἐπιτέλεσης τῶν θαυμάτων δὲν ἦταν βέβαια ἡ ἐπίδειξη δύναμης ἐκ μέρους τῶν Ἀποστόλων, ἀλλὰ ἡ θεραπεία τῶν ἀρρώστων καὶ ἡ ἐπιβεβαίωση τῆς θείας προέλευσης τοῦ κηρύγματός τους. Ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἐπίγειας δράσης του ἐπιτέλεσε ἀναρίθμητα θαύματα, θεραπεῖες ἀσθενειῶν, ἀναστάσεις νεκρῶν, ἰάσεις ψυχικῶν παθήσεων καὶ δαιμονικῶν ἐνεργειῶν. 

 Ἡ ἐπιτέλεση τῶν θαυμάτων ἀπὸ τοὺς ἁγίους ἀποστόλους, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς θεραπεῖες τῶν διαφόρων ἀσθενειῶν, συνέτεινε στὴ στήριξη τῆς πίστης ὅσων ἤδη εἶχαν ἐνταχθεῖ στὴν Ἐκκλησία, ἐνῶ ἀντίθετα οἱ «λοιποί», ἐκεῖνοι δηλαδὴ ποὺ δὲν εἶχαν πιστέψει, ἄρχισαν νὰ ὑπολογίζουν τὴν παρουσία τῶν χριστιανῶν. Παράλληλα τὸ πλῆθος τῶν ἐπιτελούμενων θαυμάτων ἄρχισε νὰ προκαλεῖ τὸν ἐντυπωσιασμὸ ἢ ἀκόμα καὶ τὸ φόβο τῶν μὴ χριστιανῶν.  Ὁ ἀρχικὸς αὐτὸς φόβος καὶ ὁ δισταγμὸς ἄρχιζε σιγὰ-σιγὰ νὰ μετατρέπεται σὲ θαυμασμό.  Οἱ ἄρχοντες ζητοῦσαν εὐκαιρία, ὅπως καὶ στὴν περίπτωση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, νὰ ἐξοντώσουν τοὺς Ἀποστόλους· ὡστόσο ὁ λαὸς «ἐμεγάλυνεν αὐτούς». Οἱ ἁπλοί, δηλαδή, ἄνθρωποι, ποὺ δὲν εἶχαν ἀκόμη ἀσπασθεῖ τὴ νέα πίστη, μὲ τὴ διαίσθησή τους μποροῦσαν νὰ διακρίνουν τὸ ἀληθινὸ ἀπὸ τὸ ψεύτικο, γι’ αὐτὸ τιμοῦσαν καὶ ἐκδήλωναν τὸ θαυμασμό τους γιὰ τοὺς Ἀποστόλους.  Ἔτσι πάρα πολλοὶ πίστευαν στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ γίνονταν μέλη τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ φθόνος ὁδηγεῖ τελικὰ στὴ σύλληψη καὶ φυλάκιση τῶν Ἀποστόλων: «καὶ ἔθεντο αὐτοὺς ἐν τηρήσει δημοσίᾳ».  Ὁ Κύριος, ὅμως, δὲν ἐγκαταλείπει τοὺς Ἀποστόλους του: «ἄγγελος δὲ Κυρίου διὰ νυκτὸς ἤνοιξε τὰς θύρας τῆς φυλακῆς...».  Τὸ θαυμαστὸ αὐτὸ γεγονὸς γίνεται ἀφενὸς μὲν πηγὴ δύναμης καὶ θάρρους γιὰ τοὺς Ἀποστόλους καὶ ἀφετέρου αἰτία προβληματισμοῦ γιὰ τοὺς Ἰουδαίους, οἱ ὁποῖοι ἀδυνατοῦν νὰ δώσουν κάποια φυσικὴ καὶ πειστικὴ ἐξήγηση. Μέσα στὴν Καινὴ Διαθήκη συναντοῦμε πολὺ συχνὰ τὴ λέξη «σημεῖον», ἡ ὁποία χαρακτηρίζει ἀφενὸς μὲν τὸ θαῦμα καὶ ἀφετέρου καταδεικνύει τὴ θεία προέλευσή του.  Ἡ προτίμηση τῆς λέξης «σημεῖον» ἀντὶ τοῦ θαύματος, κυρίως ἀπὸ τὸν εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη εἶναι σκόπιμη, γιατί τὰ «σημεῖα» ἀποτελοῦν τὰ σημάδια, τοὺς δεῖκτες τῆς αἰωνιότητας, τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.  Τὰ «σημεῖα», ἐπιπλέον, ἀποκαλύπτουν καὶ τὴ μεσσιανικότητα τοῦ Χριστοῦ.  Ο Ἰησοῦς Χριστὸς στὶς περιπτώσεις τῶν θαυμάτων ποὺ ἐπιτέλεσε ἀπέφυγε συστηματικὰ τὸν πειρασμὸ τῆς ἐπίδειξης δύναμης, ἡ ὁποία θὰ προκαλοῦσε τὴν ἔκπληξη, τὸ θαυμασμό ἀλλὰ καὶ τὸ φόβο τῶν ἀνθρώπων.  Μιὰ τέτοια διάσταση τῶν «σημείων» τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ θὰ σήμαινε τὴ στέρηση τοῦ πολύτιμου δώρου τῆς ἐλευθερίας καὶ θὰ ὁδηγοῦσε σὲ μιὰ ἀναγκαστικὴ πίστη, ἡ ὁποία εἶναι ξένη πρὸς τὴ διδασκαλία του. 

Γενικά σὲ ὅλες τὶς περιπτώσεις τῶν θαυμάτων τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τὸ ζητούμενο εἶναι ἡ πίστη. Η πίστη εἶναι ἐκείνη ποὺ προκαλεῖ τὸ θαῦμα καὶ ὄχι τὸ ἀντίστροφο. Τα θαύματα εἶναι «σημεῖα» τοῦ Θεοῦ, ὅταν προκαλοῦν μετάνοια καὶ ὁδηγοῦν τὴ σκέψη καὶ τὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων στὴν ἀγάπη του.  Ἀντίθετα τὰ μαγικὰ καὶ ἀνεξήγητα φαινόμενα ποὺ ὁδηγοῦν τὸν ἄνθρωπο στὸ φόβο, στὴν ὑποδούλωση καὶ ἐξάρτηση ἀπὸ αὐτὰ εἶναι ἔργο τοῦ διαβόλου.       

Δυστυχῶς, σήμερα ὑπάρχει μιὰ παρεξηγημένη θεώρηση τῶν πραγμάτων, καθὼς ἔχουμε ξεφύγει ἀπὸ τὴν οὐσία τοῦ θέματος καὶ ἁπλὰ ἀναζητοῦμε ὁτιδήποτε τὸ ἐντυπωσιακὸ καὶ τὸ θαυμαστὸ ἢ ἀκόμα καὶ τὸ μαγικό.  Ψάχνουμε διαρκῶς νὰ βροῦμε κατὰ τὴ δική μας κρίση «χαρισματούχους» ἀνθρώπους καὶ «θαυματοποιούς», ἀλλὰ ξεχνοῦμε ἢ θέλουμε νὰ ξεχνοῦμε ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἐκεῖνος ποὺ δίνει τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας· Ἐκεῖνος εἶναι ποὺ ἐπιτελεῖ τὰ θαύματα.  Ἄλλωστε ἂς μὴν ξεχνᾶμε ὅτι ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνα διαρκὲς θαῦμα «παρατεινόμενον εἰς τοὺς αἰῶνας». Και κάθε ἄλλη ἀναζήτηση ἐκτρέπει τὴν λατρεία ἀπὸ τὸν Κτίσαντα στὴν Κτίση. Ἀμήν.-


Εκτύπωση   Email